ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ  ΝΟΜΙΚΩΝ  ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ  ΔΣΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2039/1939

«Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των Νόμων περί εκκαθαρίσεως και διοικήσεως των εις το Κράτος και υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών».

Σχόλια
Ο παρών ΑΝ τροποποιήθηκε με το Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ Α' 43). - Βλέπε και άρθρο 3 Ν. 2345/1995 (ΦΕΚ Α' 213), για την υπαγωγή στον παρόντα νόμο των Σωματείων, Οργανισμών, Ιδρυμάτων κλπ. που υπάγονται στο άρθρο 1 Ν. 2345/1995. - Για τα θέματα του παρόντος νόμου βλέπε και άρθρο 17 Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ Α' 285). - Σύμφωνα με το άρθρο 39 Ν. 3370/2005 (ΦΕΚ Α' 176), ε π ι τ ρ έ π ε τ α ι η δωρεάν παραχώρηση της χρήσης και η εκμίσθωση ακινήτων ιδιοκτησίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και των Δ.Υ.ΠΕ., τα οποία δεν προορίζονται για την υλοποίηση στεγαστικών προγραμμάτων, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου εποπτευόμενα από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και στο Ι.Κ.Α.. Η παραχώρηση της χρήσης πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Κατοικίας και Αξιοποίησης Περιουσίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εφόσον δεν αντίκειται σε απαγορευτικούς όρους διαθήκης ή πράξης δωρεάς ή στις διατάξεις του π α ρ ό ν τ ο ς νόμου. Με την απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζεται η διάρκεια της παραχώρησης της χρήσης και οι υποχρεώσεις του φορέα προς τον οποίο γίνεται η παραχώρηση.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 1  - Έννοια κοινωφελούς σκοπού.

Κοινωφελής σκοπός κατά την έννοιαν του παρόντος είναι κατ' αντίθεσιν προς τον ιδιωτικόν πας κρατικός, θρησκευτικός, φιλανθρωπικός, εν γένει δ' επωφελής εις το κοινόν εν όλω ή εν μέρει σκοπός.
Σχόλια
Σχετικά με το παρόν άρ. βλ. και την παρ. 9 του άρ. 15 του ν. 2961/2001 (Α΄266/22.11.2001) περί κυρώσεως του κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών κλπ.

 

Άρθρο: 2  - Υποχρεώσεις Κράτους Αρμοδιότης Υπουργείου Οικονομικών.

1. Η πιστή και επακριβής εκτέλεσις της βουλήσεως των διαθετών και δωρητών, δι' ής διατίθενται περιουσιακά στοιχεία διά κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς υπέρ του Κράτους ή χάριν κοινωφελών σκοπών, αποτελεί υποχρεώσιν του Κράτους.

2. Αι διατάξεις του παρόντος Νόμου ισχύουσιν επικουρικώς εφ' όσον τα υπ' αυτών προβλεπόμενα θέματα δεν ρυθμίζονται εν όλω ή εν μέρει υπό της συστατικής πράξεως, παρεκτός των δημοσίας τάξεως διατάξεων, αίτινες κατισχύουσιν εν πάση περιπτώσει των της διαθήκης αντιθέτων τυχόν διατάξεων.

"3. Και εις άς περιπτώσεις δωρηταί ή διαθέται δια των συστατικών αυτών πράξεων απαγορεύουσι την υπό του Κράτους άσκησιν ελέγχου επί της εν γένει διαχειρίσεως και διοικήσεως των συνιστωμένων υπό τούτων ιδρυμάτων, υφίσταται πάντως το δικαίωμα του Κράτους, όπως ενεργή έλεγχον των ιδρυμάτων τούτων κατά τας κειμένας διατάξεις.

4. Δια την ευχερεστέραν εκκαθάρισιν κληρονομιών κληροδοσιών και δωρεών, καταλειπομένων υπό διαθετών ή δωρητών, αποβιούντων ή διαμενόντων εις το εξεωτερικόν, υπέρ του Κράτους ή υπέρ κοινωφελών σκοπών, δύναται, δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, μετά γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, να ανατίθεται η κατά τας διατάξεις του Νόμου τούτου εποπτεία επί της εκκαθαρίσεως, διοικήσεως και διαχειρίσεως των περιουσιών τούτων εις Επιτροπάς παρ' εκάστω κατά τόπον αρμοδίω Γεν. Προξενείω ή Προξενείω της Ελλάδος, αποτελουμένας: "α) Εκ του κατά τόπον αρμοδίου Γεν. Προξένου ή Προξένου της Ελλάδος, β) Εκ του παρά τω Γεν. Προξενείω ή Προξενείω Νομικού Συμβούλου, ή εξ ετέρου δικηγόρου και γ) Εξ ενός ομογενούς".

5. Το Υπουργείον των Οικονομικών μεριμνά διά την εκκαθάρισιν των εις το Κράτος καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών και την κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου εκτέλεσιν του δι' όν καταλείπονται αύται σκοπού, οσάκις ορίζεται τοιούτος. Το αυτό Υπουργείον ασκεί την εποπτείαν και τον έλεγχον επί της εκκαθαρίσεως και διαχερίσεως των υπέρ κοινωφελών εν γένει σκοπών καταλειπομένων περιουσιών, κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των συστατικών πράξεων.

Σχόλια
Οι παρ. 3 και 4 προστέθηκαν με το άρθρο 1 Ν. 4154/1961, ενώ η παλαιά παρ. 3 έλαβε αριθμό 5. Η σύνθεση των Επιτροπών της παρ. 4, που διατηρήθηκαν με την παρ. 19 άρθρου 1 ΒΔ 402/1965, τροποποιήθηκε με την παρ. 14 άρθρου 1 της Δ.6741/1967 αποφάσεως των Αντιπροέδρου Κυβερνήσεως και Υπ. Οικονομικών.

Άρθρο: 3  - Συμβούλιον Εθνικών Κληροδοτημάτων.

1.Παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών συνιστάται Συμβούλιον υπό τον τίτλον "Συμβούλιον Εθνικών Κληροδοτημάτων" δηλούμενον εν τω παρόντι σντετμημένως Σ.Ε.Κλ. Το Συμβούλιον τούτο αποτελείται εκ:

" α) Ένα  Αντιπρόεδρο του Ν.Σ.Κ. ως Πρόεδρο.

β) Ένα Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως τακτικό μέλος.

γ) Από τον Προϊστάμενο Υπουργείου Οικονομικών Δ/νση Εθνικών Κληροδοτημάτων ή τον νόμιμο αναπληρωτή του.

δ)  Έναν από τους Προϊστάμενους Τμημάτων της Δ/νσης Εθνικών Κληροδοτημάτων ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους.

ε) Έναν Υπάλληλο του Υπουργείου Εθνικής Παιδίας & Θρησκευμάτων βαθμού Ά.

ζ) Έναν Υποδιοικητή ή Διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.

η) Έναν εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, ως τακτικό μέλος.

 

Αρμοδιότητος του Συμβουλίου τούτου είναι η οριζομένη υπό των διατάξεων του Α.Ν. 2039/1939 ως και η υπό ειδικών νόμων οριζομένη τοιαύτη, εκτός των βάσει των κειμένων διατάξεων ανατεθεισών αρμοδιοτήτων του εις την Επιτροπήν του άρθρ. 32 παρ. 2 του Α.Ν. 2039/39 και των διά της παρούσης αποφάσεως ανατιθεμένων εις την Επιτροπήν ταύτην.

 

Χρέη Γραμματέως του Συβουλίου εκτελεί είς εκ των υπαλλήλων της Γενικής Διευθύνσεως Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών.

 

Τα πρός συζήτησιν θέματα εισηγούνται οι Τμηματάρχαι της αρμοδίας Δ/νσεως και Επιθεωρηταί Εθνικών Κληροδοτημάτων, ή άλλοι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι.

Δια την απαρτίαν του Συμβουλίου απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον πέντε μελών, αι δέ γνωμοδοτήσεις αυτού λαμβάνονται διά τεσσάρων τουλάχιστον ψήφων".

Σχόλια
Η σύνθεση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, που τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 ΒΔ 402/1965, τροποποιήθηκε εκ νέου με την παρ. 12 άρθρου 1 της Δ.6741/1967 αποφάσεως των Αντιπροέδρου Κυβερνήσεως και Υπ. Οικονομικών, όπως αυτή συμπληρώθηκε ως προς την παρ. 12 με την Δ.8479/1967 όμοια που διορθώθηκε με την Δ.10238/1967 όμοια. Το άνω Συμβούλιο συγχωνεύτηκε με τα Συμβούλια των άρθρ. 69 και 70 ΠΔ 636/1977 από την παρ. 7 άρθρου Ι Κεφαλ. Β της Ο.208/181/1982 αποφ. Υπ. Προεδρ. Κυβερν. και Οικονομικών.Η σύνθεση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων διορθώθηκε με το άρθρο 91 παρ.1 του Π.Δ.284/14-6-1988 και το άρθρο 3 παρ.1 περ.ά του Α.Ν.2039/1939 καταργήθηκε με το άρθρο 2 παρ.1 του Ν.2993/22-3-2002 (ΦΕΚ Α58/26-3-2002) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ.2 περ.β υποπερ.α του Ν.2993/22-3-2002 (ΦΕΚ Α58/26-3-2002).

 

Άρθρο: 4  - Αρμοδιότης Σ. Ε. Κληροδοτημάτων.

1. Το Σ.Ε.Κλ. γνωμοδοτεί:

α) Για κέθε σχέδιο νόμου ή διάταγμα, που αφορά σε κληρονομιά, κληροδοσία ή δωρεά προς το κράτος και προς κοινοφελή ιδρύματα, καθώς και σ΄αυτές που τάχθηκαν για εκτέλεση κοινωφελών και φιλανθρωπικών σκοπών ή έργων, που διέπονται από τον Α.Ν.2039/1939 (ΦΕΚ.455/Α).

β) Κάθε φορά, που προβλέπεται γνωμοδότηση από συστατική πράξη.

γ) Για τον καθορισμό των όρων και λεπτομερειών επωφελέστερης αξιοιποίησης ή διάθεσης κοινωφελών περιουσιών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

δ) Για κάθε φύσης συμβιβασμούς ή κατάργηση δικών, που η αξία του αντικειμένου υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 δραχμών.

ε) Για διορισμό εκτελεστών διαθηκών, καθώς και για διορισμό ή αντικατάσταση διοικητών κοινωφελών ιδρυμάτων.

Στ) Για όσες περιπτώσεις προβλέπονται από τον Α.Ν.2039/1939 ή άλλους ειδικούς νόμους.

ζ) Για κάθε θέμα, που παραπέμπεται σε αυτό, από τον Υπουργό των Οικονομικών και εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Εθνικών Κληροδοτημάτων.

2. Το Σ.Ε.Κλ. δικαιούται, οψέποτε ήθελεν, να λαμβάνη γνώσιν της πορείας της εκκαθαρίσεως και εκτελέσεως των κληροδοτημάτων και να ορίζη εισηγητάς προς ενέργειαν ερεύνης ωρισμένων ζητημάτων αυτών.

3. Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του επί των Οικονομικών Υπουργού δύνανται να καθορίζωνται λεπτομερέστερον τα της λειτουργίας και των εργασιών του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων.

Σχόλια
Η παρ.1 του άρθρου 4 του Α.Ν.2039/1939 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 91 παρ.2 του Π.Δ. 284/14-6-1988.

Σημείωση: Με την 17949/1955 απόφ. Υπ. Οικον. η μηνιαία αποζημίωση του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων ορίσθηκε σε δρχ. 1.500, των μελών σε δρχ. 1.000, του εισηγητή σε δρχ. 800 και του γραμματέα σε δρχ. 500.

 

Άρθρο: 5 - Ερμηνεία συστατικών πράξεων.

Πάσα τυχόν εγειρομένη αμφιβολία ή αμφισβήτησις περί την ερμηνείαν διαθήκης ή συστατικής εν γένει πράξεως ως προς την εφαρμογήν του παρόντος Νόμου λύεται υπό του Εφετείου Αθηνών κατά την επ'αναφορά διαδικασίαν, αιτήσει του Υπουργού των Οικονομικών, των εκπροσώπων της περιουσίας ή του ιδρύματος ως και παντός έχοντος έννομον συμφέρον, κλητευομένου εν πάση περιπτώσει του Υπουργού των Οικονομικών και του υπάρχοντος ετέρου διαδίκου.

 

Άρθρο: 6 - Αποδοχαί κληρονομικών, κληροδοσιών και δωρεών προς το Δημόσιον.

1. "Πάσας τας προς το Δημόσιον καταλειπομένας κληρονομίας ως και τας υπό όρον κληροδοσίας και δωρεάς αποδέχεται ή αποποιείται ο Υπουργός των Οικονομικών, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν της Επιτροπής του άρθρ. 32 του Α.Ν. 2039/1939, εκτιμώσης τα συμφώνως τοις άρθρ. 10, 11 και 12 υποβαλλόμενα στοιχεία. Περίληψις της πράξεως περί αποδοχής της κληρονομίας ή υπό όρον κληροδοσίας, ή δωρεάς υπό όρον, περιλαμβάνουσα κατά το δυνατόν λεπτομερή και ακριβή περιγραφήν των περιουσιακών στοιχείων, δημοσιεύεται εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πράξις αποδοχής μετά την δημοσίευσίν της έχει την κατά τας διατάξεις των άρθρ. 1956, 1962 και 1963 του Αστικού Κώδικος ισχύν και θέσιν κληρονομητηρίου υπέρ του Δημοσίου".

2. Η αποδοχή της άνευ όρου κληροδοσίας συντελείται διά μόνης της υπεισελεύσεως του κληρονόμου εις την κληρονομίαν άνευ άλλης τινός διατυπώσεως παρά του Υπουργού των Οικονομικών.

3. Το Δημόσιον δύναται ν' αποδεχθή οποτεδήποτε γενομένην προς αυτό δωρεάν μονομερώς και μετά τον θάνατον του δωρητού.

4. Δωρεαί εν ζωή προς το Δημόσιον κινητών πραγμάτων συνιστώνται και δι' ιδιωτικού εγγράφου, είναι δε έγκυροι και άνευ τοιούτου εγγράφου, εφ' όσον παρεδόθησαν τα δωρούμενα αντικείμενα.

5. Τα Συμβολαιογραφικά ή ιδιωτικά έγγραφα περί δωρεών προς το Δημόσιον συντάσσονται ατελώς.

"6. Προκειμένης κληρονομίας διατεθείσης διά διαθήκης υπέρ κοινωφελών σκοπών και βαρυνομένης διά κοινωφελών κληροδοτημάτων ή αφορισθείσης υπέρ κοινωφελών σκοπών, ή υποβαλλομένη αίτησις προς παροχήν κληρονομητηρίου κατά το άρθρ. 1956 του Α.Κ. κοινοποιείται επί ποινή απαραδέκτου αυτής, εξεταζομένου και αυτεπαγγέλτως υπό του δικαστηρίου, εις τον Υπουργόν των Οικονομικών, εφαρμοζομένων των περί δικών και προθεσμιών υπέρ του Δημοσίου διατάξεων".

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 άρθρου 3 Ν. 4154/1961. Η παρ. 6 προστέθηκε με την παρ. 2 άρθρου 3 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 7 - Προνόμια Δημοσίου.

1. Το Δημόσιον θεωρείται πάντοτε αποδεχόμενον την κληρονομίαν με το ευεργέτημα της απογραφής, μη περιοριζόμενον υπό ουδεμιάς προθεσμίας προς σύνταξιν απογραφής και μη στερούμενον κατ' ουδεμίαν περίπτωσιν και δι' οιονδήποτε λόγον των πλεονεκτημάτων του εξ απογραφής κληρονόμου.

2. Το Δημόσιον δεν υποχρεούται εις παροχήν ασφαλείας δι' εκτέλεσιν του εκ κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς βαρύνοντος αυτό όρου ως και εις πάσαν άλλην περίπτωσιν, καθ' ήν κατά τας κειμένας διατάξεις απαιτείται η παροχή ασφαλείας.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΙΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΩΝ, ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΩΡΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝ ΑΝΕΥ ΟΡΟΥ

Άρθρο: 8 - Αρμοδιότης εκκαθαρίσεως.

1. Η εκκαθάρισις των εις το Δημόσιον περιερχομένων λόγω κληρονομίας και κληροδοσίας άνευ όρου περιουσιών ενεργείται υπό του Οικονομικού Εφόρου ή του Προξένου της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του διαθέτου εφ' όσον δεν ωρίσθη άλλως υπό του διαθέτου. Προκειμένου περί δωρεάς αρμόδιος τυγχάνει ο Οικονομικός Εφορος ή ο Πρόξενος του τόπου της συντάξεως του δωρητηρίου συμβολαίου. Επί πλειόνων Οικονομικών Εφόρων εδρευόντων εν τινι πόλει αρμόδιος προς εκκαθάρισιν, είναι ο Οικονομικός Εφορος ο αρμόδιος διά την επιβολήν της κατά τον Νόμ. 1641 φορολογίας κληρονομιών και δωρεών.

2.Ο αρμόδιος Οικον. Εφορος ή Πρόξενος επιλαμβάνεται της προσωρινής διοικήσεως της περιουσίας μέχρι της αποδοχής υπό του Δημοσίου ή αποποιήσεως αυτής και προκαλεί την σφράγισιν της κληρονομίας.

3. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να αναθέση την εξακρίβωσιν και εκκαθάρισιν μέρους ή του όλου της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς ή την εξακολούθησιν αρξαμένης τοιαύτης εις έτερον Οικονομικόν Εφορον ή Πρόξενον ή και άλλον δημόσιον υπάλληλο. Ωσαύτως δύναται να αναθέτει τα καθήκοντα ταύτα εις δικηγόρο, Συμβολαιογράφο ή Υποθηκοφύλακα, οριζόμενον διά πράξεώς του. Ούτοι ως και οι υπό του διαθέτου οριζόμενοι εκκαθαρισταί ενεργούσι, την εκκαθάρισιν, ως και οι προς τούτο αρμόδιοι, Οικονομικοί Έφοροι ή Πρόξενοι κατά τα υπό του παρόντος Νόμου οριζόμενα, έχοντες τα αυτά δικαιώματα και υποχρεώσεις.

 

Άρθρο: 9  - Αποδοχή του λειτουργήματος του εκκαθαριστού.

1. Οι διά της διαθήκης ορισθέντες εκκαθαρισταί ή εν μη διορισμώ τοιούτων οι κατά το προηγούμενον άρθρον οριζόμενοι υπό του Υπουργού των Οικονομικών υποχρεούνται όπως διά δηλώσεώς των, συντασσομένης εφ' απλού χάρτου και κοινοποιουμένης κατά τας διατάξεις της Πολιτ. Δικονομίας εις τον Οικ. Εφορον ή Πρόξενον της κατοικίας ή διαμονής των δηλώσωσι την περί αποδοχής του λειτουργήματος τούτου βούλησίν των, λογίζονται δε μη αποδεχθέντες το λειτούργημα του εκκαθαριστού, εάν εντός προθεσμίας 15 ημερών από της κοινοποιήσεως προσκλήσεως του Υπουργού των Οικονομικών ή της περί του διορισμού των αποφάσεως αυτού δεν προβώσιν εις την κατά τα ανωτέρω δήλωσιν αποδοχής. Περί της αποδοχής ή αποποιήσεως παρά των εκκαθαριστών τούτων του ανατεθέντος αυτοίς λειτουργήματος ο Οικονομικός Εφορος ή Πρόξενος αναφέρει αμελλητί εις το Υπουργείον Οικονομικών.

2. Οι κατά το παρόν άρθρον εκκαθαρισταί υπέχουσι πάσας τας περί δημοσίων υπολόγων ευθύνας και λογοδοτούσι προς τον Υπουργόν των Οικονομικών κατά τα εν άρθρ. 31 οριζόμενα.

 

Άρθρο: 10 - Αποσφράγισις, απογραφή και εξακρίβωσις της κληρονομίας.

1. Ο εκκαθαριστής εντός 5 ημερών από της σφραγίσεως προκαλεί την αποσφράγισιν και προβαίνει εις την απογραφήν της κληρονομίας διά Συμβολαιογράφου. Επί κληρονομιών ευρισκομένων εκτός της έδρας του εκκαθαριστού δύναται η απογραφή της κληρονομίας να γίνη και άνευ της παρουσίας αυτού, πάντως όμως διά Συμβολαιογράφου, απαιτουμένης προσθέτως εν τη περιπτώσει ταύτη της παρουσίας του προϊσταμένου της οικείας Αστυνομικής Αρχής ή άλλου δημοσίου υπαλλήλου οριζομένου υπό του εκκαθαριστού.

2. "Επί κληρονομιών και κληροδοσιών αντικείμενον εχουσών ακίνητα αναμφισβητήτου κυριότητος του διαθέτου επιτρέπεται όπως, μετ' έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών, μη συντάσσηται απογραφή, αλλ' ενεργήται απλή καταγραφή των κληρονομιαίων παρά δύο δημοσίων υπαλλήλων, οριζομένων υπό του Οικονομικού Εφόρου, επί παρουσία δύο μαρτύρων. Ομοίως και επί κληρονομιών και κληροδοσιών, εχουσών αντικείμενον κινητά ευτελούς αξίας, επιτρέπεται, όπως μη συντάσσηται απογραφή, αλλ' απλώς καταγραφή κατά τ' ανωτέρω οριζόμενα".

3. "Αντίγραφον της απογραφής ή καταγραφής αποστέλλεται υπό του ή των ενεργησάντων ταύτην, συμβολαιογράφου ή δημοσίων υπαλλήλων προς τον εκκαθαριστήν και το Υπουργείον Οικονομικών εντός τριών κατ' ανώτατον όριον ημερών από του πέρατος αυτής".

Σχόλια
Οι παρ. 2 και 3 τίθενται όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 4 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 11

Πλήν της κατά το προηγούμενον άρθρον απογραφής ή καταγραφής της κληρονομίας ο εκκαθαριστής προβαίνει εις την εξακιρίβωσιν των στοιχείων αυτής, ζητών προς τούτο πληροφορίας παρά παντός δυναμένου να παράσχη τοιαύτας, ιδία δε παρά των Δημάρχων, Προέδρων κοινοτήτων, Αστυνομικών Αρχών, Ειρηνοδικών, Γραμματέων Πρωτοδικών, Υποθηκοφυλάκων, Φυλάκων μεταγραφών, Συμβολαιογράφων, Τραπεζών, Ασφαλιστικών Εταιρειών κλπ. Τ' ανωτέρω πρόσωπα υποχρεούνται να χορηγώσι τας ζητουμένας πληροφορίας και να εκδίδωσι σχετικά πιστοποιητικά ατελώς περί των περιουσιακών στοιχείων της κληρονομίας εντός 15 το πολύ ημερών από της λήψεως του προς αυτά απευθυνομένου εγγράφου.

 

Άρθρο: 12

Επί τη βάσει της ενεργηθείσης απογραφής ή καταγραφής και των παρασχεθεισών πληροφοριών ο εκκαθαριστής υποβάλλει εις το Υπουργείον Οικονομικών πρότασιν περί αποδοχής ή αποποιήσεως της κληρονομίας μετά πινάκων αναλυτικών εμφαινόντων το ενεργητικόν και παθητικόν αυτής. Επί κατεπειγουσών περιστάσεων η πρότασις υποβάλλεται τηλεγραφικώς, αναφερομένου συνοπτικώς του ενεργητικού και παθητικού της κληρονομίας. Επί προτάσεως περί αποποιήσεως της κληρονομίας συνυποβάλλεται εις το Υπουργείον ολόκληρος ο φάκελλος.

 

Άρθρο: 13 - Τρόπος εκκαθαρίσεως των καταλειπομένων περιουσιών.

1. Η εκκαθάρισις των καταλειπομένων κατά κληρονομίαν, κληροδοσίαν ή δωρεάν περιουσιών ενεργείται κατά τα εν τοις επομένοις άρθροις οριζόμενα.

2. Επιτρέπεται όπως διατηρώνται αυτούσια καταλειπόμενα περιουσιακά στοιχεία, εφ' όσον δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά γνώμην του Σ.Ε.Κλ. ήθελε κριθή συμφέρουσα των Δημοσίω η διατήρησις τούτων.

 

Άρθρο: 14 - Εκποίησις κινητών.

1.Τα κινητά εκποιούνται διά πλειστηριασμού κατά τα ορισθησόμενα διά Β. Δ/τος. Τα ευτελούς αξίας αντικείμενα μέχρι 300.000 δραχμών ως και τα εις φθοράν υποκείμενα ενδύματα, τρόφιμα κλπ. κατόπιν προηγουμένης εγκρίσεως του Υπουργού των Οικονομικών, δύνανται να εκποιώνται διά προχείρου συναγωνισμού ή κατ' άλλον τρόπον, όν ήθελε ορίσει ο Υπουργός των Οικονομικών.

"2. Τα τιμαλφή είναι δυνατόν να εκποιούνται από τη Διεύθυνση Ενεχυροδανειστηρίων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή άλλο σχετικό δημόσιο οργανισμό ή υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων.

3. Τα αυτοκίνητα ως και άλλα κινητά πράγματα, είναι δυνατόν να εκποιούνται από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.), με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων".

Σχόλια
Το ποσόν της παρ. 1 αναπροσαρμόστηκε με την Κ.7258/2334/1.10.1986 απόφ. Υπ. Οικονομικών από 10.000 σε 100.000δρχ., με την 1031807/654 ΠΟΛ: 1082/1989 απόφ. Υπ. Οικονομικών από 100.000 σε 150.000 δρχ., με την 1137742/3707/Α0011/8.12.1995 απόφ.Υπ.Οικονομικών από 150.000 σε 300.000 δρχ. Οι διατάξεις του άρθου 14 αριθμήθηκαν ως παράγραφος 1 και οι παράγρ. 2 και 3 προστέθηκαν με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 2386/1996. Κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποίησεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 15 - Μετρητά και χρεώγραφα.

1. Αι παρά Τραπέζαις ή Ταμιευτηρίοις καταθέσεις μετρητών μετά προηγουμένην βεβαίωσιν αυτών ως δημοσίων εσόδων αναλαμβάνονται υπό του Ταμίου ή του Προξένου διά μόνης της προσαγωγής αντιγράφου της διαθήκης και πιστοποιητικού του αρμοδίου Γραμματέως των Πρωτοδικών περί δημοσιεύσεως αυτής.

"2. Οι κινητές αξίες με τα τοκομερίδια και τις μερισματαποδείξεις αυτών, παραδίδονται ή μεταφέρονται για φύλαξη, με εντολή του εκκαθαριστή, στην Τράπεζα της Ελλάδος ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό Ιδρυμα. Ο Υπουργός Οικονομικών διατάσσει την εκποίηση όλων ή μέρους αυτών από τη Τράπεζα της Ελλάδος ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τις παραπάνω Τράπεζες και Πιστωτικά Ιδρύματα, τα οποία διενεργούν την εκποίηση τούτων σύμφωνα με τη σχετική εντολή του και αποδίδουν στο Δημόσιο το τίμημα αυτών, το οποίο βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο από τη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), που ειδοποιείται προς τούτο από την παραπάνω Τράπεζα ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή το Πιστωτικό Ιδρυμα".

"3. Χρεώγραφα και κινητές αξίες γενικά, που είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο Χριματιστήριο, είναι δυνατόν να εκποιούνται σ' αυτό, από τις παραπάνω Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τα Πιστωτικά Ιδρύματα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων".

Σχόλια
Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 Ν. 2386/1996. Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 Ν. 2386/1996.

 

Άρθρο: 16 - Είσπραξις απαιτήσεων.

1. Πάσαι αι εξ οιασδήποτε αιτίας απαιτήσεις κεφαλαίου και τόκων βεβαιούνται ως δημόσιον έσοδον, μετά προηγουμένην υπό του εκκαθαριστού πρόσκλησιν του οφειλέτου να καταβάλη το χρέος του εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της προσκλήσεως επιδιδομένης κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας διά παντός δημοσίου οργάνου.

2. Η βεβαίωσις ενεργείται επί τη βάσει της διαθήκης ή άλλης συστατικής πράξεως και των τίτλων εφ' ών βασίζεται η απαίτησις. Ως νόμιμοι τίτλοι θεωρούνται πάντα τα δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα τα έχοντα αποδεικτικήν δύναμιν κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας.

3. Απαιτήσεις εν αλλοδαπή εισπράττονται υπό του οικείου Προξένου και το προϊόν αυτών αποστέλλεται δι' επιταγής εις τον αρμόδιον Οικονομ. Εφορον, όστις και προβαίνει εις την βεβαίωσιν αυτών.

4. Επί απαιτήσεων μη στηριζομένων εις δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, έχοντα αποδεικτικήν δύναμιν κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας, εν περιπτώσει αρνήσεως του υποχρέου να καταβάλη την οφειλήν του, η αναγνώρισίς των επιδιώκεται δικαστικώς, μεθ' ήν ο αρμόδιος Οικονομικός Εφορος προβαίνει εις την βεβαίωσιν μετά των επιδικασθέντων δικαστικών εξόδων, τελών και τόκων κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου.

5. Η αποδεικτική δύναμις των εξοφλήσεων κρίνεται κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας.

 

Άρθρο: 17 - Βεβαίωσης κληροδοτημάτων.

1. Κληροδοτήματα προς το Δημόσιον εις μετρητά βεβαιούνται υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου επί τη βάσει της διαθήκης και μετά προηγουμένην πρόσκλησιν των βεβαρημένων, κοινοποιουμένην κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας και καταβάλλονται παρά του βεβαρημένου υποχρέου εντός εξαμήνου από της δημοσιεύσεως της διαθήκης ή εντός της υπό του διαθέτου ταχθείσης προθεσμίας. Παρεχομένης απράκτου της ανωτέρω προθεσμίας ο βεβαρημένος υπόκειται και εις πληρωμήν τόκων υπερημερίας από του θανάτου του διαθέτου ή από της λήξεως της παρ' αυτού ταχθείσης προθεσμίας.

"2. Δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύναται να παρατείνηται ή εν τη προηγουμένη παρ. 1 προθεσμία, οσάκις συντρέχουσιν εξαιρετικοί λόγοι, καθιστώντες αδύνατον ή δυσχερή την εντός της προθεσμίας ταύτης καταβολήν του κληροδοτήματος, επί τη αιτήσει του βεβαρημένου υποβαλλομένη προ της λήξεως της προθεσμίας ταύτης. Ομοίως κατά τας αυτάς διατυπώσεις δύναται να απαλλάσσηται ο βεβαρημένος εν όλω ή εν μέρει των κατά την προηγουμένην παράγραφον οφειλομένων τόκων υπηρεμερίας οσάκις εκωλύθη εκ δεδικαιολογημένης αιτίας εις την εμπρόθεσμον καταβολήν του κληροδοτήματος.

"3. Δι' ομοίας αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης κατά τας εν τη προηγουμένη παραγράφω διατυπώσεις δύναται να επιτρέπηται η εις δόσεις καταβολή του κληροδοτήματος, οσάκις ως εκ του είδους της καταλειφθείσης περιουσίας δεν είναι ευχερής η εφ' άπαξ καταβολή αυτού. "Με την απόφαση αυτή καθορίζεται επίσης ο αριθμός των δόσεων, η προθεσμία εξόφλησης κάθε δόσης, ως και το είδος και το ποσό της ασφάλειας που πρέπει να δώσει ο υπόχρεος για την καταβολή του κληροδοτήματος. Οι δόσεις αυτές είναι έντοκες, με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο τρεαπεζικών καταθέσεων ταμιευτηρίου που ισχύει κατά την έκδοση της απόφασης".

"4. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης εξόφλησης κάποιας δόσης, ο υπόχρεος με την καταβολή του κληροδοτήματος, επιβαρύνεται με την πληρωμή τόκου υπερημερίας".

Σχόλια
Οι παρ. 2 και 3 προστέθηκαν με το άρθρο 2 ΝΔ 520/1941. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 4 Ν. 2386/1996. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 5 Ν. 2386/1996.

 

Άρθρο: 18 - Διαγραφή υποθηκών.

Εξοφληθείσης της απαιτήσεως ο εκκαθαριστής συναινεί εις την διαγραφήν μετά προηγουμένην έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών της τυχόν υπαρχούσης υποθήκης, προσημειώσεως ή κατασχέσεως. Εν τω συμβολαίω της εξοφλήσεως προσαρτάται το γραμμάτιον παραλαβής εξ ου εμφαίνεται η γενομένη εξόφλησις.

 

Άρθρο: 19 - Εκμίσθωσις ακινήτων.

Η εκμίσθωσις των ακινήτων των περιερχομένων εκ κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς καταλειφθείσης εις το Δημόσιον ενεργείται διά δημοπρασίας κατά τα διά Β. Δ/τος ορισθησόμενα. Εάν τα ακίνητα εμισθώθησαν ζώντος του κληρονομουμένου αι μισθώσεις αναγνωρίζονται, εφ' όσον εγγράφως αποδεικνύονται.

Σχόλια
Κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 20 - Εκποίησις ακινήτων.

Η εκποίησις των ακινήτων της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς, εφ' όσον ταύτα δεν είναι χρήσιμα εις το Δημόσιον ενεργείται διά δημοπρασίας κατά τα δια Β. Δ/τος ορισθησόμενα.

Σχόλια
Κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

 

Άρθρο: 21 - Βεβαίωσις και είσπραξις.

1. Τα μετρητά, απαιτήσεις, μισθώματα, τιμήματα εκποιουμένων κινητών και ακινήτων και παν προϊόν εκκαθαρίσεως εκ κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών, καταλειπομένων ή περιερχομένων εις το Δημόσιον, βεβαιούνται ως Δημόσια έσοδα υπό το οικείον Κεφάλαιον και άρθρον του προϋπολογισμού του Κράτους, ως έσοδον εκ κληρονομικού δικαιώματος του Κράτους, υπό του κατά το άρθρ. 8 αρμοδίου Οικον. Εφόρου.

2. Οσάκις εκκαθαριστής είναι Πρόξενος ή άλλο πρόσωπον, η βεβαίωσις ενεργείται υπό του Οικον. Εφόρου επί τη βάσει των κατά τον παρόντα Νόμον τίτλων βεβαιώσεως, αποστελλομένων αυτώ υπό του εκκαθαριστού. Επί των εν αλλοδαπή καταλειφθεισών κληρονομιών και κληροδοσιών ή συσταθεισών δωρεών, η βεβαίωσις ενεργείται υπό του αρμοδίου διά την βεβαίωσιν του φόρου κληρονομίας εν τη συγκεκριμένη περιπτώσει Οικον. Εφόρου Αθηνών.

 

Άρθρο: 22 - Παθητικόν της κληρονομίας.

1. Το Κράτος ευθύνεται διά τα χρέη του κληρονομουμένου, εφ' όσον ταύτα νομίμως αποδεικνύονται και εξαρκεί το ενεργητικόν της κληρονομίας. Ως νομίμως αποδεικνυόμενα χρέη θεωρούνται τα στηριζόμενα επί δημοσίων ή ιδιωτικών εγγράφων, εχόντων αποδεικτικήν δύναμιν κατά τας διατάξεις της Πολ. Δικονομίας, εξαιρέσει των απαιτήσεων διά δαπάνας κηδείας, έξοδα τελευταίας ασθενείας, μισθούς υπαλλήλων, υπηρετών και εργατών ως και των απαιτήσεων εξ αδικημάτων ή δι' άς υφίσταται απόλυτος και αντικειμενική αδυναμία εγγράφου αποδείξεως, διά την απόδειξιν των οποίων ισχύουσιν αι κοιναί περί αποδείξεως διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας.

2. Η ικανοποίησις των δανειστών ενεργείται κατά την σειράν την αναφερομένην εν τη Πολιτική Δικονομία περί της κατατάξεως δανειστών επί κατασχέσεως ακινήτων. Διά Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης δύνανται να ορίζωνται λεπτομερέστερον τα της διαδικασίας ικανοποιήσεως των δανειστών.

 

Άρθρο: 23 - Εξόφλησις χρεών.

1. Η πληρωμή των χρεών και βαρών της κληρονομίας γίνεται εις βάρος του προϋπολογισμού των εξόδων του Υπουργείου των Οικονομικών, εις όν εγγράφεται ανάλογος πίστωσις, επί τη βάσει καταστάσεων, υποβαλλομένων υπό του εκκαθαριστού μετά των αποδεικτικών του χρέους τίτλων και βεβαιώσεως αυτού ότι το ενεργητικόν της κληρονομίας επαρκεί διά την πληρωμήν του χρέους. Ο Υπουργός των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύναται ν' αναβάλη την πληρωμήν των χρεών εν όλω ή εν μέρει μέχρι πέρατος της εκκαθαρίσεως. Καθ' όμοιον τρόπον καταβάλλονται και αι δαπάναι εκκαθαρίσεως. Διά τας επειγούσας ανάγκας της εκκαθαρίσεως δύναται ο Υπουργός των Οικονομικών να εκδίδη εντάλματα προπληρωμής επ' ονόματι του εκκαθαριστού.

"Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων, δύναται να επιτραπεί η πληρωμή χρεών και βαρών της κληρονομίας, από τα μετρητά ή τα έσοδα ή το προϊόν εκκαθάρισης των περιουσιακών της στοιχείων, που δεν έχουν βεβαιωθεί ως δημόσια έσοδα, εφόσον επαρκεί προς τούτο το ενεργητικό της. Με τις ίδιες προϋποθέσεις και διαδικασία, είναι δυνατή και η πληρωμή των εξόδων εκκαθάρισης της κληρονομίας, ως και η διάθεση ποσού στον εκκαθαριστή της, για την πληρωμή επειγουσών δαπανών εκκαθάρισης, με τον όρο απόδοσης σχετικού λογαριασμού διάθεσής του".

2. Κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται η πληρωμή υπό του εκκαθαριστού, μετ' έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών των δαπανών κηδείας, εξόδων τελευταίας ασθενείας και μισθών υπαλλήλων, υπηρετών και εργατών των δύο το πολύ τελευταίων ετών επί τη βάσει των προσαγομένων αποδείξεων, εφ' όσον η δαπάνη δεν υπερβαίνει τας 10.000 δραχμάς προκειμένου περί δαπανών κηδείας, τας 5.000 δε δραχμάς δι' έκαστον δικαιούχον προκειμένου περί των λοιπών ως άνω απαιτήσεων.

"3. Αμοιβαί μηχανικών, εμπειροτεχνών, εκτιμητών, πραγματογνωμόνων εν γένει, διαιτητών, μαρτύρων εν ταις απογραφαίς κληρονομιαίων περιουσιών, συμβολαιογράφων, δικηγόρων, φυλάκων και μεσεγγυούχων, εκκαθαρίζονται δι' ητιολογημένης αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν της κατά το άρθρ. 32 παρ. 2 του Α.Ν. 2039/1939 Επιτροπής, βάσει πίνακος του δικαιούχου εμφαίνοντος λεπτομερώς τας παρασχεθείσας υπηρεσίας ως και προτάσεως του εκτελεστού περί της καταβλητέας αμοιβής. Εν τη εκκαθαρίσει των αμοιβών τούτων ο Υπουργός των Οικονομικών ως και τα αρμόδια δικαστήρια δεν δεσμεύονται εκ των υπό ειδικών Νόμων προβλεπομένων τυχόν ελαχίστων ορίων αμοιβών, της καταβληθησομένης αμοιβής μη δυναμένης εν πάση περιπτώσει να καθορισθή κάτω του τρίτου του ισχύοντος ελαχίστου ορίου".

Σχόλια
Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 5 Ν. 4154/1961. Τα εντός " " δύο εδάφια της παρ. 1 προστέθηκαν με το άρθρο 1 παρ. 6 Ν. 2386/1996.

 

Άρθρο: 24 - Παραγραφές.
Πάσα κατά της κληρονομίας εμπράγματος ή ενοχική απαίτησις ή αγωγή παραγράφεται μετά δεκαετίαν από της αποδοχής της κληρονομίας υπό του Δημοσίου. Εξαιρούνται αι απαιτήσεις αι κατά τας κειμένας διατάξεις υποκείμεναι εις βραχυτέραν παραγραφήν, δι' άς ισχύουσιν αι περί παραγραφής αυτών ειδικαί διατάξεις.

 

 

Άρθρο: 25 - Δωρεαί.

Επί δωρεών υπέρ του Δημοσίου εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των προηγουμένων άρθρων.

 

Άρθρο: 26 - Συμβιβασμός.

Επιτρέπεται η διά συμβιβασμού λύσις διαφορών εν σχέσει προς την εκκαθάρισιν, διοίκησιν και διαχείρισιν κληρονομιών, κληροδοσιών ή δωρεών περιεχομένων εις το Δημόσιον μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Άρθρο: 27 - Παράστασις επί Δικαστηρίου.

1. Ο εκκαθαριστής εκπροσωπεί την ομάδα της περιουσίας είτε ως ενάγων είτε ως εναγόμενος μέχρι της εγκρίσεως της οριστικής λογοδοσίας, ιδία εις πάσας τας δίκας τας σχετιζομένας με την εξακρίβωσιν, εκκαθάρισιν, βεβαίωσιν και είσπραξιν απαιτήσεων αυτής, την ενάσκησιν ή απόκρουσιν ενδίκων μέσων ως και λήψιν συντηρητικών μέτρων, δυνάμενος κατόπιν ειδικής εξουσιοδοτήσεως του Υπουργού των Οικονομικών να παρίσταται επί δικαστηρίου αυτοπροσώπως και άνευ δικηγόρου.

2."Προ πάσης εγέρσεως ή αποκρούσεως αγωγής και εν γένει ασκήσεως ή παραιτήσεως από οιουδήποτε ενδίκου μέσου ο εκκαθαριστής οφείλει να προκαλέση ειδικήν προς τούτο έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών. Τοιαύτη προηγουμένη έγκρισις απαιτείται και επί δικαστικής ή εξωδίκου ομολογίας του εκκαθαριστού ή επαγωγής ή αντεπαγωγής όρκου εις τον αντίδικον αυτού ή τροποποιήσεως ή αποποιήσεως δικαστικού όρκου". Εξαιρετικώς εις κατεπειγούσας περιπτώσεις και ιδία επί προσωρινών, συντηρητικών ή εξασφαλιστικών μέτρων, ο εκκαθαριστής ενεργεί και άνευ προηγουμένης εγκρίσεως, οφείλει όμως να ανακοινώση παραχρήμα την τοιαύτην ενέργειάν του εις το Υπουργείον των Οικονομικών.

3. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να παρεμβαίνη εις πάσας τας δίκας του εκκαθαριστού και εις πάσαν στάσιν αυτών και άνευ προηγουμένης κοινοποιήσεως δικογράφου παρεμβάσεως.

4. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αι ειδικαί διατάξεις περί δικών του Δημοσίου.

Σχόλια
Τα εντός " " της παρ. 2 τίθενται όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 3 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 28 - Κοινοπραξία.

1. Προκειμένου περί ακινήτων περιελθόντων εις το Δημόσιον κατά μερίδια εξ αδιαιρέτου εκ κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς ανεξαρτήτως του λόγου εξ ού κατέχονται υπό των λοιπών συγκυρίων, συννομέων κλπ. (φυσικών ή νομικών προσώπων, ιδρυμάτων κλπ.) τα τούτων μερίδια, ο εκκαθαριστής δικαιούται και μόνος να εγείρη αγωγήν περί εξώσεως του μισθωτού συντρέχοντος λόγου τινός εξώσεως. Αι επί τοιούτων αγωγών εκδιδόμεναι αποφάσεις εξώσεως είναι εκτελεσταί δι' ολόκληρον τον μίσθιον χώρον.

2. Αι εκμισθώσεις ακινήτων περί ών η προηγουμένη παράγραφος ενεργούνται επί ποινή ακυρότητος διά δημοπρασίας, διενεργουμένης επιμελεία του εκκαθαριστού, μετά την λήξιν δε της εκκαθαρίσεως υπό του Δημοσίου, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Δ/των. Εις τας δημοπρασίας ταύτας συμμετέχουσι και οι λοιποί συγκύριοι, συννομείς κλπ. ή νόμιμοι αντιπρόσωποί των, καλούμενοι προ δέκα ημερών προ της ενεργείας της αρχικής δημοπρασίας και προ πέντε τουλάχιστον ημερών, προ της ενεργείας επαναληπτικής τοιαύτης υπό του επιμελουμένου της δημοπρασίας, δι' ειδοποιήσεως κοινοποιουμένης αυτοίς υπό δημοσίου οργάνου κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας. Εν περιπτώσει μη εμφανίσεως κατά την ημέραν της δημοπρασίας ενός ή και πάντων των ετέρων συγκυρίων, συννομέων κλπ. ή εν αρνήσει των η δημοπρασία και η εκμίσθωσις ενεργείται και άνευ τούτων. Το μισθωτήριον συμβόλαιον υποχρεωτικόν και δια τους μη εμφανισθέντας, συντάσσεται μετά του εκκαθαριστού και άνευ συμπράξεως αυτών.

Τα βαρύνοντα τους λοιπούς συνεκμισθωτάς τέλη χαρτοσήμου και δικαιώματα συμβολαιογράφου παρακρατούμενα υπό του μισθωτού εκ του αναλογούντος εις αυτούς μέρους του μισθώματος καταβάλλονται υπό τούτου, κατά την σύνταξιν του μισθωτηρίου συμβολαίου.

3. Το Δημόσιον μεριμνά διά την είσπραξιν ολοκλήρου του μισθώματος αποδίδει δε μετά την είσπραξίν του τα εις τους συνιδιοκτήτας αναλογούντα εκ τούτου ποσοστά μετ' αφαίρεσιν των βαρυνουσών αυτούς δαπανών εκκαθαριζομένων δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών.

4. Τα ακίνητα περί ών αι προηγούμεναι παράγραφοι δύνανται να εκμισθώνται και άνευ δημοπρασίας υπό τας εν άρθρ. 94 του παρόντος Νόμου προϋποθέσεις και εφ' όσον συναινούσι προς τούτο συγκύριοι, συννομείς κλπ. κεκτημένοι τουλάχιστον το ήμισυ των επικοίνων ακινήτων.

5. Μισθώσεις των περί ών το παρόν άρθρον ακινήτων γενόμεναι άχρι τούδε παρά τας διά του παρόντος αντικαθιστωμένας διατάξεις θεωρεούνται ως εγκύρως συναφθείσαι".

Σχόλια

Το παρόν άρθρο τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 ΝΔ 520/1941.

 

 

Άρθρο: 29

1. Συντρέχοντος του Δημοσίου εν κληρονομία μετ' άλλων, το Δημόσιον αναλαμβάνει την εκκαθάρισιν της όλης κληρονομίας, ενεργουμένην κατά τας διατάξεις του παρόντος. Εκ του προϊόντος της εκκαθαρίσεως αποδίδεται μετά το πέρας αυτής διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών το εις τους συγκληρονόμους αναλογούν, παρακρατουμένων των βαρυνουσών αυτούς δαπανών εκκαθαρίσεως. Δύναται και προ του πέρατος της εκκαθαρίσεως να διατάσσηται η απόδοσις εις τους συγκληρονόμους του Δημοσίου αυτουσίων αντικειμένων της κληρονομίας ως και μέρους ή και όλου του εις αυτούς αναλογούντος εκ του προϊόντος της εκκαθαρίσεως, εφ' όσον δεν δυσχεραίνεται το έργον της εκκαθαρίσεως, επιτρεπομένης εν περιπτώσει διαφωνίας της προσφυγής εις τα τακτικά δικαστήρια διά την λύσιν της κοινοπραξίας.

2. Ούχ ήττον, δύναται το Δημόσιον να συναινέση κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Σ.Ε.Κλ. και αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών εις την από κοινού εκκαθάρισιν της όλης κληρονομίας, ενεργουμένην κατά τας διατάξεις του κοινού δικαίου ή κατ' άλλον τρόπον οριζόμενον κοινή συναινέσει.

3. Εις τας περιπτώσεις των προηγουμένων παραγράφων οι συγκληρονόμοι δικαιούνται να λαμβάνωσι γνώσιν της καταστάσεως της κληρονομίας και της προόδου των εργασιών της εκκαθαρίσεως αυτής και να υποβάλλωσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών τας επί ταύτης παρατηρήσεις των.

"4. Εν η περιπτώσει εν τη κληρονομία περιλαμβάνονται κινητά ή ακίνητα, ανήκοντα εις τον κληρονομούμενον κατά μερίδιον εξ αδιαιρέτου μετ' άλλων συγκυρίων, η δε αυτουσία διανομή αυτών καθίσταται ανέφικτος, ανεξαρτήτως του λόγου εξ ού δεσπόζονται υπ' αυτών τα τούτων μερίδια το Δημόσιον προβαίνει εις την εκποίησιν του όλου των κινητών ή ακινήτων, ενεργουμένην κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Δ/των. Περί του ανεφίκτου της αυτουσίας διανομής αποφαίνεται ο Υπουργός των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και επί τη βάσει εκθέσεων μηχανικών, γεωμετρών ή γεωπόνων, προκειμένου περί ακινήτων".

"5. Επί της εκποιήσεως των εν τη προηγουμένη παραγράφω κινητών και ακινήτων εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρ. 28, συντρεχούσης δε περιπτώσεως και αι διατάξεις του άρθρ. 94. Εν τω συμβολαίω αγοραπωλησίας συμπράττουσι και οι λοιποί συγκύριοι καλούμενοι προ πέντε τουλάχιστον ημερών υπό του επιμελουμένου της δημοπρασίας ή του εκκαθαριστού της κληρονομίας εις τας περιπτώσεις της άνευ δημοπρασίας εκποιήσεως, δι' ειδοποιήσεως κοινοποιουμένης αυτοίς διά δικαστικού κλητήρος κατά τας διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας. Εν περιπτώσει μη εμφανίσεως ενός ή και πάντων των λοιπών συγκυρίων προς σύνταξιν του συμβολαίου αγοραπωλησίας, τούτο συντάσσεται μετά του αγοραστού και άνευ συμπράξεως αυτών και το εις αυτούς ανήκον μερίδιον μεταβιβάζεται εις τον αγοραστήν επί προηγουμένη καταβολή παρ' αυτού εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων του αναλογούντος εις τους μη εμφανισθέντας συγκυρίους μέρους του τιμήματος, τηρουμένων υπό του αγοραστού και των διατάξεων του περί μεταγραφής Νόμου.

Τα βαρύνοντα τους λοιπούς συγκυρίους τέλη χαρτοσήμου και δικαιώματα συμβολαιογράφου παρακρατούμενα υπό του αγοραστού εκ του αναλογούντος εις αυτούς μέρους του τιμήματος καταβάλλονται υπό τούτου κατά την σύνταξιν του πωλητηρίου συμβολαίου".

Σχόλια
Οι παρ. 4 και 5 προστέθηκαν με το άρθρο 5 Ν.Δ. 520/1941.

 

Άρθρο: 30 - Υποχρεώσεις οφειλετών.

1. Αμφισβητουμένου του κληρονομικού ή κληροδοχικού δικαιώματος του Δημοσίου, πας τρίτος διακάτοχος υφ' οιανδήποτε ιδιότητα κινητών αντικειμένων της κληρονομίας ή κληροδοσίας ή οφειλέτης αυτής ή οφειλέτης μισθωμάτων ή άλλων καρπών κινητών ή ακινήτων της κληρονομίας δεν υποχρεούται να αποδώση τα αντικείμενα ή να καταβάλη το ποσόν της οφειλής εις τον αντίδικον του Δημοσίου, έστω και παρέχοντα ασφάλειαν, αλλ' οφείλει να παρακαταθέση ταύτα εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του δικαιωθησομένου εκ του δικαστικού αγώνος διαδίκου.

2. Επί ανεπιδέκτων παρακαταθέσεως, εν τω Ταμείω Παρακαταθηκών και Δανείων κινητών πραγμάτων χωρεί μεσεγγύησις επί τη αιτήσει του Υπουργού των Οικονομικών ή του εκκαθαριστού. Επί της αιτήσεως αποφαίνεται ο Πρόεδρος Πρωτοδικών της κατοικίας του οφειλέτου κατά την διαδικασίαν των άρθρ. 634 και επόμενα Πολιτ. Δικονομίας, δυνάμενος να διατάξη την παράδοσιν των κινητών εις το Δημόσιον ή εις τρίτον διοριζόμενον διά της αποφάσεώς του ως μεσεγγυούχον ή την παραμονήν αυτών παρά τω οφειλέτη. Ο μεσεγγυούχος ή ο οφειλέτης υπέχουσι τας εν άρθρ. 889 Πολιτ. Δικονομίας υποχρεώσεις.

 

Άρθρο: 31 - Λογοδοσία εκκαθαριστού

1. Μετά το πέρας της εκκαθαρίσεως ο εκκαθαριστής λογοδοτεί ενώπιον του Υπουργού των Οικονομικών προς τον οποίον και υποβάλλει πλήρη έκθεσιν μετά των στοιχείων της παρ' αυτού γενομένης εκκαθαρίσεως και διοικήσεως της περιουσίας κατά τα λεπτομερέστερον διά Β.Δ/τος ορισθησόμενα.

2. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να ζητή και μερικήν λογοδοσίαν παρά του εκκαθαριστού διαρκούσης της εκκαθαρίσεως και εν γένει πάσαν πληροφορίαν περί των αποτελεσμάτων και της πορείας του έργου της εκκαθαρίσεως και να διατάσση έλεγχον προς επαλήθευσιν των στοιχείων της λογοδοσίας.

 

Άρθρο: 32

1. Ο Υπουργός των Οικονομικών λαμβάνων γνώσιν της διαχειρίσεως καταλογίζει εις βάρος του εκκαθαριστού, μη αποκλειομένης και της ποινικής διώξεως αυτού, πάσαν επελθούσαν προφανώς εις την περιουσίαν εκ δόλου ή βαρείας αμελείας ή εκ διαχειρίσεως και διαθέσεως της περιουσίας παρά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ζημίαν, εντόκως, επί τω τόκω υπερημερίας, υπολογιζομένω αφ' ής ως εκ της πράξεως ή παραλείψεως επήλθεν η ζημία εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων του εδαφ. 2 του άρθρ. 26 του από 3/17 Ιουλ. 1933 Δ/τος "περί κωδικοποιήσεως των περί οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ισχυουσών διατάξεων". Ο καταλογισμός γίνεται δι' ητιολογημένης πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών, κοινοποιουμένης εις τον εκκαθαριστήν κατά τας διατάξεις της Πολιτ. Δικονομίας. Εν παραλείψει του εκκαθαριστού προς υποβολήν λογοδοσίας, μετά προηγουμένην προς τούτο πρόσκλησιν, το ποσόν της ζημίας εξακριβούται δι' ελέγχου, διατασσομένου υπό του Υπουργού των Οικονομικών ή εκ παντός άλλου στοιχείου και καταλογίζεται εις τον εκκαθαριστήν δι' ομοίας πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών. "2. Ο καταλογισμός ενεργείται μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν Επιτροπής ελέγχου λογοδοσιών αποτελουμένης εξ:

"α) Εξ ενός Εφέτου, ως Προέδρου.

β) Εξ ενός Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

γ) Εκ του Διευθυντού της Δ/νσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών ή ετέρου ανωτέρου υπαλλήλου επί βαθμώ τουλάχιστον 3ω αρμοδιότητος Γενικής Δ/νσεως Φορολογίας και

δ) Εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου επί βαθμώ τουλάχιστον 4ω του Υπουργείου Κοινωνικής Προνοίας ή του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Η Επιτροπή αύτη εκτός των υπό τών διατάξεων του Α.Ν. 2039/39 ανατιθεμένων αυτή αρμοδιοτήτων, γνωμοδοτεί επίσης και επί των κάτωθι θεμάτων:

1) Εκποιήσεως κινητών και ακινήτων μετά ή άνευ δημοπρασίας, αξίας μέχρι ποσού δραχ. 500.000.

2) Εκμισθώσεως ακινήτων μετά ή άνευ δημοπρασίας, εφ' όσον το μηνιαίον μίσθωμα ανέρχεται μέχρι του ποσού των δραχ. 10.000.

3) Παραιτήσεως από ασφαλειών ή συναινέσεως προς μείωσιν αυτών.

4) Παρατάσεως καταβολής κληροδοτημάτων ή εις δόσεις καταβολής τούτων.

5) Πάσης φύσεως συμβιβασμών και καταργήσεως δικών, εφ' όσον η αξία του αντικειμένου τούτων ανέρχεται μέχρι του ποσού των δραχ. 500.000.

6) Επενδύσεως εν γένει κεφαλαίων μέχρι ποσού 500.000 δραχμών.

7) Καθορισμού αμοιβής εξεταστικών Επιτροπών διαγωνισμών υποτρόφων.

8) Παρατάσεως και αυξήσεως υποτροφιών εν γένει.

9) Οπου, δι' ειδικών νόμων, ορίζεται αρμοδιότης του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων αύτη μετάγεται εις την αρμοδιότητα της Επιτροπής του άρθρ. 32 παρ. 2 Α.Ν. 2039/1939, εφ' όσον κατά τον αναγκαστικόν τούτον νόμον και βάσει της παρούσης αρμοδία τυγχάνει η Επιτροπή αύτη. Χρέη Γραμματέως της Επιτροπής εκτελεί είς των υπαλλήλων της Δ/νσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων.

Τα προς συζήτησιν θέματα εισηγούνται οι Εισηγηταί της Δ/νσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων, ή άλλοι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι".

Τα της λειτουργίας της Επιτροπής δύνανται να καθορίζωνται λεπτομερέστερον δια Β.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών.

3. Κατά των πράξεων καταλογισμού και εντός 30 ημερών από της κοινοποιήσεως αυτών επιτρέπεται το ένδικον μέσον της εφέσεως ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εκδικαζομένης κατά τας περί οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικάς διατάξεις. Η έφεσις και η προς άσκησιν αυτής προθεσμία αναστέλλει την εκτέλεσιν της πράξεως.

4. Παρερχομένης απράκτου της προς άσκησιν εφέσεως προθεσμίας ή εν περιπτώσει ασκήσεως τοιαύτης, μετά την έκδοσιν της αποφάσεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τα καταλογιζόμενα ποσά βεβαιούνται ως έσοδον εκ κληρονομικού δικαιώματος του Δημοσίου και εισπράττονται κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, μη επιτρεπομένης προσφυγής εις τα τακτικά Δικαστήρια.

Σχόλια
Η Επιτροπή Ελέγχου Λογοδοσιών, της οποίας η σύνθεση κλπ. είχε τροποποιηθεί α) με το άρθρ. 6 Ν. 4154/1961 και β) με την παρ. 12 άρθρ. 2ΒΔ 402/1965, συγχωνεύθηκε σε μία ενιαία Επιτροπή με την Επιτροπή Ελέγχου Προϋπολογισμών, Απολογισμών κλπ. Κοινωφελών Ιδρυμάτων και Περιουσιών της παρ. 6 άρθρ. 101 και η σύνθεση κλπ. της ενιαίας Επιτροπής ορίσθηκε με την παρ. 13 άρθρ. 1 της Δ.6741/1967 απόφ. των Αντιπροέδρου Κυβερνήσεως και Υπ. Οικονομικών, όπως αυτή συμπληρώθηκε ως προς την παρ. 13 με την Δ.8479/1967 όμοια, όπως η τελευταία διορθώθηκε με την Δ.10238/1967 όμοια.

 

Άρθρο: 33

Κατά των επί εφέσεων εκδιδομένων αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου επιτρέπεται το ένδικον μέσον της αναθεωρήσεως, διά τους εν άρθρ. 28 του από 3/17 Ιουλ. 1933 Δ/τος "περί κωδικοποιήσεως των περί Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ισχυουσών διατάξεων", αναφερομένους λόγους, ασκουμένης είτε παρά του καταλογισθέντος εκκαθαριστού, είτε παρά του Υπουργού των Οικονομικών, ή του παρά τω Ελεγκτικώ Συνεδρίω Επιτρόπου, εφαρμοζομένων αναλόγως των περί Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων.

 

Άρθρο: 34 - Ποσοστά εκκαθαριστού.

1. Εις τους ενεργούντας την εκκαθάρισιν των περί ών τα προηγούμενα άρθρα περιουσιών χορηγείται αμοιβή εκ του εκκαθαρισθέντος ενεργητικού εκάστης κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς, ήτις εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβή ποσοστόν 5% κατά τα ειδικώτερον διά Β.Δ/τος εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών, καθορισθησόμενα και αναλόγως της συμβολής τούτων εις την εκκαθάρισιν.

"2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον αμοιβή δύναται να παρέχηται δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, και εις τους προ της ισχύος του παρόντος καταδείξαντας περιουσιακά στοιχεία, εφ' όσον η συμβολή του καταδείκτου υπήρξε και κριθή αποφασιστική διά την ανάκτησιν της απολεσθείσης περιουσίας, ως και εις τους από της δημοσιεύσεως του παρόντος και εφεξής καταδεικνύοντας, περιουσιακά στοιχεία περιερχόμενα ή ανήκοντα μετά ή άνευ όρου εις το Δημόσιον, ή εις Νομικά Πρόσωπα ή εις Ιδρύματα προς εκπλήρωσιν κοινωφελών σκοπών, κατά την έννοιαν του άρθρ. 1 του Α.Ν. 2039/1939. Η ως άνω αμοιβή παρέχεται εφ' όσον συντρέχει μία εκ των κάτωθι προϋποθέσεων:

α) εάν τα δικαιούχα ιδρύματα κλπ. δεν είχον λάβει γνώσιν των καταδεικνυομένων περιουσιακών στοιχείων εντός πενταετίας από του θανάτου του διαθέτου ή δωρητού, ή

β) εάν χωρήση αναψηλάφησις ή ανατροπή της τελεσιδίκου αποφάσεως ή του συμβιβασμού συνεπεία ανακαλύψεως και υποδείξεως υπό του καταδείκτου αδικήματος, επιδικασθώσι δε διά τελεσιδίκου αποφάσεως οιουδήποτε δικαστηρίου ή ποινικού βουλεύματος περιουσιακά στοιχεία, εις τους δικαιούχους Δημόσιον ή Νομικά Πρόσωπα ή Ιδρύματα".

"3. Το κατά τ' ανωτέρω δικαίωμα αμοιβής υπόκειται εις την κατά το άρθρ. 24 του παρόντος δεκαετή παραγραφήν από της δημοσιεύσεως του παρόντος Νόμου διά τας προ της ισχύος αυτού περιπτώσεις καταδείξεως και από της περιελεύσεως εις τον δικαιούχον των υποδειχθέντων περιουσιακών στοιχείων διά τας μετά την ισχύν αυτού περιπτώσεις, η αμοιβή καταβάλλεται εκ του εκάστοτε περιερχομένου εις τον δικαιούχον περιουσιακού στοιχείου".

"4. Η εκκαθάρισις της αμοιβής ενεργείται δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνώμην της κατά το άρθρ. 32 Α.Ν. 2039/1939 Επιτροπής".

"5. Της κατά τ' ανωτέρω αμοιβής δεν δικαιούνται οι δημόσιοι πολιτικοί και στρατιωτικοί υπάλληλοι, οίτινες ως εκ της υπηρεσίας των υποχρεούνται εκ των κειμένων διατάξεων να συμβάλλωσιν εις την εξακρίβωσιν των τοιούτων περιουσιακών στοιχείων".

Σχόλια
Οι παράγρ. 2 - 5 προστέθηκαν με το άρθρο 7 Ν. 4154/1961

 

Άρθρο: 35 - Κληρονομίαι, κληροδοσίαι κλπ. υπέρ του Εθνικού Στόλου, Ταμείου Εθνικής Αμύνης και Βασ. Αεροπορίας.

"1. Ολες οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τις κληρονομίες, κληροδοσίες και δωρεές που καταλείπονται στο Ταμείο Αμυνας, στο Ταμείο Εθνικού Στόλου και στο Ταμείο Αεροπορικής Αμυνας, στα οποία και αποδίδεται το προϊόν της καθεμιάς εκκαθάρισης αυτών".

2. Επί ακινήτων, ών δεν κρίνεται επιβεβλημένη, η εκποίησις διά τας ανάγκας της εκκαθαρίσεως, ή ών τα Ταμεία επιθυμούσι την διατήρησίν των, ταύτα δεν εκποιούνται, αλλ' αποδίδονται αυτούσια μετ' απόφασιν του Υπουργού των Οικονομικών.

3. "Μετά την εκκαθάρισιν, την διοίκησιν της κληρονομίας αναλαμβάνουσι τα Ταμεία ταύτα κατά τας διεπούσας αυτά ειδικάς διατάξεις. Η εκμίσθωσις και εκποίησις όμως τωνεντηκληρονομίακλπ.περιλαμβανομένων ακινήτων ενεργείται κατά τας διατάξεις του παρόντος Α. Νόμου, καταργουμένης πάσης αντιθέτου τοιαύτης".

4. (Καταργήθηκε με την παρ. 8 άρθρου 1 Ν. 2386/1996).

Σχόλια
Η παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 34 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 7 Ν. 2386/1996.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΙ, ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΑΙ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΙ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΙΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΣΚΟΠΩΝ

 

Άρθρο: 36 - Περιουσίαι υπαγόμεναι υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου Οικονομικών.

1. Κληρονομίαι, κληροδοσίαι και δωρεαί υπέρ του Κράτους προς εκτέλεσιν εφ' άπαξ ή εφ' ωρισμένην διάρκειαν ή εις το διηνεκές ωρισμένου κρατικού ή άλλου ειδικού σκοπού ή έργου και ών η εκκαθάρισις και η εκτέλεσις δεν ανατίθεται διά της συστατικής πράξεως εις άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα υπάγονται υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών και εκκαθαρίζονται κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εφαρμοζομένων, κατ' αναλογίαν των διατάξεων του προηγουμένου Κεφαλαίου.

2. "Περιουσίαι ών η εκκαθάρισις και διοίκησις εν γένει ανετέθη μεν εις άλλα πρόσωπα, άτινα όμως εξέλιπον πάντα χωρίς να προβλέπηται υπό της οικείας συστατικής πράξεως η αναπλήρωσις αυτών, εκκαθαρίζονται και διοικούνται υπό εκτελεστών, διοριζομένων εις αντικατάστασιν των εκλιπόντων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 86 παρ. 4 του Α.Ν. 2039/1939 ως αύται αντικαθίστανται εν άρθρ. 13 του παρόντος. Το ότι εξέλιπον τα εν τη συστατική πράξει οριζόμενα πρόσωπα χωρίς να προβλέπηται διά ταύτης η αναπλήρωσίς των, κρίνεται υπό του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, κατόπιν προσαγωγής ληξιαρχικής πράξεως θανάτου, άλλως δι' αποφάσεως του Προέδρου Πρωτοδικών της κατοικίας του κληρονομουμένου, επί τη αιτήσει του Υπουργού των Οικονομικών κατά την διαδικασίαν του άρθρ. 634 και επομένων της Πολιτικής Δικονομίας".

3. Κληρονομίαι, κληροδοσίαι και δωρεαί προς το Δημόσιον, ών η εκτέλεσις έχει ανατεθή εις εκάστοτε μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, λόγω της ιδιότητός των ταύτης προς εκπλήρωσιν ωρισμένων Κρατικών σκοπών ή έργων αναγομένων εις την αρμοδιότητά των, δύνανται διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου να υπαχθώσιν υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών. Αι περιουσίαι αύται διατίθενται προς τους υπό της συστατικής πράξεως, ορισθέντας σκοπούς, τη αιτήσει του ορισθέντος εκτελεστού αυτών κρατικού λειτουργού.

"4. Αι περιουσίαι διαλυομένων πάσης φύσεως Σωματείων και Συλλόγων εφ' όσον εν τω Νόμω ή εν τη συστατικη πράξει ή εν τω καταστατικώ δεν ορίζεται άλλως ή εφ' όσον υπό του αρμοδίου οργάνου δεν απεφασίσθη άλλως, υπάγονται εις την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου Οικονομικών κατά τας διατυπώσεις του άρθρ. 46 του παρόντος Α. Νόμου και διατίθενται υπό τούτου προς εκπλήρωσιν του σκοπού του διαλυθέντος Σωματείου ή Συλλόγου, εφ' όσον ούτος είναι κοινωφελής εν τη εννοία του άρθρ. 1 του αυτού Α.Νόμου, άλλως προς εκπλήρωσιν κοινωφελούς σκοπού οριζομένου διά Δ/τος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.".

Σχόλια
Η αληθής έννοια του άρθρου προσδιορίζεται από το άρθρο 16 ΝΔ 2157/1943. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 6 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 37 - Τοποθέτησις κεφαλαίων.

"1. Η ταμειακή διαχείριση των κεφαλαίων από την εκκαθάριση των περιουσιών του προηγούμενου άρθρου ενεργείται από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ή την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό Ιδρυμα. Τα κεφάλαια αυτά και τα πλεονάσματα της διαχείρισής τους, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη, τοποθετούνται ή επενδύονται, μετά από απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, ή της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων, κατά τις διακρίσεις του Οργανισμού του Υπουργείου Οικονομικών, με τους παρακάτω τρόπους: α) Είτε σε έντοκο κατάθεση προθεσμίας ή ταμιευτηρίου στις παραπάνω Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και λοιπά Πιστωτικά Ιδρύματα, β) Είτε σε ακίνητα, γ) Είτε σε ομόλογα ή ομολογίες του Ελληνικού Δημοσίου με ρήτρα εξωτερικού συναλλάγματος ή ευρωπαϊκής νομισματικής μονάδας (ECU) ή ομόλογα δραχμικά ή έντοκα γραμμάτια ή άλλο τίτλο δανεισμού, που εκδίδει το Δημόσιο, δ) Είτε σε μετοχές αναγνωρισμένων τραπεζών, ε) Είτε σε ομολογιακά δάνεια αναγνωρισμένων τραπεζών ή άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, που λειτουργούν στην Ελλάδα, στ) Είτε σε άλλες μορφές δανεισμού και διαχείρισης κεφαλαίων που διατίθενται στην ελληνική αγορά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, εφόσον η τοποθέτηση ή η επένδυσή τους σ' αυτά είναι πλέον προσοδοφόρα και ασφαλής και δεν κωλύεται η εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ή έργου, που ορίζεται στη συστατική πράξη. Κατ' εξαίρεση και με την ίδια διαδικασία, επιτρέπεται η επένδυση σε χρεώγραφα του εξωτερικού, του προϊόντος των κληρουμένων στο άρτιο όμοιων χρεωγράφων, ως και η επένδυση κεφαλαίων και πλεονασμάτων από τη διαχείριση των κεφαλαίων που βρίσκονται στο εξωτερικό, σε άλλα περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό, εφόσον κρίνεται επωφελέστερη και συμφέρουσα η, κατά τον τρόπο αυτόν, αξιοποίησή τους".

2. Δι' αποφάσεωςτου Υπουργού των Οικονομικών εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύνανται να διατίθενται κεφάλαια των ανωτέρω περιουσιών, εφ' όσον δεν παρακωλύεται η εκτέλεσις του σκοπού, επί παροχή πλήρους ασφαλείας, εις έντοκα δάνεια προς Δήμους, Κοινότητας και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου εν γένει, ή φιλανθρωπικά και κοινωφελή Ιδρύματα επί τόκω ουχί μικροτέρω του 5%. Διά της αυτής αποφάσεως ορίζονται οι όροι της χορηγήσεως των δανείων και αι παρασχετέαι εγγυήσεις.

3. Καταθέσεις των περιουσιών τούτων παρά Τραπέζαις, διαρκείς, ή επί προθεσμία, επιτρέπεται όπως αναλαμβάνωνται και προ της λήξεως της προθεσμίας και επενδύονται εις έτερα περιουσιακά στοιχεία κατά τας ανωτέρω διατάξεις.

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 9 Ν. 2386/1996.

 

Άρθρο: 38 - Εκμίσθωση,συντήρησηκαιεκποίησηακινήτων.
1. Η εκμίσθωσις και εκποίησις των ακινήτων ενεργείται διά δημοπρασίας κατά τα ειδικώτερον διά Β.Δ/τος ορισθησόμενα. Ακίνητα προοριζόμενα διά τον ταχθέντα σκοπόν δύνανται να εκμισθώνται προσωρινώς, εφόσον δεν είναι δυνατή η άμεσος εκτέλεσις του σκοπού, κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Σ.Ε.Κλ.

2. Αι διατάξεις του άρθρ. 115 του Δ/τος της 11/12 Νοεμ. 1929 "περί Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων" ως αντεκατεστάθησαν διά του άρθρ. 5 Νόμ. 5895 της 20/31 Οκτ. 1933 "περί εκποίησεως γηπέδων του Δημοσίου εν Ηγουμενίτση άνευ δημοπρασίας και τροποποιήσεως του άρθρ. 115 του από 11/12 Νοεμ. 1929 Δ/τος "περί Διοικήσεως δημοσίων κτημάτων" και συνεπληρώθησαν διά του άρθρ. 20 του Α.Ν. 1540 της 24/29 Δεκ. 1938 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί διοικήσεως των Δημοσίων Κτημάτων νομοθεσίας" εφαρμόζονται αναλόγως και επί ακινήτων καταλειπομένων υπό όρον προς το Δημόσιον, όπου δε εν ταις ανωτέρω διατάξεσιν ορίζεται αρμοδιότης της Διευθύνσεως Δημοσίων Κτημάτων ή των παρ' αυτή Συμβουλίων ή Επιτροπών νοείται ως αρμοδία η Διεύθυνσις Εθνικών Κληροδοτημάτων και το Σ.Ε.Κλ.

Σχόλια
Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 39 - Μετατροπή τοποθετήσεως περιουσιών.

1. Εν περιπτώσει καθ' ήν ο εν τη συστατική πράξει οριζόμενος τρόπος τοποθετήσεως ή επενδύσεως της περιουσίας και των αδιαθέτων αυτής, εισοδημάτων είναι ή κατέστη εκδήλως ασύμφορος επιτρέπεται η κατ' άλλον τρόπον τοποθέτησις και επένδυσις της περιουσίας, πάντως, κατά τα εν άρθρ. 37 οριζόμενα, μετ' απόφασιν του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένην μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., εφ' όσον όμως τούτο δεν απαγορεύεται ρητώς υπό της συστατικής πράξεως.

2. Κεφάλαια και εισοδήματα των περιουσιών τούτων βεβαιούμενα ως εισπρακτέα παρά τοις Δημοσίοις Ταμείοις υπό το οικείον κεφάλαιον και άρθρον του κατά το άρθρ. 47 του παρόντος ειδικού προϋπολογισμού εισπράττονται κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων και κατατίθενται παρ' ή είναι κατατεθειμένη και η λοιπή περιουσία Τραπέζη.

3. Επί χρεών, βαρών και απαιτήσεων κατά της κληρονομίας εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρ. 22,23 και 24 του παρόντος Νόμου, η δε πληρωμή αυτών ενεργείται υπό του εκκαθαριστού ή εκ του κατά το άρθρ. 47 Ειδικού Προϋλογισμού.

 

Άρθρο: 40 - Συμβάσεις μετά Τραπεζών.

Διά συμβάσεων μετά των εν τω άρθρ. 37 αναφερομένων Τραπεζών δύνανται να καθορίζωνται τα του πληρωτέου επί των καταθέσεων τόκου, τα της εισπράξεως και καταθέσεως των ληξάντων τοκομεριδίων και μερισμάτων των χρεωγράφων, τα της εξοφλήσεως των εις το άρτιον ή μετά λαχνού κληρουμένων ομολογιών, τα της πληρωμής των επί της Τραπέζης της Ελλάδος εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων του Υπουργού των Οικονομικών και εν γένει τα της χρηματικής υπηρεσίας των Κληροδοτημάτων.

 

Άρθρο: 41 - Περιουσίαι υπέρ αδήλων ή αορίστων προσώπων ή σκοπών.

Τα χάριν φιλανθρωπικών σκοπών καταλειπόμενα υπέρ αδήλων ή αορίστων προσώπων, εάν η εκτέλεσις εις ουδένα έχει ανατεθή διά της συστατικής πράξεως, θεωρούνται ως καταλειφθέντα υπέρ του Δημοσίου. Αι περιουσίαι αύται υπαγόμεναι υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργού των Οικονομικών κατά τα εν άρθρ. 46 παρ. 1 οριζόμενα εκκαθαρίζονται κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και διατίθενται δι' όν σκοπόν αφωρίσθησαν.

 

Άρθρο: 42

1. Οσάκις περιουσιακά στοιχεία πάσης φύσεως υπάρχουσι κατατεθειμένα παρά Τραπέζαις ή άλλοις πιστωτικοίς ιδρύμασιν ή νομικοίς ή φυσικοίς προσώποις, υπό τίτλον υποδηλούντα μεν την διάθεσιν αυτών προς κοινωφελείς σκοπούς, μη δυναμένους όμως να καθορισθώσιν επακριβώς ή να εκτελεσθώσι λόγω ατελείας του τίτλου της καταθέσεως ή απωλείας της συστηματικής πράξεως, θεωρούνται ταύτα ως καταλειφθέντα εις το Δημόσιον, υπό τον όρον της εκτελέσεως κοινωφελούς σκοπού οριζομένου δι' ειδικού Νόμου, μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

2. Η ατέλεια του τίτλου της καταθέσεως ή η απώλεια της συστατικής πράξεως και η εντεύθεν αδυναμία εκτελέσεως του σκοπού βεβαιούται δι' αποφάσεως του Πρωτοδικείου εις την περιφέρειαν του οποίου υφίσταται η κατάθεσις. Η απόφασις εκδίδεται κατά την επ' αναφορά διαδικασίαν επί τη αιτήσει του Υπουργού των Οικονομικών, κοινοποιουμένη και προς την παρ' ή υφίσταται η κατάθεσις Τράπεζαν ή άλλο πιστωτικόν ίδρυμα ή νομικόν ή φυσικόν πρόσωπον.

3. Περίληψις της εκδιδομένης αποφάσεως, περιέχουσα τον αριθμόν και την χρονολογίαν της αποφάσεως, το Δικαστήριον παρ' ού εξεδόθη, τα ονόματα και κατοικίας των διαδίκων και το διατακτικόν αυτής δημοσιεύεται επιμελεία του Υπουργού των Οικονομικών εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως και εν δυσίν ημερησίαις εφημερίσι της Πρωτευούσης. Εντός τριμήνου από της χρονολογίας του φύλλου της εφημερίδος, του περιέχοντος την τελευταίαν των τριών της περιλήψεως δημοσίευσιν, επιτρέπεται τριατανακοπή κατά της αποφάσεως εκ μέρους τρίτων, εχόντων έννομον συμφέρον, παρερχομένης δε απράκτου της προθεσμίας ταύτης η εκδιδομένη απόφασις ισχύει ως δεδικασμένον έναντι παντός τρίτου.

 

Άρθρο: 43 - Κληρονομίαι, κληροδοσίαι και δωρεαί υπέρ εκλιπουσών Ελληνικών Κοινοτήτων και ανταλλαξίμων νομικών προσώπων.

1. Κληρονομίαι, κληροδοσίαι ή δωρεαί προς εκτέλεσιν κοινωφελών σκοπών, ών την διοίκησιν και διαχειρίσιν είχον οπωσδήποτε αι δυνάμει των συμβάσεων περί ανταλλαγής των Ελληνοτουρκικών πληθυσμών εκλιπούσαι Ελληνικαί Κοινότητες, Μοναί, Εκκλησίαι, Σχολαί, Νοσοκομεία και πάσης φύσεως νομικά ή φυσικά πρόσωπα, ιδρύματα και οργανισμοί κοινής ωφελείας υπάγονται υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργού των Οικονομικών και διατίθενται διά την εκτέλεσιν των υπό της συστατικής πράξεως οριζομένων σκοπών. Εάν οι υπό της συστατικής πράξεως οριζόμενοι σκοποί κατέστησαν απολύτως απραγματοποίητοι αι περιουσίαι αύται διατίθενται δι' ειδικών Νόμων υπέρ παρεμφερών σκοπών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και του Διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου ανταλλαξίμων κοινοτικών και κοινωφελών περιουσιών. Εις τας διατάξεις της παρούσης παραγράφου υπάγονται και περιουσίαι περί ών το εδάφ. β' του άρθρ. 6 του Νόμ. 4717 της 13/16 Μαΐου 1930 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των Νόμ. 3471 και 4354" εφ' όσον αύται ετάχθησαν προς εκτέλεσιν κοινωφελών σκοπών.

2. Η εξακρίβωσις και συγκέντρωσις των περιουσιών της προηγουμένης παραγράφου ενεργείται κατά τας διατάξεις των Νόμ. 3471 της 30 Μαρτ./7 Απρ. 1928, 4354 της 9/21 Αυγ. 1929 και 4717 της 13/16 Μαΐου 1930" περί συστάσεως ταμείου ανταλλαξίμων κοινοτικών και κοινωφελών περιουσιών", των παρ' οίες εύρηνται αι περιουσίαι αύται φυσικών και νομικών προσώπων υπεχόντων τας εν τοις Νόμοις τούτοις οριζομένας υποχρεώσεις και ευθύνας. Ο Υπουργός των Οικονομικών υποκαθίσταται εις πάντα τα κατά τους ανωτέρω Νόμους δικαιώματα του Ταμείου Ανταλλαξίμων όσον αφορά την διεκδίκησιν και εκπροσώπησιν των περιουσιών τούτων.

3. Περιουσίαι καταλειφθείσαι υπέρ των εν τη παρ. 1 νομικών προσώπων και οργανισμών εις ενίσχυσιν της περιουσίας και του προορισμού των, άνευ μνείας ειδικωτέρων σκοπών, παραμένουσιν εις το Ταμείον Ανταλλαξίμων κοινοτικών και κοινωφελών περιουσιών, διοικούμεναι και διαχειριζόμεναι παρ' αυτού κατά τον Νόμ. 3471 ως ετροποποίηθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως.

 

Άρθρο: 44 - Περιουσίαι εκλιπουσών Ελληνικών Κοινοτήτων και κοινωφελών ιδρυμάτων αλλοδαπής.

1. Περιουσιακά στοιχεία ευρισκόμενα υπό οιονδήποτε τύπον εις χείρας Ελληνικών Πιστωτικών ιδρυμάτων, εμπορικών οίκων, ή Ελλήνων ιδιωτών, ανήκοντα δε εξ οιασδήποτε αιτίας εις Ελληνικάς Κοινότητας, Συλλόγους Σωματαεία, ή Φιλανθρωπικά ή εκπαιδευτικά και παντός είδους κοινωφελή ιδρύματα της αλλοδαπής άτινα έπαυσαν υφιστάμενα εξ οιουδήποτε λόγου, περιέρχονται εις την κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, εκτός εάν κατά την συστατικήν πράρξιν προβλέπωνται άλλως τα της τύχης της περιουσίας. Οι Πρόξενοι υποχρεούνται να ανακοινώσιν αμελλητί εις τα Υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομικών πάσαν επελθούσαν διάλυσιν ιδρυμάτων, Σωματείων κλπ. της περιφερείας των και να παρέχωσι πληροφοσίας περί των πάσης φύσεως καταθέσεων αυτών.

2. Η διαχείρισις των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων ανήκει εις το Υπουργείον των Οικονομικών το οποίον και διαθέτει μόνον τας προόδους αυτών κατόπιν αποφάσεως της παρά τω Υπουργείω Εξωτερικών υφισταμένης Επιτροπής ευαγών σκοπών. Τα διατιθέμενα ποσά δεν δύνανται να υπερβαίνωσι τα ετήσια τακτικά έσοδα των περιουσιών τούτων.

3. Το Υπουργείον των Εξωτερικών θέλει προσδιορίζει εκάστοτε ποίαι είναι αι εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου αναφερόμεναι Ελληνικαί Κοινότητες, Φιλανθρωπικά, εκπαιδευτικά και παντός είδους κοινωφελή ιδρύματα της αλλοδαπής, άτινα έπαυσαν υφιστάμενα εξ οιουδήποτε λόγου, ως και ποία τα ανήκοντα αυτοίς περιουσιακά στοιχεία εκ των επ' ονόματι είτε αυτών, είτε φυσικών προσώπων υφισταμένων καταθέσεων.

4. Η παρά τω Υπουργείω των Εξωτερικών Επιτροπή ευαγών σκοπών, εις ήν απόκειται να λαμβάνη αποφάσεις περί των προσόδων των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων διαθέτει ταύτας υπέρ σκοπών παρεμφερών προς τους υπό του διαθέτου ή δωρητού ορισθέντας και εχόντων σχέσιν προς τον τόπον της καταγωγής του διαθέτου ή δωρητού.

5. Περιουσίαι των εν παρ. 1 του παρόντος προσώπων προοριζόμεναι διά κοινωφελείς σκοπούς εκτελεστέους εντός των νύν ορίων της Ελληνικής Επικρατείας διατίθενται υπό του Υπουργείου Οικονομικών προς εκτέλεσιν των υπό των συστατικών πράξεων οριζομένων σκοπών.

6. Τα έσοδα των κληροδοτημάτων, περί ών η παρ. 1, εξαιρέσει των της παρ. 5, αναγράφονται εις ειδικόν προϋπολογισμόν συντασσόμενον καθ' έκαστον οικονομικόν έτος υπό της Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και κυρούμενον διά κοινής πράξεως των Υπουργών Εξωτερικών και Οικονομικών.

 

Άρθρο: 45 - Απαλλαγή ευθύνης πιστωτικών Ιδρυμάτων.

Πιστωτικά ιδρύματα, εμπορικοί οίκοι, Νομικά πρόσωπα Δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή φυσικά τοιαύτα, παρ' οίς εύρηνται οπωσδήποτε περιουσίαι περί ών τα άρθρ. 42-44 υποχρεούνται να θέτωσι ταύτας εις την διάθεσιν του Υπουργείου των Οικονομικών απαλλασσόμενα διά την τοιαύτην διάθεσιν πάσης ευθύνης απέναντι τρίτων, αναλαμβανομένης υπό του Δημοσίου.

 

Άρθρο: 46 - Τρόπος υπαγωγής υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών.

1. Η υπαγωγή υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών περιουσιών, περί ών τα άρθρ. 36,41,42,43,44 παρ. 5 του παρόντος ενεργείται διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

2. Ο Υπουργός των Οικονομικών εκπροσωπεί τας περιουσίας περί ών η προηγουμένη παράγραφος ως και τας εν παρ. 1 του άρθρ. 44 αναφερομένας, διά πάσαν σχέσιν πηγάζουσαν εκ της διαχειρίσεως αυτών.

3. Δια Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού δύνανται να ορίζωνται αι λεπτομέρειαι της διοικήσεως και διαχειρίσεως των περιουσιών τούτων ως και του τρόπου εκτελέσεως των σκοπών αυτών.

 

Άρθρο: 47 - Ειδικός προϋπολογισμός Εθνικών κληροδοτημάτων.

1. Τα έσοδα και έξοδα των υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικώνλ, κληρονομιών, κληροδοσιών, δωρεών και εν γένει περιουσιών, περί ών τα άρθρ. 36,41,42,43 και 44 παρ. 5 του παρόντος αναγράφονται εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν των Εθνικών Κληροδοτημάτων, όστις αποτελών παράρτημα του Γενικού προϋπολογισμού του Κράτους συνυποβάλλεται και κυρούται μετ' αυτού.

2. Εσοδα του προϋπολογισμού τούτου είναι τα κατά την διάρκειαν του Οικον. έτους, εις ό αναφέρεται ο προϋπολογισμός, εισπραττόμενα ως και τα μεταφερόμενα εκ των παγίων ή διαθεσίμων κεφαλαίων.

3. Εξοδα του προϋπολογισμού είναι αι κατά την διάρκειαν του οικον. έτους, εις ό αναφέρεται ο προϋπολογισμός, πραγματοποιούμεναι υποχρεώσεις προς εκτέλεσιν του σκοπού, δι' όν προορίζεται εκάστη περιουσία, προς εκτέλεσιν έργων, συντήρησιν ακινήτων, διά δικαστικάς δαπάνας, ασφάλιστρα, δι' ενέργειαν προμηθειών και εν γένει διά την διοίκησιν και διαχείρισιν ταύτης.

4. Τα έσοδα και έξοδα εν τω ειδικώ τούτω προϋπολογισμώ αναγράφονται κεχωρισμένως δι' εκάστην περιουσίαν και υπό κεφάλαια και άρθρα.

5. Ο ειδικός απολογισμός συντάσσεται καθ' όν τρόπον και ο προϋπολογισμός, εμφανίζει δε τα βεβαιωθέντα εν γένει έσοδα, τας αναληφθείσας υποχρεώσεις ως και τας έναντι τούτων πραγματοποιηθείσας εισπράξεις και πληρωμάς.

6. Ο απολογισμός συντάσσεται παρά της Διευθύνσεως των Εθνικών Κληροδοτημάτων επί τη βάσει των παρ' αυτή τηρουμένων λογιστικών βιβλίων και αποστέλλεται εις την Γενικήν Διεύθυνσιν Δημοσίου Λογιστικού προ της 15 Μαΐου εκάστου έτους. Ο απολογισμός αποτελών επίσης παράρτημα του Γενικού Απολογισμού του Κράτους συνυποβάλλεται και κυρούται μετ' αυτού.

7. Μετά του απολογισμού εκάστου έτους συντάσσεται και Ισολογισμός εμφαίνων αναλυτικώς την περιουσιακήν κατάστασιν (απαιτήσεις, κινητήν και ακίνητον περιουσίαν, υποχρεώσεις, κεφάλαια πάγια και διαθέσιμα κλπ.) εκάστου κληροδοτήματος.

 

Άρθρο: 48 - Εκτέλεσις κοινωφελών σκοπών και έργων.

Οσάκις διά την επιτέλεσιν κοινωφελούς τινος σκοπού εκ μέρους του Δημοσίου καθίσταται αναγκαία η εκτέλεσις έργου αύτη ενεργείται διά μειοδοτικού διαγωνισμού κατά τας σχετικάς διατάξεις περί εκτελέσεως Δημοσίων Εργων ή κατά τας ειδικάς τοιαύτας τας εφαρμοζομένας επί εκτελέσεως έργων υπό του αρμοδίου ως εκ του σκοπού Υπουργείου, και εις βάρος του ειδικού κεφαλαίου και άρθρου του προϋπολογισμού των Εθνικών Κληροδοτημάτων.

 

Άρθρο: 49

1. Η εκτέλεσις του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ανήκει εις το ως εκ του σκοπού αρμόδιον Υπουργείον. Τα προς εκτέλεσιν εφ' άπαξ κοινωφελών έργων αναγκαία χρηματικά ποσά αποδίδονται εις τα οικεία Υπουργεία διά της εκδόσεως ενταλμάτων εις βάρος του ειδικού προϋπολογισμού των Εθνικών Κληροδοτημάτων και υπέρ του οικείου Υπουργείου. Καθ' όμοιον τρόπον αποδίδεται εις τον κατά το άρθρ. 129 ειδικόν λογαριασμόν γενικών δαπανών διοικήσεως η υπ' αυτού επιβαλλομένη παρακράτησις εκ των εσόδων εκάστου κληροδοτήματος.

2. Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως περί της αρμοδιότητος Υπουργείου τινος προς εκτέλεσιν του σκοπού και διάθεσιν του εκκαθαρισθέντος κεφαλαίου ή του εισοδήματος αυτού, αποφαίνεται το Υπουργικόν Συμβούλιον, τη εισηγήσει του Υπουργού των Οικονομικών, μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Κατά τον αυτόν τρόπον επιλύεται και πάσα άλλη αμφισβήτησις και διαφωνία μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών και των άλλων Υπουργείων προκύπτουσα εκ της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

 

Άρθρο: 50

Η εκτέλεσις του κοινωφελούς σκοπού δύναται κοινή αποφάσει του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου Υπουργού, να άρξηται και προ της λήξεως της εκκαθαρίσεως, εφ' όσον εκ της ενάρξεως ταύτης δεν παρακωλύεται το έργον της εκκαθαρίσεως.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΥΠΟΤΡΟΦΙΑΙ ΕΚ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΩΝ, ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΩΡΕΩΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΜΕΣΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΙΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

Άρθρο: 51 - Διαγωνισμοί.

1. Ουδείς διορίζεται υπότροφος εις βάρος κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών τελουσών υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών άνευ προηγουμένου διαγωνισμού, εκτός εάν ο τρόπος εκλογής άλλως ορίζεται διά της συστατικής πράξεως. Υποτροφίαι εις μαθητάς της α' και β' τάξεως των Δημοτικών Σχολείων δεν παρέχονται, εκτός εάν άλλως ώρισται διά της συστατικής πράξεως.

"2. Οι διαγωνισμοί ενεργούνται κατόπιν κοινής προκήρυξης του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου από το σκοπό υπουργού, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του διαγωνισμού δύο φορές σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες, που εκδίδονται στην Αθήνα."

"3. Εξαιρετικώς δύναται και όταν διά της διαθήκης ή της συστατικής πράξεως δεν ορίζεται ειδικώτερον ο τρόπος της εκλογής των υποτρόφων να παραλείπεται η ενέργεια διαγωνισμού, οσάκις ως εκ του χαρακτήρος του κληροδοτήματος ή ένεκεν εξαιρετικών λόγων ή ειδικών όρων της διαθήκης ή της συστατικής πράξεως καθίσταται ενέφικτος, δυσχερής ή εξαιρετικώς δαπανηρά δια το κληροδότημα η ενέργεια διαγωνισμού.

Εν τοιαύτη περιπτώσει η εκλογή των υποτρόφων ενεργείται κατά τον υπό ειδικού οργανισμού προβλεπόμενον τρόπον, εγκρινομένου διά Β.Δ/τος εκδιδομένου τη προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

Αι διατάξεις της παραγράφου ταύτης εφαρμόζονται και επί υποτροφιών παρεχομένων εκ κληροδοσιών και δωρεών διαχειριζομένων και υπό άλλων εκτός του Κράτους νομικών ή φυσικών προσώπων".

Σχόλια
Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 2 ΑΝ 2849/1941. Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 10 Ν. 2386/1996.

Άρθρο: 52

Τα πρακτικά των διαγωνισμών κυρούνται διά κοινής αποφάσεως των προκηρυξάντων τον διαγωνισμόν Υπουργών μετά ητιολογημένην γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., δυναμένων να ακυρώσωσιν ή τροποποιήσωσι ταύτα εν όλω ως προς πάντας τους υποψηφίους ή εν μέρει ως προς τινάς εξ αυτών, εάν ο διαγωνισμός δεν εγένετο συμφώνως προς την συστατικήν πράξιν ή τους κειμένους Νόμους. Περίληψις της κατά τα ανωτέρω εγκριτικής ή τροποποιητικής αποφάσεως των δύο Υπουργών, δι' ής διορίζονται ως υπότροφοι οι επιτυχόντες εν τω διαγωνισμώ, δημοσιεύεται εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως.

 

Άρθρο: 53

1. Προς συμμετοχήν εις διαγωνισμούς προς χορήγησιν υποτροφιών εκ κληροδοτημάτων απαιτείται πιστοποιητικόν του Υπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας περί των Κοινωνικών φρονημάτων του διαγωνισθησομένου. Ομοιον, πιστοποιητικόν απαιτείται και εις την περίπτωσιν του διορισμού των υποτρόφων άνευ διαγωνισμού κατά τας διατάξεις της συστατικής πράξεως.

2. Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου ορίζονται τα του τόπου και τρόπου ενεργείας των διαγωνισμών, τα της υποβολής και εκδικάσεως ενστάσεων κατά του κύρους αυτών, τα της εγκρίσεως και ακυρώσεως αυτών, τα προσόντα των διαγωνιζομένων, εφ' όσον ταύτα δεν καθορίζονται διά της συστατικής πράξεως, τα της συγκροτήσεως εξεταστικών επιτροπών και τα εξεταζόμενα μαθήματα, τα του τρόπου καταβολής των υποτροφιών εις τους υποτρόφους, τα των υποχρεώσεων των διευθυντών των εκπαιδευτηρίων εν γένει, εις ά φοιτώσιν υπότροφοι, τα της καταρτίσεως και τηρήσεως μητρώου υποτρόφων υπό του Υπουργείου Οικονομικών και πάσα άλλη λεπτομέρεια.

3. Αι αμοιβαί των Εξεταστικών Επιτροπών και του γραμματέως βαρύνουσαι την κληρονομίαν, κληροδοσίαν ή δωρεάν εις βάρος της οποίας προκηρύσσεται ο διαγωνισμός, καθορίζονται εκάστοτε δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κ., μή ισχυόντων ως προς αυτάς των περιορισμών του άρθρ. 1 του υπ' αριθ. 292 της 30/31 Οκτ. 1936 Α.Νόμου "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του υπ' αριθ. 120 Α.Ν. της 17 Σεπτ. 1936 "περί θέσεως εις διαθεσιμότητα δημοσίων λειτουργών κλπ.", ως τροποποιηθέν αντεκατεστάθη διά του άρθρ. 1 του υπ' αριθ. 1294 της 18/27 Απρ. 1938 Α.Νόμου "περί των προσθέτων απολαυών των εμμίσθων δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών εν γένει".

 

Άρθρο: 54 - Ποσόν υποτροφίας.

1. Η μηνιαία υποτροφία εφ' όσον δεν ώρισται άλλως εν τη συστατική πράξει, ορίζεται:

α) Γι΄αυτούς που σπουδάζουν στην αλλοδαπή, μέχρι του ποσού δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ,

β) Γι΄αυτούς που φοιτούν στα Πανεπιστήμια και λοιπές ανώτατες σχολές της ημεδαπής: 1. Για βασικές σπουδές μέχρι του ποσού τετρακοσίων (400) ευρώ, 2. Για μεταπτυχιακές σπουδές μέχρι ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ,

γ) Για τους αλλοδαπούς υποτρόφους που συνεχίζουν τις σπουδές τους στην Ελλάδα, μέχρι ποσού χιλίων (1.000) ευρώ,

δ) Γι΄αυτούς που φοιτούν στις Ανώτερες Σχολές της Χώρας μέχρι ποσού τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ,

ε) Γι΄αυτούς που φοιτούν στις Σχολές Μέσης Εκπαίδευσης και τις εξομοιούμενες με αυτές τεχνικές επαγγελματικές γεωργικές και λοιπές εν γένει πρακτικές σχολές, μέχρι ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ,

στ) Γι αυτούς που φοιτούν σε πλήρη Ωδεία μέχρι ποσού διακοσίων (200) ευρώ,

ζ) Γι΄αυτούς που φοιτούν σε Δημοτικά Σχολεία, μέχρι του ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Σημείωση: τα ανωτέρω ποσά χορηγούνται μετά από έγκρισή μας και εφόσον τα ετήσια έσοδα των οικείων κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών επαρκούν για την εκτέλεση όλων των υποτροφιών που ορίζονται από τις συστατικές πράξεις και δεν υπερβαίνουν, όσον αφορά τις υποτροφίες της αλλοδαπής, τα από τη Νομισματική Επιτροπή καθοριζόμενα κάθε φορά ανώτατα όρια.

2. Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών μετά ητιολογημένην σύμφωνον γνώμην του Σ.Ε.Κλ. δύνανται να αυξάνωνται τα ανωτέρω όρια. Ομοίως διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών, μετά ητιολογημένην σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύνανται να αυξάνωνται τα εν ταις συστατικαίς πράξεσιν οριζόμενα ποσά υποτροφιών μέχρι των ανωτέρω ανωτάτων ορίων, εφ' όσον ταύτα είναι καταδήλως ανεπαρκή ένεκα ουσιώδους μεταβολής των οικονομικών συνθηκών και υφίσταται επάρκεια των εσόδων της περιουσίας και αναλόγως προς την μεταβολήν των οικονομικών τούτων συνθηκών.

"3. Εάν εν τη συστατική πράξει ωρίσθη ο αριθμός των υποτρόφων και μετά την παροχήν εις αυτούς της υποτροφίας παραμένωσι περισσεύματα, δύναται διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. να αυξάνηται ο αριθμός των υποτρόφων αναλόγως προς την επάρκειαν των εσόδων της περιουσίας".

Σχόλια
Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 8 ΝΔ 520/1941. Τα ποσά των ανωτάτων ορίων των υποτροφιών της παρ. 1 ορίσθηκαν με τα ΒΔ 30 Ιουν./20 Ιουλ. 1954, 17/29 Ιαν. 1957 και 25 Σεπτ./26 Οκτ. 1957. Τα ποσά της παρ.1 τίθενται όπως αναπροσαρμόστηκαν με την ΚΥΑ 101532/7308/Β0011/20-12-2002.

Σημείωση: τα ανωτέρω όρια των μηνιαίων υποτροφιών χορηγούνται από τα έσοδα κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών, υπέρ κοινωφελών σκοπών, που εκτελούνται από πρόσωπα άλλα πλην του Κράτους, ως και εκείνων που τελούν υπό την άμεση διαχείρηση του Υπουργείου Οικονομικών.

 

 

Άρθρο: 55 - Διάρκεια και έναρξη υποτροφιών.

"1. Η διάρκεια των υποτροφιών ορίζεται για υποτρόφους βασικών σπουδών μέχρι τη λήξη των κανονικών τους σπουδών στις σχολές που φοιτούν και για υποτρόφους μεταπτυχιακών σπουδών μέχρι δύο χρόνια, που μπορεί να παραταθούν μέχρι δύο ακόμη χρόνια. Για την παράταση αυτή των μεταπτυχιακών σπουδών απαιτείται, μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου, απόφαση της διαχειριστικής επιτροπής της κοινωφελούς περιουσίας και πρόταση του αρμόδιου νομάρχη.

Στη συνέχεια εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων.

2. Η καταβολή της υποτροφίας, γι' αυτούς που σπουδάζουν στην αλλοδαπή, αρχίζει από την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους ή του εξαμήνου, εφόσον η έναρξη του ακαδημαϊκού έτους ή του εξαμήνου έπεται της άφιξής τους στην αλλοδαπή, διαφορετικά από την άφιξή τους στην αλλοδαπή, με πρώτη εφαρμογή από το ακαδημαϊκό έτος 1985-1986.

Για αυτούς που σπουδάζουν στη ημεδαπή, η καταβολή της υποτροφίας αρχίζει από την έναρξη του σχολικού ή ακαδημαϊκού έτους ή εξαμήνου, στο οποίο αναφέρεται η υποτροφία.

"Σε καμία περίπτωση όμως δεν χορηγείται υποτροφία για χρονικό διάστημα πριν από την έναρξη του σχολικού ή ακαδημαϊκού έτους, για το οποίο προκηρύχθηκε η υποτροφία."

Για αυτούς που σπουδάζουν στην αλλοδαπή καταβάλλονται και τα έξοδα μετάβασης και επιστροφής. Το ποσό των υποτροφιών καθώς και των εξόδων θα καθορίζονται στην απόφαση του διορισμού τους.

3. Σε περίπτωση, κατά την οποία θα διακοπούν οι σπουδές του υποτρόφου στην αλλοδαπή από λόγους ανώτερης βίας, μπορούν να συνεχισθούν στην ημεδαπή με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που θα εκδίδεται μετα από πρόταση του αρμόδιου νομάρχη και ύστερα από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, περιοριζομένου όμως, στην περίπτωση αυτή, του ποσού της υποτροφίας του".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο και ο τίτλος του, τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρου 10 Ν. 1583/1985(Φ.Ε.Κ. 222/31-12-1985 τ.Α΄). Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 11 Ν. 2386/1996.

 

 

 

Άρθρο: 56 - Συμβάσεις μετά υποτρόφων.

Αμα τη κοινοποιήσει του διορισμού οι υπότροφοι ή η νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών εν περιπτώσει ανηλικότητός των οφείλουσι να συνάψωσι μετά του Διευθυντού των Εθνικών Κληροδοτημάτων, ως εκπροσώπου του Υπουργού των Οικονομικών ή του ειδικώς οριζομένου αντιπροσώπου του, συμβόλαιον εφ' απλού χάρτου περιλαμβάνον, πλην των άλλων και τους εξής όρους.

α) Οτι οι εις την αλλοδαπήν αποστελλόμενοι οφείλουσι να σπουδάζωσιν αποκλειστικώς την επιστήμην ή τέχνην διά την σπουδήν της οποίας απεστάλησαν, να λαμβάνωσιν επίσημα πιστοποιητικά των σπουδών των, κεκυρωμένα υπό των οικείων Προξενικών Αρχών, άτινα υποβάλλουσιν εις το αρμόδιον Υπουργείον και το Υπουργείον Οικονομικών, τακτικώς καθ' εξαμημίαν. Οι εν τη ημεδαπή σπουδάζοντες υποβάλλουσιν εις το αρμόδιον Υπουργείον και το Υπουργείον των Οικονομικών τας κατά Νόμον υπό των εν οίς σπουδάζουσι σχολείων χορηγουμένας πιστοποιήσεις τακτικής φοιτήσεως και ευδοκίμου σπουδής.

β) Οτι οι υπότροφοι υποχρεούνται εις τας κατωτέρω μνημονευομένας περιπτώσεις, εάν κληθώσιν υπό της Πολιτείας εντός έτους από της λήξεως της υποτροφίας των να υπηρετήσωσιν επί πενταετίαν εις δημοσίαν υπηρεσίαν αντίστοιχον με τον κλάδον των σπουδών των επί ταις κεκανονισμέναις αποδοχαίας, εκτός εάν της υποχρεώσεως ταύτης ρητώς απαλλάσσωνται διά της συστατικής πράξεως. Η υποχρέωσις αύτη ισχύει αα) διά τους εν τη ημεδαπή υποτρόφους εφ' όσον η υποτροφία παρεσχέθη διά σπουδάς διαστήματος τεσσάρων ετών εις το Πανεπιστήμιον ή άλλην ισότιμον Σχολήν, ββ) διά τους εν τη αλλοδαπή σπουδάζοντας εφ' όσον η υποτροφία διήρκησεν υπέρ τα πλήρη δύο έτη και γγ) διά τους εκ των υποτρόφων δημοσίους υπαλλήλους, ασχέτως χρόνου σπουδών, εφ' όσον η υποτροφία τοις παρεσχέθη λόγω της ιδιότητος των ως δημοσίων υπαλλήλων. Εις περίπτωσιν καθ' ήν δεν προσέλθωσιν ή αρνηθώσιν οι κληθέντες να αναλάβωσι το Δημόσιον λειτούργημα υπότροφοι υποχρεούνται ούτοι ή εν περιπτώσει ανηλικότητός των οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών να επιστρέψωσιν εις την εις βάρος της οποίας εσπούδασαν ως υπότροφοι κληρονομίαν, κληροδοσίαν ή δωρεάν πάντα τα παρ' αυτών ληφθέντα μετά των τόκων από της ημέρας της προσκλήσεώς των.

γ) ότι εν περιπτώσει διακοπής της υποτροφίας ή μειώσεως της ορισθείσης χορηγίας κατά τας διατάξεις του παρόντος ουδέν δικαίωμα αποζημιώσεως υπέρ του υποτρόφου γεννάται,

δ) ότι δι' οιονδήποτε παράβασιν των διατάξεων του Νόμου ως και των όρων του συμβολαίου συνεπαγομένην κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου και των άρθρ. 58 και 60 επιστροφήν των δαπανών, υποχρεούνται οι υπότροφοι ή εν περιπτώσει ανηλικότητός των οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών να επιστρέψωσιν εις την εξ ής η υποτροφία κληρονομίαν, κληροδοσίαν ή δωρεάν, τας γενομένας μέχρι της ημέρας της διακοπής των σπουδών των δαπάνας, εφαρομοζομένων διά την είσπραξιν αυτών των διατάξεων του Νόμου "περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων". Την περί του επιστρεπτέου ποσού απόφασιν εκδίδει ο Υπουργός των Οικονομικών, εφαρμοζομένων και εν προκειμένω των διατάξεων των άρθρ. 32 και 33 του παρόντος.

 

Άρθρο: 57 - Διακοπή υποτροφίας.

1. Εάν η εν ταις σπουδαίς επίδοσις υποτρόφου τινός δεν είναι ικανοποιητική, και ιδία εάν ούτος δεν ήθελεν υποστή επιτυχώς τας άς υποχρεούται να υποστή εξετάσεις εις το τέλος εκάστου έτους των σπουδών του ή εντός του πρώτου εξαμήνου του επομένου έτους ή εάν ασθένειά τις ανίατος ή παρατεταμένη παρακωλύη την εξακολούθησιν αυτών, ο Υπουργός των Οικονομικών, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. διακόπτει την υποτροφίαν και ανακαλεί τον υπότροφον, καταβαλλομένων αυτώ μόνον των εξόδων της εις Ελλάδα επανόδου, προκειμένου περί σπουδάζοντος εν αλλοδαπή.

2. Οι εις ιδιωτικά σχολεία Μέσης Εκπαιδεύσεως φοιτώντες υπότροφοι δεν δικαιούνται περαιτέρω υποτροφίας, εφ' όσον μετά την λήξιν εκάστου σχολικού έτους δεν εκρίθησαν υπό της εξεταστικής Επιτροπής των εξ ιδιωτικών σχολείων μαθητών, κατατακτέοι εις την αμέσως ανωτέραν τάξιν.

 

Άρθρο: 58

Διακοπή ωσαύτως της υποτροφίας κατά τα εν τη παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου οριζόμενα επέρχεται ένεκα αποδεδειγμένης κακής διαγωγής του υποτρόφου ή παραβάσεως των Νόμων περί προστασίας του κοινωνικού καθεστώτος, πιστοποιουμένης ιδία υπό του Διευθυντού του οικείου σχολείου ή της οικείας Αρχής, διά δε τους εν τη αλλοδαπή σπουδάζοντας και υπό της αρμοδίας Προξενικής Αρχής. Εν διακοπή της υποτροφίας εκ του ανωτέρω αναφερομένου λόγου εφαρμόζεται η διάταξις του άρθρ. 56 περί επιστροφής των μέχρι της διακοπής διά τας σπουδάς αυτού δαπανηθέντων.

 

Άρθρο: 59

1. Η υποτροφία δύναται επίσης διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. να διακοπή, εάν εξ οιουδήποτε περιστατικού ήθελεν επέλθη μείωσις των ετησίων εισοδημάτων της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς, τοιαύτη, ώστε να καθίσταται αδύνατος η χορήγησις της υποτροφίας, επαναλαμβάνεται όμως εντός διετίας όταν εκλείψη η αιτία της διακοπής. Το αυτό ισχύει και εν ή περιπτώσει ο υπότροφος ηναγκάσθη να διακόψη τας σπουδάς του λόγω δεόντως αποδεικνυομένης ασθενείας. Εν ή περιπτώσει είναι διωρισμένοι πλείονες υπότροφοι, διακόπτεται διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. εκτιμώντος την εν ταις σπουδαίς επίδοσιν εκάστου υποτρόφου, η υποτροφία των υποτρόφων εκείνων, οίτινες παρουσιάζουσιν επίδοσιν εν ταις σπουδαίς κατωτέραν.

2. Ο Υπουργός των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., δύναται εν περιπτώσει μειώσεως των ετησίων πόρων της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς ή καθορισμού χορηγίας, κρινομένης ως υπερβολικής επί τη βάσει των εκάστοτε εν γένει οικονομικών συνθηκών, να μειώση την καθορισθείσαν χορηγίαν. Εν οιαδήποτε εκ των ως άνω περιπτώσεων ουδέν δικαίωμα γεννάται υπέρ του υποτρόφου, του οποίου διεκόπη διά τους άνω λόγους η υποτροφία ή εμειώθη η χορηγία.

 

Άρθρο: 60 - Επιτροπή δαπανών υποτροφίας.

1. Εν ή περιπτώσει υπότροφος διακόψει άνευ της προς τούτο αδείας του οικείου Υπουργού τας σπουδάς του προ της λήξεως της υποτροφίας παύει η υποτροφία, υποχρεούται δ' ούτος να επιστρέψη εις το κληροδότημα τα δαπανηθέντα, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρ. 56 περίπτ. δ' του παρόντος. Της υποχρεώσεως ταύτης απαλλάσσεται ο υπότροφος, άν διά πιστοποιητικού του σχολιάτρου και εν ελλείψει τοιούτου δύο επιστημόνων ιατρών, ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκου ή της οικείας Προξενικής Αρχής εκδιδομένου, ήθελεν αποδείξει ότι η διακοπή επήλθεν εκ λόγων ασθενείας, ως και εις τας περιπτώσεις καθ' άς ούτος ηναγκάσθη να διακόψη τας σπουδάς του λόγω σημαντικής μειώσεως των εσόδων της υποτροφίας κατά το άρθρ. 59 του παρόντος. Εν περιπτώσει αυτοβούλου διακοπής των σπουδών ο υπότροφος ή εν ανηλικότητι αυτού ο νόμιμος αντιπρόσωπός του οφείλει να ειδοποιή εντός προθεσμίας δύο μηνών το Υπουργείον Οικονομικών, στερούμενος, εν παραλείψει της υποχρεώσεώς του ταύτης του ευεργετήματος να αποδείξει ως δεδικαιολογημένην την διακοπήν της υποτροφίας.

2. Ομοίως εις επιστροφήν των δαπανηθέντων υποχρεούται και ο υπότροφος, ο μη λαβών το πτυχίον του εντός έτους από της λήξεως των σπουδών του, εκτός εάν ούτος εκωλύθη εις τούτο εκ λόγων ανωτέρας βίας, εκτιμωμένων υπό του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

 

Άρθρο: 61 - Πλείονες υποτροφίαι.

Ο τυχών υποτροφίας δεν δύναται να τύχη νέας τοιαύτης διά τας αυτάς σπουδάς του είτε εκ της αυτής είτε εξ άλλης κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς. Δεν γίνεται δεκτός εις νέον διαγωνισμόν προς απονομήν υποτροφίας εκ κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών ο εξ ιδίας υπαιτιότητος εκπεσών προηγουμένως απονεμηθείσης αυτώ υποτροφίας

 

Άρθρο: 62 - Μετεγγραφή υποτρόφων.

Διά την από σχολείου εις σχολείον ή από Εκπαιδευτηρίου εν γένει εις Εκπαιδευτήριον μετεγγραφήν των υποτρόφων απαιτείται έγγραφος συναίνεσις του αρμοδίου Υπουργείου, κοινοποιουμένη και προς το Υπουργείον Οικονομικών.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΙ, ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΑΙ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΙ ΥΠΕΡ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΣΚΟΠΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΩΝ ΥΠΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΛΗΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

 

Άρθρο: 63 - Γενικαί διατάξεις εκκαθαρίσεως. Εκτελεσταί.

1. Περιουσίαι εν γένει καταλειπόμεναι υπέρ κοινωφελών σκοπών, εκκαθαρίζονται παρά των εκτελεστών της διαθήκης κατά τας διατάξεις των επομένων άρθρων.

"2. Σε περίπτωση που δεν ορίζεται εκτελεστής, η εκκαθάριση ενεργείται από τον κληρονόμο ή τον κληροδόχο, εφόσον ο τελευταίος αυτός βαρύνεται ειδικά με την εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ή από τους διοικητές του ιδρύματος, εφόσον με τη διαθήκη συνιστάται κοινωφελές ίδρυμα. Οι παραπάνω υποχρεούνται σε δήλωση αποδοχής ή αποποίησης του λειτουργήματος του εκτελεστή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του παρόντος. Σε περίπτωση αποδοχής του λειτουργήματος τούτου ο κληρονόμος, ο κληροδόχος και ο διοικητής συσταθέντος κοινωφελούς ιδρύματος έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εκτελεστή, εφαρμόζονται δε ως προς αυτούς και οι περί ανικανότητας και αντικατάστασης διατάξεις των άρθρων 65 και 86 του παρόντος".

3."Κληροδοτήματα εις μετρητά υπέρ κοινωφελών σκοπών, κοινωφελών ιδρυμάτων ή περιουσιών του παρόντος Νόμου, Δήμων, Κοινοτήτων, Σχολικών Ταμείων, Ταμείων Ανεγέρσεως Διδακτηρίων, Ιερών Ναών, Μονών, Δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων, διεπομένων υπό του Α.Ν. 965 της 23/24 Νοεμ. 1937 "περί οργανώσεως των δημοσίων νοσηλευτικών και υγειονομικών ιδρυμάτων" και παντός άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου καταβάλλονται υπό του βεβαρημένου εντός της υπό του διαθέτου ταχθείσης προθεσμίας, μη οριζομένης δε τοιαύτης εντός 6 μηνών από της δημοσιεύσεως της διαθήκης. Παρεχομένης της προθεσμίας ταύτης ο βεβαρημένος υποχρεούται άνευ οχλήσεώς του εις πληρωμήν τόκων υπερημερίας από του θανάτου του διαθέτου ή από της λήξεως της υπ' αυτού ταχθείσης προθεσμίας. Οι ανωτέρω κληροδόχοι οφείλουσι να αναφέρωσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών πάσαν είσπραξιν κληροδοτημάτων.

4. Τα εν τη προηγουμένη παραγράφου κληροδοτήματα υπέρ Δήμων, Κοινοτήτων, Σχολικών Ταμείων, Ταμείων Ανεγέρσεως Διδακτηρίων, Ιερών Ναών, Μονών, δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων και παντός άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ούτινος τα έσοδα εισπράττονται κατά τον Νόμον περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, βεβαιούται υπ' αυτών μετά την λήξιν της εν τη προηγουμένη παραγράφω προθεσμίας εις το Δημόσιον Ταμείον της κατοικίας του βεβαρημένου, ως τίτλου χρησιμεύοντος προς τούτο μόνον αντιγράφου της διαθήκης και εισπράττονται κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων".

"5. Αι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρ. 17 του παρόντος Α.Νόμου εφαρμόζονται και επί των κληροδοτημάτων της παρ. 3 του παρόντος άθρου.

6. Ναοί συνιστώμενοι το πρώτον διά διατάξεως τελευταίας βουλήσεως ή διά πράξεως εν ζωή, εάν διά της συστατικής πράξεως δεν έχουσιν ορισθή εκτελεσταί και ο βεβαρημένος κληρονόμος αμελεί διά την ανέγερσιν του Ναού ή έχει συγκρουόμενα συμφέροντα προς αυτόν, εκπροσωπούνται παρά του οικείου Μητροπολίτου προς επιδίωξιν των δικαίων και ανέγερσιν του Ναού."

Σχόλια
Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 12 Ν. 2386/1996. Η παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε από τις παρ. 3 και 4, με το άρθρο 10 ΝΔ 520/1941. Οι παρ. 5 και 6 προστέθηκαν με το άρθρο 10 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 64

Οι εκτελεσταί διαθηκών, δι' ών καταλείπονται κληρονομίαι και κληροδοσίαι προς εκτέλεσιν Κρατικών και εν γένει κοινωφελών σκοπών θεωρούνται εν τη ιδιότητι ταύτη ως ασκούντες δημοσίαν λειτουργίαν και υπάγονται υπό την εποπτείαν και πειθαρχικήν εξουσίαν του Υπουργού των Οικονομικών.

 

Άρθρο: 65 - Ανικανότης εκτελεστών.

1. Εκτελεσταί διαθηκών δεν δύνανται να διορισθώσι: α) οι ανήλικοι, β) οι δικαστικώς απηγορευμένοι και οι υπό δικαστικόν αντιλήπτορα τελούντες, γ) οι πτωχεύσαντες και μη αποκατασταθέντες, δ) οι καταδικασθέντες εις εγκληματικήν ποινήν ή επανορθωτικήν τοιαύτην επί πλημμελήματι εκ των εν άρθρ. 22 του Ποινικού Νόμου αναφερομένων και ε) οι καταδικασθέντες επί παραβάσει των Νόμων περί προστασίας του κοινωνικού καθεστώτος οιαδήποτε και άν είναι η επιβληθείσα ποινή.

2. Εάν οι εις τας περιπτ. β', γ', δ' και ε' λόγοι ήθελον υπάρξη διαρκούντος του λειτουργήματος επάγονται την αυτοδικαίαν έκπτωσιν του εκτελεστού εκ του λειτουργήματος. Το αυτό αποτέλεσμα επέρχεται και επί καταδίκης του εκτελεστού ένεκα πράξεως αναγομένης εις τη εκπλήρωσιν των καθηκόντων του, οιαδήποτε και αν είναι η επιβληθείσα ποινή, κατά τα ειδικώτερον εν άρθρ. 24 του Π. Νόμου και 146 του παρόντος Νόμου οριζόμενα. Ο εις την περίπτ. α' αναφερόμενος λόγος επάγεται την προσωρινήν ανικανότητα του διορισθέντος εκτελεστού προς άσκησιν του λειτουργήματος μέχρι της ενηλικιώσεως αυτού. Διαρκούσης της ανηλικότητος διορίζεται δια της δικαστικής οδού κατά τας διατάξεις του άρθρ. 86 αντικαταστάτης εκτελεστής, ούτινος το λειτούργημα παύει άμα τη ενηλικιώσει του αρχικού εκτελεστού, εκτός εάν ούτος δεν αποδεχθή το λειτούργημα οπότε ο αντικαταστάτης εκτελεστής παραμένει ως οριστικός τοιούτος.

3. Εκτελεσταί διαθηκών δι' ούς υφίσταται λόγος τις εκ των εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένων έτι δε και οι συνεκτελεσταί αυτών υποχρεούνται ν' αναφέρωσι την ανικανότητα προς άσκησιν λειτουργήματος εις το Υπουργείον των Οικονομικών. Την υποχρέωσιν ταύτην επί μεν των περιπτ. α' και β' της προηγουμένης παραγράφου έχουσιν οι ασκούντες πατρικήν εξουσίαν, επίτροποι και κηδεμόνες των ανικάνων, επί δε των περιπτ. δ' και ε' και οι αρμόδιοι Εισαγγελείς οσάκις η καταδίκη επέρχεται διαρκούντος του λειτουργήματος του εκτελεστού ως και εάν αύτη ανάγεται εις πράξιν περί την εκτέλεσιν των καθηκόντων του εκτελεστού.

 

Άρθρο: 66 - Αποδοχή λειτουργήματος εκτελεστού. Εναρξις εκκαθαρίσεως.

1. Η παρά του εκτελεστού της διαθήκης εκκαθάρισις άρχεται αφ' ής ούτος απεδέχθη το λειτούργημα του εκτελεστού. Η αποδοχή του λειτουργήματος γίνεται διά τους εν Ελλάδι κατοικούντας διά δηλώσεως, συντασσομένης εφ' απλού χάρτου ενώπιον του Γραμματέως των Πρωτοδικών της κατοικίας ή διαμονής του εκτελεστού, διά δε τους εν τη αλλοδαπή κατοικούντας ενώπιον του οικείου Προξένου. Ο εκτελεστής υποχρεούται να αναφέρη εν τη δηλώσει ότι δεν υφίσταται δι' αυτόν λόγος ανικανότητος εκ των εν άρθρ. 65 αναφερομένων. (Εις τοιαύτην δήλωσιν δεν υποχρεούται ο κατά το άρθρ. 63 παρ. 2 κληρονόμος, όστις διά της αποδοχής της κληρονομίας θεωρείται συναποδεχόμενος και το λειτούργημα του εκτελεστού).

2. Η περί αποδοχής δήλωσις γίνεται παρά του εκτελεστού μετά την δημοσίευσιν της διαθήκης και εν πάση περιπτώσει εντός 15 ημερών, από της διά δικαστικού κλητήρος κατά τας διατάξεις της Πολιτ. Δικονομίας κοινοποιήσεως, προσκλήσεως του Υπουργού των Οικονομικών ή παντός άλλου ενδιαφερομένου, κοινοποιούμενης όμως εν τη δευτέρα περιπτώσει και εις τον Υπουργόν των Οικονομικών. Παρερχομένης απράκτου της ανωτέρω προθεσμίας ο εκτελεστής θεωρείται αποποιηθείς το λειτούργημα.

3. Ο Γραμματεύς του Πρωτοδικείου ή ο Πρόξενος προς όν εγένετο ή περί αποδοχής ή αποποιήσεως δήλωσις του εκτελεστού υποχρεούται να υποβάλη αντίγραφον εντός 10 ημερών από της δηλώσεως εις το Υπουργείον των Οικονομικών.

"4. Ο εκτελεστής αναλαμβάνων την διαχείρισιν της κληρονομίας δύναται κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών στηριζομένης εις σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων να υποχρεωθή εις εγγυοδοσίαν. Διά της αυτής αποφάσεως καθορίζεται το είδος και το ποσόν της εγγυήσεως ήτις δύναται να μεταβληθή ή αρθή και διαρκούσης της εκκαθαρίσεως. Εάν ο εκτελεστής αρνήται ή αδυνατή να παράσχη την ορισθείσαν εγγύησιν αντικαθίσταται, τηρουμένης της υπό του άρθρ. 86 προβλεπομένης διαδικασίας. Εν περιπτώσει καταλογισμού του εκτελεστού προς επανόρθωσιν της εις την κληρονομίαν προξενηθείσης ζημίας εκ δόλου ή βαρείας αμελείας ή εκ διαχειρίσεως και διαθέσεως της περιουσίας παρά τας διατάξεις της διαθήκης και του παρόντος Νόμου, διατάσσεται η κατάπτωσις της εγγυήσεως υπέρ της κληρονομίας διά της κατά τας διατάξεις του άρθρ. 32 εκδιδομένης καταλογιστικής πράξεως".

Σχόλια
Τα εντός ( ) της παρ. 1 καταργήθηκαν με την αντικατάσταση της παρ. 2 άρθρου 63. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 2 ΝΔ 2157/1943.

 

Άρθρο: 67 - Ευεργέτημα απογραφής.

Πάσαι αι υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπόμεναι κληρονομίαι θεωρούνται αποδεκταί γενόμεναι με το ευεργέτημα της απογραφής εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρ. 7 του παρόντος Νόμου.

 

Άρθρο: 68 - Απογραφή.

1. Ο εκτελεστής προβαίνει εις απογραφήν της περιουσίας διά Συμβολαιογράφου και λαμβάνει υπό την κατοχήν του την ομάδα της κληρομομίας και διοικεί αυτήν. Κατά την απογραφήν δύναται να παρίσταται και ο Οικονομ. Εφορος της περιφερείας ένθα ευρίσκονται τα απογραφόμενα περιουσιακά στοιχεία ή άλλος δημόσιος υπάλληλος, οριζόμενος υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Επί τη αιτήσει του εκτελεστού της διαθήκης ή και οίκοθεν εν αμελεία ή αδυναμία αυτού δύναται να ανατεθή δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών η ενέργεια της απογραφής του όλου ή μέρους της κληρονομίας εις Οικον. Εφορον ή άλλον δημόσιον υπάλληλον.

"Κατ' εξαίρεσιν προκειμένου περί κληρονομιών και κληροδοσιών αντικείμενον εχουσών ακίνητα αναμφισβητήτου κυριότητος του διαθέτου ως και επί τοιούτων εχουσών αντικείμενον κινητά ευτελούς αξίας έχει εφαρμογήν η διάταξις της παρ. 2 του άρθρ. 10 του Α.Ν. 2039/1939, ως αντικατεστάθη διά του άρθρ. 4 του παρόντος".

2. Ο εκτελεστής μετ' έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών υποχρεούται, εφ' όσον δεν περιορίζεται εκ της διαθήκης, να παραδώση εις τον κληρονόμον πάν στοιχείον της κληρονομίας, όπερ αποτελεί μέρος της κληρονομικής αυτού μερίδος και του οποίου δεν έχει ανάγκην διά τα έργα αυτού. Των ούτω παραδοθέντων στοιχείων αναλαμβάνει ο κληρονόμος την ελευθέραν διαχείρισιν.

3. Τα υπό την διαχείρισιν του εκτελεστού στοιχεία δεν δύνανται να διατεθώσιν υπό του κληρονόμου, πάσα δε τυχόν διάθεσις αυτών είναι άκυρος. Δύναται μολαταύτα να επιτραπή εις τον κληρονόμον η διάθεσις και ωρισμένων υπό την διαχείρισιν του εκτελεστού στοιχείων ανηκόντων προφανώς εις τον κληρονόμον κατόπιν αδείας του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

4. Εν περιπτώσει διαθέσεως δήλων πραγμάτων υπέρ κοινωφελών σκοπών ο εκτελεστής της διαθήκης περιορίζεται, εφ' όσον δεν ορίζεται άλλως δι' αυτής, εις την κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου εκκαθάρισιν και διοίκησιν τούτων.

5. Εν διαφωνία μεταξύ εκτελεστού και κληρονόμου περί του εάν η διακατοχή της περιουσίας υπό του εκτελεστού είναι απαραίτητος διά τα έργα αυτού, αποφαίνεται ο Πρόεδρος Πρωτοδικών κατά τα άρθρ. 634 και επόμενα της Πολ. Δικονομίας, δυνάμενος να διατάξη την εις την διακατοχήν της κληρονομίας ή ωρισμένου μέρους αυτής παραμονήν του εκτελεστού ή την παραπομπήν αυτού εις ταύτην.

Σχόλια
Το εντός " " εδάφιο της παρ. 1 προστέθηκε με το άρθρο 10 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 69 - Διαχείρισις της κληρονομίας.

1. Ως πράξεις διοικήσεως και διαχειρίσεως της κληρονομίας θεωρούνται η λήψις ασφαλιστικών μέτρφν, η είσπραξις των απαιτήσεων και των εισοδημάτων των κινητών και ακινήτων, η εκμίσθωσις και εκποίησις κινητών και ακινήτων της κληρονομίας και η συνομολόγησις δανείων, εφ' όσον αι τελευταίαι αύται πράξεις είναι αναγκαίαι διά την διοίκησιν αυτής, η πληρωμή των χρεών και βαρών της κληρονομίας, η παραίτησις ή συναίνεσις προς μείωσιν ασφαλειών, δοθεισών προς εξασφάλισιν απαιτήσεως της περιουσίας, η διάλυσις ή συνέχισις εμπορικής ή βιομηχανικής επιχειρήσεως, η επένδυσις της κληρονομικής περιουσίας εις χρεώγραφα ή ακίνητα κλπ.

"2. Ολες οι εισπράξεις από την εκκαθάριση της κληρονομίας κατατίθενται από τον εκτελεστή της διαθήκης σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας ή ταμιευτηρίου, ανάλογα με τις ανάγκες και το είδος κατάθεσης που εξυπηρετεί την κληρονομία, κατά προτίμηση όμως σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας, σε μία από τις Τράπεζες ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τα Πιστωτικά Ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 73, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη."

3. Επιτρέπεται όπως διατηρώνται αυτούσια καταλειπόμενα περιουσιακά στοιχεία, εφ' όσον δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά γνώμην του Σ.Ε.Κλ. ήθελε κριθή συμφέρουσα εις την κληρονομίαν η διατήρησις τούτων. Ομοίως επιτρέπεται δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. να αναβάλληται η εκποίησις περιουσιακών στοιχείων της κληρονομίας, οσάκις συντρέχουσιν ειδικοί προς τούτο λόγοι.

Σχόλια
Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 13 Ν. 2386/1996.

 

Άρθρο: 70 - Εκποίησις κινητών.

1.Τα κινητά εκποιούνται κατά τα ειδικώτερον διά Β.Δ./τος ορισθησόμενα διά δημοσίου πλειστηριασμού παρά του εκτελεστού, τη συμπράξει του Οικονομικού Εφόρου ή άλλου δημοσίου υπαλλήλου, οριζομένου εκάστοτε υπό του Υπουργού των Οικονομικών.

2. Η εκποίησις κινητών δύναται να ενεργήται και άνευ δημοσίου πλειστηριασμού, εφόσον ήθελεν εγκρίνει τούτο ο Υπουργός των Οικονομικών.

"3. Χρεώγραφα και κινηταί εν γένει αξίαι διαπραγματαευόμεναι εν τω Χρηματιστηρίω εκποιούνται εν αυτώ μέσω της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος. Οσάκις όμως δεν λειτουργεί Χρηματιστήριον ή τα προς εκποίησιν χρεώγραφα δεν διαπραγματεύονται εν αυτώ, ταύτα εκποιούνται κατά τον δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων οριζόμενον τρόπον".

"4. Τα τιμαλφή είναι δυνατόν να εκποιούνται από τη Διεύθυνση Ενεχυροδανειστηρίων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή άλλο σχετικό δημόσιο οργανισμό ή Υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων".

Σχόλια

Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 3 ΝΔ 2157/1943. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 14 Ν. 2386/1996. Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 71 - Εκποίησις ακινήτων.

1. Η εκποίησις των ακινήτων, εφ' όσον δεν απαγορεύεται υπό της συστατικής πράξεως ή δεν είναι ταύτα χρήσιμα εις τον κοινωφελή σκοπόν γίνεται διά δημοπρασίας κατά τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 70 και κατά τα ειδικώτερον διά Β.Δ/τος ορισθησόμενα. Εξαιρετικώς δύναται δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. να επιτραπή και η δι' εκουσίου πλειστηριασμού ενώπιον Συμβολαιογράφου εκποίησις ως και να ανατίθηται τη αιτήσει του εκτελεστού η διεξαγωγή των δημοπρασιών εις Οίκον. Εφορον, Οικον. Επιθεωρητήν ή Ειρηνοδίκην, οριζόμενον υπό του Υπουργού των Οικονομικών κατά τα ειδικώτερον διά Β.Δ/τος ορισθησόμενα.

"2. Αι διατάξεις του άρθρ. 29 του Α.Ν. 2039/1939 εφαρμόζονται αναλόγως και επί περιουσιών καταλειπομένων κατά κληρονομίαν ή κληροδοσίαν υπέρ κοινωφελών σκοπών. Τα εν ταις διατάξεσι ταύταις αναφερόμενα δικαιώματα, καθήκοντα και αρμοδιότητες του Δημοσίου και του εκκαθαριστού της κληρονομίας ασκούνται υπό του εκτελεστού της διαθήκης".

Σχόλια
Η παρ. 2 προστέθηκε με το άρθρο 11 ΝΔ 520/1941 Κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 72 - Εκμίσθωσις ακινήτων.

1. Τα ακίνητα της κληρονομίας εφόσον η εκτέλεσις του σκοπού ενεργείται εκ των εισοδημάτων αυτών ή των οποίων δεν απεφασίσθη η εκποίησις, εκμισθούνται διά δημοπρασίας κατά τα διά Β.Δ/τος ορισθησόμενα υπό του εκτελεστού της διαθήκης τη συμπράξει του Οικον. Εφόρου ή άλλου δημοσίου υπαλλήλου, οριζομένου εκάστοτε υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Τη αιτήσει του εκτελεστού δύναται να ανατεθή η διεξαγωγή της δημοπρασίας εις Οικον. Εφορον, Οικον. Επιθεωρητήν ή Ειρηνοδίκην, οριζόμενον υπό του Υπουργού των Οικονομικών.

"2. Κατ' εξαίρεσιν η διάρκεια της κατά την προηγουμένην παράγραφον διά δημοπρασίας μισθώσεως αστικού ή αγροτικού ακινήτου, προερχομένου εκ κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς, δύναται να συμφωνηθή κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Οικονομικών μετά γνώμην του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, μέχρι πεντήκοτα ετών, εφ' όσον τούτο παρίσταται αναγκαίον ως εκ του τρόπου αξιοποιήσεως του ακινήτου, εκ λόγων δε αναγομένων εις τους ειδικώτερους όρους χρηματοδοτήσεως, εκμεταλλεύσεως ή οργανώσεως, επιβάλλεται: α) η συμμετοχή ή η εξ ολοκλήρου ανάληψις της δαπάνης αξιοποιήσεως του ακινήτου υπό τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου και β) η εν συνεχεία μακροχρόνιος εκμίσθωσις του αξιοποιηθέντος, κατά τα ανωτέρω, ακινήτου εις τον χρηματοδότην, επί μειωμένω μισθώματι ή επί τω όρω της από κοινού μετά του χρηματοδότου εκμεταλλεύσεως του ακινήτουι, κατά τρόπον παρέχοντα τα εχέγγυα πλήρους ελέγχου του κτωμένου εκ της εκμεταλλεύσεως εισοδήματος, διασφαλιζομένου, εν πάση περιπτώσει, διά το ίδρυμα ηγγυημένου ελαχίστου ορίου ετησίως προσόδου".

(2)3. Δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών εκδιδομένης μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύναται να επιτρέπηται η υπό του εκτελεστού της διαθήκης δι' ιδιαιτέρας συμφωνίας εκμίσθωσις των ακινήτων της κληρονομίας διά χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον το έτος προκειμένου δε περί αγροτικών ακινήτων την διετίαν, οριζομένου εν τη περιπτώσει ταύτη ελαχίστου ορίου μισθώματος, ού κάτω δεν επιτρέπεται η εκμίσθωσις. Σιωπηρά αναμίσθωσις δεν συγχωρείται.

(3)4. Αι διατάξεις του άρθρ. 28 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και επί περιουσιών καταλειπομένων κατά κληρονομίαν ή κληροδοσίαν υπέρ κοινωφελών σκοπών. Τα εν τω άρθρω τούτω δικαιώματα, καθήκοντα και αρμοδιότητες του εκκαθαριστού της κληρονομίας ασκούνται υπό του εκτελεστού της διαθήκης".

(4)5. Αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 38 του παρόντος Α.Νόμου εφαρμόζονται και επί ακινήτων περιεχομένων εις το Κράτος εκ κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών υπό τον όρον εκτελέσεως κοινωφελών ή φιλανθρωπικών σκοπών επιμελεία ουχί αυτού τούτου του Κράτους, αλλά τρίτων προσώπων".

"Η αληθής έννοια των διατάξεων του Α.Ν.2039/1939 και του εις εκτέλεσιν αυτού Β.Δ. της 30 Νοεμ./4 Δεκ. 1939 είναι ότι η μίσθωσις ακινήτων των υπό των διατάξεων του Νόμου τούτου διεπομένων κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών, είτε αύτη συνάπτεται κατόπιν δημοπρασίας, είτε δι' απ' ευθείας συμβάσεως, καταρτίζεται μόνον εγγράφως διά μισθωτηρίου συμβολαίου, όπερ αποτελεί συστατικόν στοιχείον της συμβάσεως της μισθώσεως και ότι από της υπογραφής μόνον τούτου τίκτονται εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις, αποκλειομένης της κατ' άλλον οιονδήποτε τρόπον καταρτίσεως ή αποδείξεως της συμβάσεως της μισθώσεως". (Αρθρ. 1 Νομ. 462/1943).

Σχόλια
Οι παρ. 2 και 3 προστέθηκαν με το άρθρο 12 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 4 ΝΔ 2157/1943. Η παρ. 2 προστέθηκε και οι επόμενες παρ. 2, 3 και 4 αριθμήθηκαν σε 3, 4 και 5 αντιστοίχως με την παρ. 1 άρθρου 1 ΝΔ 136/1973. Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 73 - Κατάθεσις κοινωφελών περιουσιών.

"1. Οι υπέρ κοινωφελών σκοπών περιουσίες, των οποίων τα κεφάλαια προορίζονται για την εκτέλεση κοινωφελούς σκοπού, αφού ρευστοποιηθούν κατά τις διατάξεις του παρόντος, κατατίθενται, μέχρι να καταστεί δυνατή η εκτέλεση του σκοπού και εφ' όσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη, σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας ή, εφόσον από ειδικούς λόγους επιβάλλεται, σε έντοκη κατάθεση ταμιευτηρίου στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ή στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ή στο Ταχυδρομικό Ταμειευτήριο ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό Ιδρυμα. Στις ίδιες Τράπεζες ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τα Πιστωτικά Ιδρύματα καταθέτονται για φύλαξη και τα χρεώγραφα της κληρονομίας".

2. Αι μερισματαποδείξεις και τα τοκομερίδαι εισπραττόμενα υποχρεωτικώς άνευ άλλης εντολής υπό των Τραπεζών, κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 136, άμα ως καταστώσιν απαιτητά, άγονται εις έντοκον κατάθεσιν κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου.

3. "Αι υπέρ κοινωφελών σκοπών περιουσίαι επιτρέπεται όπως επενδύωνται εις άλλα περιουσιακά στοιχεία κατά τα εν άρθρ. 37 και 39 παρ. 1 του παρόντος Α.Νόμου οριζόμενα, επί τη προτάσει του εκτελεστού της διαθήκης. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. να προκρίνη την επένδυσιν εις άλλα περιουσιακά στοιχεία ή τα διά της προτάσεως υποδεικνυόμενα, πάντως όμως εκ των εν άρθρ. 37 αναφερομένων. Η απόφασις του Υπουργού των Οικονομικών εκτελείται παρά της παρ. ή είναι κατατεθειμένη η περιουσία Τραπέζης και άνευ συμφώνου εντολής του εκτελεστού της διαθήκης".

4. Διά συμβάσεων μεταξύ του Υπουργού των Οικονομικών και των εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου Τραπεζών δύνανται να καθορίζωνται τα του πληρωτέου επί των καταθέσεων τόκου και εν γένει τα της χρηματικής διαχειρίσεως των παρά ταις Τραπέζαις ταύταις κατατεθειμένων κοινωφελών περιουσιών, κατ' αναλογίαν προς τους εν άρθρ. 40 του παρόντος αναφερομένους όρους.

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 15 Ν. 2386/1996. Η παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 74 - Έγκρισις Υπουργού των Οικονομικών.

1. Διά την πληρωμήν χρεών και βαρών της κληρονομίας ως και δαπανών εν γένει εκκαθαρίσεως και συντηρήσεως αυτής, εκποίησιν, οσάκις αύτη επιτρέπεται, και εκμίσθωσιν ακινήτων, εκποίησιν κινητών, παραίτησιν από ασφαλειών δοθεισών προς εξασφάλισιν απαιτήσεων της περιουσίας ή συναίνεσιν προς μείωσιν αυτών, κατάργησιν δίκης, διάλυσιν ή συνέχισιν εμπορικής ή βιομηχανικής επιχειρήσεως, επένδυσιν κληρονομικής περιουσίας κατά τα εν παρ. 3 του άρθρ. 73 οριζόμενα απαιτείται έγκρισις του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Υπό τους αυτούς όρους δύναται να επιτραπή και η συνομολόγησις δανείων, εφ' όσον υφίσταται επιτακτική προς τούτο ανάγκη.

"Αι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 23 εφαρμόζονται και επί των υπό των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου διεπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών".

2. Δεν επιτρέπεται η σύνταξις συμβολαίου διά τας περί ών το παρόν άρθρον πράξεις άνευ της κατά τα ανωτέρω προηγουμένης εγκριτικής αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, επισυναπτομένης εις το συντασσόμενον συμβόλαιον.

Σχόλια
Το εντός " " εδάφιο της παρ. 1 προστέθηκε με το άρθρο 5 ΝΔ 2157/1943.

 

Άρθρο: 75 - Παθητικόν κληρονομίας.

Επί χρεών της κληρονομίας εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρ. 22 του παρόντος Νόμου.

 

Άρθρο: 76

Οι δανεισταί του κληρονόμου δεν δύνανται να ικανοποιηθώσιν εκ της κληρονομικής ομάδος, εφόσον διαρκεί η παρά του εκτελεστού εκκαθάρισις της κληρονομίας.

 

Άρθρο: 77 - Δίκαι κληρονομίας.

1. Ο εκτελεστής εκπροσωπεί την ομάδα της κληρονομίας και παρίσταται επί Δικαστηρίου ως ενάγων ή εναγόμενος εις πάσας τας δίκας τας αφορώσας την ομάδα της κληρονομίας, ή τα υπό την διαχείρισιν αυτού στοιχεία της κληρονομίας εις τας περιπτώσεις της παρ. 4 του άρθρ. 68, την εκκαθάρισιν της κληρονομίας και την εκτέλεσιν των διατάξεων της διαθήκης.

2. Επί δικών του "εκτελεστού της διαθήκης" εφαρμόζονται αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 27 του παρόντος Νόμου, "του εκτελεστού υποχρεουμένου όπως απλά αντίγραφα των εισαγωγικών της δίκης εγγράφων υποβάλλη εις την παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών Διεύθυνσιν Εθνικών Κληροδοτημάτων".

Σχόλια
Η φράση "εκτελεστού της διαθήκης" της παρ. 2 τέθηκε σε αντικατάσταση της λέξεως "εκκαθαριστού" με το άρθρο 14 ΝΔ 520/1941, και τα εντός " " προστέθηκαν με το άρθρο 11 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 78 - Συμβιβασμός.

1. Επιτρέπεται η διά συμβιβασμού ή διαιτησίας λύσις διαφορών, σχετιζομένων προς την εκκαθάρισιν, διοίκησιν και διαχείρισιν της κληρονομίας μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών. Επί υφισταμένων ιδρυμάτων απαιτείται και συναίνεσις αυτών.

2. Αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 74 εφαρμόζονται και διά τα συντασσόμενα συμβόλαια των περί ών το παρόν άρθρον συμβιβασμών.

 

 

 

Άρθρο: 79 - Πληρωμαί δαπανών κληρονομίας.

1. Η πληρωμή των δαπανών διά την εκκαθάρισιν και την διαρκούσης ταύτης συντήρησιν της κληρονομίας ως και των χρεών και βαρών εν γένει αυτής ενεργείται διά της παρ' ή είναι κατατεθειμένη η κληρονομική περιουσία Τραπέζης κατόπιν εγγράφου εντολής του εκτελεστού και εγκρίσεως του Υπουργού των Οικονομικών κατά τα εν άρθρ. 74 οριζόμενα.

"Η Τράπεζα υποχρεούται να εκτελή τας εντολάς του εκτελεστού της διαθήκης, εφ' όσον συνοδεύονται αύται υπό εγκρίσεως του Υπουργού των Οικονομικών, απαλλασσομένη πάσης ευθύνης".

"Η αληθής έννοια της παρ. 1 του άρθρ. 79 Α.Ν. 2039/1939 ως αύτη συνεπληρώθη διά του άρθρ. 15 Ν.Δ. 520/1941 είναι ότι εν τη εκκαθαρίσει, διαχειρίσει και εκτελέσει των υπό του Α.Ν. 2039/1939 διεπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών η Τράπεζα υποχρεούται να εκτελή εντολήν αρμοδίως εκδιδομένην και εγκεκριμένην υπό του Υπουργού των Οικονομικών διά πάσαν εν τω Α.Ν. 2039/1939 προβλεπομένην περίπτωσιν πληρωμής ως δαπανών, βαρών, συμβιβασμού κλπ. απαλλασσομένη πάσης ευθύνης". (Αρθρ. 13 Ν.Δ. 2157/1943).

2. Διά την πληρωμήν επειγούσης φύσεως δαπανών δύναται να τίθηται εις την διάθεσιν του εκτελεστού, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. πίστωσις, οριζομένη δι' αυτής επί αποδόσει λογαριασμού παρά του εκτελεστού.

Σχόλια
Το εντός " " εδάφιο της παρ. 1 προστέθηκε με το άρθρο 15 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 80 - Πλείονες εκτελεσταί.

«Επί πλειόνων εκτελεστών η εκκαθάρισις γίνεται παρά πάντων των εκτελεστών, ενεργούντων από κοινού» Εν περιπτώσει διαφωνίας μεταξύ των εκτελεστών αποφαίνεται ο Υπουργός των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Κατ’ εξαίρεσιν εις επειγούσας περιπτώσεις έκαστος εκτελεστής δύναται να λάβη, άνευ προς συναινέσεως των άλλων τα αναγκαία διά την συντήρησιν προς κληρονομίας μέτρα και να παρίσταται ενώπιον των Δικαστηρίων. Οι εκτελεσταί είναι αλληλεγγύως υπεύθυνοι διά τας παρ’ αυτών επιχειρηθείσας ή τη συναινέσει αυτών ενεργηθείσας πράξεις και ευθύνονται κατά προς κανόνας προς εντολής.

Σχόλια
Το πρώτο εδάφιο τίθεται προς αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 81 - Διανομή προς κληρονομίας.

1. Ληξάσης προς εκκαθαρίσεως ο εκτελεστής ενεργεί την μεταξύ των συγκληρονόμων διανομήν προς κληρονομίας συμφώνως προς τας διατάξεις προς διαθήκης, μετ’ έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών και γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Διαφωνούντων των κληρονόμων ενεργείται δικαστική διανομή.

2. Διαρκούσης προς εκκαθαρίσεως δύναται να αποδίδηται εις προς συγκληρονόμους το όλον ή μέρος προς εκκαθαρισθείσης μερίδος των, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., εφ’ όσον δεν δυσχεραίνεται το έργον προς εκκαθαρίσεως, μη αποκλειομένης προς προσφυγής του βλαπτομένου ιδιώτου εις τα τακτικά Δικαστήρια.

 

Άρθρο: 82 - Λογοδοσία.

Ο εκτελεστής υποχρεούται εις λογοδοσίαν προς τον Υπουργόν των Οικονομικών και προς κληρονόμους εφαρμοζομένων επ’ προς των διατάξεων των άρθρ. 31,32 και 33 του παρόντος. Περίπτωσιν καταλογισμού αποτελεί και η διαχείρισις και διάθεσις προς περιουσίας παρά τας διατάξεις προς συστατικής παράξεως. Τα καταλογιζόμενα ποσά βεβαιούμενα επιμελεία του Οικον. Εφόρου και εισπραττόμενα κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων κατατίθενται επιμελεία του Διευθυντού του Ταμείου εις την Τράπεζαν παρ’ ή είναι κατατεθειμένη η περιουσία του ιδρύματος ή σκοπού.

 

Άρθρο: 83 - Αντιμισθία εκτελεστού.
1. «Ο εκτελεστής δικαιούται να αξιώση δι’ αιτήσεως του διαλαμβανούσης λεπτομερώς περί των παρασχεθεισών υπηρεσιών ανάλογον αντιμισθίαν, οριζομένην παρά του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον (γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.), εκτός εάν απαγορεύεται η χορήγησις τοιαύτης υπό προς διαθήκης ή εάν δι’ προς ορίζεται το ποσόν προς αντιμισθίας. Τοιαύτης αντιμισθίας δεν δικαιούνται οι κληρονόμοι, οι ενεργούντες την εκκαθάρισιν κατά το άρθρ. 63 παρ. 2 του παρόντος.

2. Αι διατάξεις προς διαθήκης περί απαγορεύσεως προς αντιμισθίας δεν εφαρμόζονται διά προς κατά το άρθρ. 86 διοριζομένους αντικαταστάτας εκτελεστάς, δυναμένους εις την περίπτωσιν ταύτην ως και όταν το διά προς διαθήκης οριζόμενον ποσόν αντιμισθίας είναι καταδήλως ανεπαρκές να αιτήσωνται τον κατά τα ανωτέρω καθορισμόν προς αντιμισθίας.

3. Ο εκτελεστής προς διαθήκης δύναται να ζητήση κατά τας ανωτέρω διατάξεις μεταρρύθμισιν του εν τη διαθήκη οριζομένου ποσού ένεκεν ουσιώδους μεταβολής των οικονομικών όρων και συνθηκών και αναλόγως προς ταύτας, μόνον διά τον μετά την υποβολήν προς αιτήσεώς του χρόνον.

 

Άρθρο: 84 - Λήξις έργων εκτελεστού.

Το λειτούργημα του εκτελεστού παύει διά προς εγκρίσεως προς οριστικής λογοδοσίας επί προς εκκαθαρίσεως ή διά προς εκπληρώσεως του σκοπού, εφ’ όσον είναι προς τούτο αρμόδιος ο εκτελεστής.

 

Άρθρο: 85 - Παραίτησις εκτελεστού.

Ο εκτελεστής δικαιούται κατά πάσαν εποχήν να παραιτηθή. Η παραίτησις γίνεται διά τους εν Ελλάδι κατοικούντας διά δηλώσεως συντασσομένης εφ' απλού χάρτου ενώπιον του Γραμματέως του Πρωτοδικείου του τόπου της κατοικίας του, διά δε τους εν τη αλλοδαπή κατοικούντας δι' ομοίας δηλώσεως ενώπιον του οικείου Προξένου. Εν περιπτώσει υπαιτίου ακαίρου παραιτήσεώς του ευθύνεται διά πάσαν προξενηθείσαν εκ της παραιτήσεώς του ζημίαν εις την κληρονομίαν, καταλογιζομένην κατά τας διατάξεις των άρθρ. 32,33 και 82 του παρόντος. Αντίγραφον της δηλώσεως παραιτήσεως υποβάλλεται παρά του Αρμοδίου Γραμματέως του Πρωτοδικείου ή του Προξένου εις το Υπουργείον Οικονομικών, εντός πέντε το πολύ ημερών από ταύτης. Ο εκτελεστής μετά την παραίτησιν υποχρεούται εις λογοδοσίαν κατά τα εν άρθρ. 82 οριζόμενα.

 

Άρθρο: 86 - Αντικατάστασις εκτελεστού.

"1. Ο εκτελεστής μπορεί να αντικατασταθεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, για τους αναφερόμενους στην επόμενη παράγραφο λόγους, μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση των λόγων αντικατάστασης και κλήτευση αυτού με απόδειξη από τον Υπουργό Οικονομικών, για τυχόν αντίκρουση των λόγων αντικατάστασής του εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την επομένη της επίδοσης της παραπάνω κλήσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι και δέκα (10) ημέρες, για σπουδαίο λόγο, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου."

"2. Ως λόγοι αντικαταστάσεως θεωρούνται η αποβολή του εκτελεστού εκ κηδεμονίας ή επιτροπείας ένεκα σφετερισμού, η δίς επιβληθείσα παρά του Υπουργού των Οικονομικών πειθαρχική ποινή, η άρνησις να υποβάλη λογοδοσίαν ή να παράσχη την δι' αποφάσεως του αυτού Υπουργού ορισθείσαν εγγύησιν, η μακρά αποδημία, νόσος πνευματική ή σωματική κωλύουσα την άσκησιν των καθηκόντων, η παράβασις των διατάξεων της διαθήκης και του παρόντος Νόμου ως και η εν γένει αμελής διοίκησις της κληρονομίας ή παραμέλησις της εκτελέσεως του σκοπού. Ομοίως λόγος αντικαταστάσεως του εκτελεστού αποτελεί η σύγκρουσις συμφερόντων αυτού, των ανιόντων, κατιόντων, αδελφών και της συζύγου αυτού προς την κληρονομίαν. Εις την περίπτωσιν ταύτην η αντικατάστασις του εκτελεστού κατά τας διατάξεις των επομένων παραγράφων είναι προσωρινή, διαρκούσα μέχρις άρσεως της συγκρούσεως των συμφερόντων, επερχομένης δι' αμετακλήτου πέρατος της δίκης ή καταργήσεως της διαφοράς διά συμβιβασμού ή κατ' άλλον τρόπον. "Σε επείγουσες περιπτώσεις, όταν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων του εκτελεστή της διαθήκης ή των παραπάνω συγγενών αυτού προς την κληρονομία, είναι δυνατόν να διοριστεί, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, προσωρινός εκτελεστής της διαθήκης, για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, για τις οποίες υπάρχει η παραπάνω σύγκρουση συμφερόντων"".

"3. Οταν έχουν οριστεί περισσότεροι από ένας εκτελεστές διαθήκης, η αποποίηση, η παραίτηση, ο θάνατος, η ανικανότητα, η έκπτωση ενός ή περισσότερων εξ αυτών δεν συνεπάγεται αναγκαίως την αντικατάσταση ή πλήρωση της κενής θέσης, αλλά εξακολουθούν τη διαχείριση οι λοιποί εκτελεστές, εκτός εάν κατά την έννοια της διαθήκης απαιτείται η πλήρωση των θέσεων του εκτελεστή που θα κενωθούν, οπότε μέχρι το διορισμό αντικαταστάτη τους οι λοιποί εκτελεστλες διαθήκης ασκούν εγκύρως το λειτούργημά τους".

"4. Κενούμεναι θέσεις εκτελεστών, εφ' όσον εκ της οικείας συστατικής πράξεως δεν προβλέπεται ίδιος τρόπος πληρώσεώς των, δύναται να πληρώνται υπό του Υπουργού των Οικονομικών, μετά πρότασιν των απομενόντων ή του απομένοντος εκτελεστού και εν ελλείψει τοιούτου αυτεπαγγέλτως μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.".

5. Επί αποποιήσεως ή παραιτήσεως εκτελεστού διορισθέντος διά της διαθήκης ως εκ της ιδιότητος του ως κρατικού λειτουργού, ο διοριζόμενος αντικαταστάτης εκτελεστής ασκεί το λειτούργημα μέχρι λήξεως των έργων αυτού και μόνον εις περίπτωσιν θανάτου, παραιτήσεως, ανικανότητος, εκπτώσεως ή αντικαταστάσεως και του εκτελεστού τούτου προ της λήξεως των έργων του, καλείται να δηλώση την περί αποδοχής του λειτουργήματος βούλησίν του ο κατά την εποχήν του θανάτου, παραιτήσεως, ανικανότητος, εκπτώσεως ή αντικαταστάσεως διάδοχος του αρχικού εκτελεστού κρατικού λειτουργού.

6. Οσάκις η αντικατάστασις εκτελεστών διαθήκης κατά διάταξιν συστατικής πράξεως γίνεται δι' εκλογής υπό των λοιπών, η περί εκλογής πράξις υπόκειται εις την έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών, παρεχομένην μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Η έγκρισις του Υπουργού των Οικονομικών περιορίζεται εις τον ελεγχον των προσόντων του εκτελεστού κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και της συστατικής πράξεως.

"7. Σε περίπτωση που είναι ανέφικτος ο διορισμός αντικαταστάτη εκτελεστή διαθήκης, κατά τις διατυπώσεις που ορίζονται στη συστατική πράξη, διορίζεται αντικαταστάτης αυτού, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

"8. Η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, περί αντικατάστασης του εκτελεστή της διαθήκης κοινοποιείται και στον εκτελεστή που αντικαθίσταται, ο οποίος υποχρεούται να προβεί στην άμεση παράδοση των στοιχείων της διαχειριζόμενης από αυτόν περιουσίας στο νέο εκτελεστή και να υποβάλει λογοδοσία, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 82.

Ο εκτελεστής που παραβαίνει τα καθήκοντά του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών, εφόσον δεν υπάρχει βαρύτερη παράβαση του νόμου".

"9. Σε περίπτωση αποποίησης του οριζόμενου με τη συστατική πράξη εκτελεστή της διαθήκης και εφ' όσον δεν ορίζεται με αυτήν ιδιαίτερος τρόπος διορισμού νέου εκτελεστή διαθήκης, διορίζεται εκτελεστής αυτής με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων.

Με τον ίδιο ως άνω τρόπο διορίζεται εκτελεστής της διαθήκης, σε περίπτωση που δεν ορίζεται στη συστατική πράξη εκτελεστής της διαθήκης και αποποιηθεί το λειτούργημα αυτό ο κληρονόμος ή ο βαρυνόμενος με την εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ή έργου κληροδόχος της παρ. 2 του άρθρ. 63 του παρόντος νόμου.

Η αυτή διαδικασία ακολουθείται επίσης και για το διορισμό εκτελεστή διαθήκης, σε περίπτωση αποποίησης των κατά τα ανωτέρω διοριζομένων εκτελεστών".

Σχόλια
Η παρ.1 αντικαθίσταται με το άρθρο 1παρ.16 του Ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 ΝΔ 520/1941 και στη συνέχεια με το άρθρο 6 ΝΔ 2157/1943 και το τελευταίο εδάφιο αυτής τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 16 Ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 21 ΝΔ 520/1941 και τίθεται όπως αντικαταστήθηκε με το άρθρο 1 παρ.18 του Ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 21 ΝΔ 520/1941 και τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 Ν. 4154/1961. Η παρ.7 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 19 του Ν.2386/1996 (ΦΕΚ.43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 8, αντικατασταθείσα με το άρθρο 6 ΝΔ 2157/1943 (το δεύτερο εδάφιο καταργήθηκε με το άρθρο 12 Ν. 4154/1961), τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 19 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 9 προστέθηκε με το άρθρο 15 Ν. 1957/1991.

 

Άρθρο: 87 - Δωρεαί υπέρ κοινωφελών σκοπών.

Επί δωρεών υπέρ κοινωφελών σκοπών εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν αι διατάξεις των άρθρ. 63-86 του παρόντος Νόμου.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΕΚΤΕΛΕΣΙΣ, ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΣΚΟΠΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ

Άρθρο: 88 - Αρμοδιότης προς εκτέλεσιν του σκοπού ή έργου.

"Η εκτέλεσις του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ανήκει εις τον αρμόδιον προς εκκαθάρισιν της κληρονομίας εκτελεστήν της διαθήκης εφόσον τούτο ορίζεται ή προκύπτει σαφώς εκ της διαθήκης. Εν σιωπή της διαθήκης η εκτέλεσις του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ανατίθεται είτε εις τον εκτελεστήν της διαθήκης διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού είτε εις το Κράτος, εκτός εάν η περιουσία καταλείπεται εις υφιστάμενον ίδρυμα, οπότε τούτο είναι αρμόδιον διά την εκτέλεσιν. Ανατιθεμένης της εκτελέσεως του σκοπού εις το Κράτοςη περιουσία υπάγεται εις την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου Οικονομικών διά Δ/τος παρ' ού διατίθεται κατά τα εν άρθρ. 36 και επόμενα του παρόντος Νόμου οριζόμενα".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 89 - Εκλογή κοινωφελούς σκοπού ή έργου.

"1. Αν η εκλογή του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ή του τρόπου εκτέλεσης αυτών ή του κοινωφελούς ιδρύματος, στο οποίο πρέπει να διατεθεί η καταλειφθείσα κοινωφελής περιουσία, έχει ανατεθεί στους εκτελεστές της διαθήκης ή άλλα πρόσωπα, τα πρόσωπα αυτά οφείλουν να δηλώσουν ενώπιον του Γραμματέα Πρωτοδικών ή του Προξένου της κατοικίας ή διαμονής τους, την επιλογή τους αυτή προς εκπλήρωση των διατάξεων της συστατικής πράξης.

Ο Γραμματέας Πρωτοδικών ή ο Πρόξενος οφείλει να υποβάλει στο Υπουργείο Οικονομικών, μέσα σε δέκα (10) ημέρες το πολύ, αντίγραφο της παραπάνω δήλωσης, η οποία συντάσσεται ατελώς.

Αν η παραπάνω εκλογή έχει ανατεθεί στο Δημόσιο ή στα παραπάνω πρόσωπα, αλλά αυτά πεθάνουν χωρίς να έχουν προβεί στην επιλογή αυτή, η εκλογή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων. Αντίγραφο της απόφασης αυτής αποστέλλεται στο Γραμματέα Πρωτοδικών Αθηνών και καταχωρείται στο οικείο βιβλίο του Πρωτοδικείου.

2. Ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να ορίσει με σχετική πρόσκλησή του, που κοινοποιείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προθεσμία, μέσα στην οποία οι εκτελεστές διαθήκης ή τα άλλα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου οφείλουν να δηλώσουν τον εκτελεστέο σκοπό ή έργο ή τον τρόπο εκτέλεσης αυτών ή το κοινωφελές ίδρυμα, στο οποίο πρέπει να διατεθεί η καταληφθείσα κοινωφελής περιουσία. Η προθεσμία ατυή είναι δυνατόν να παραταθεί από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από αίτηση των προσκληθέντων και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αυτής ή διαφωνίας μεταξύ των εκτελεστών της διαθήκης ή των άλλων υπόχρεων προς τούτο προσώπων, ως προς τον παραπάνω σκοπό ή έργο ή τρόπο εκτέλεσης αυτών ή το ίδρυμα που πρέπει να διατεθεί η καταληφθείσα κοινωφελής περιουσία, τούτο καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

3. Αν η, κατά τα ανωτέρω, επιλογή από τους εκτελεστές της διαθήκης ή τα άλλα πρόσωπα, δεν αφορά κοινωφελή σκοπό, κατά την έννοια του άρθρου 1 του παρόντος ή δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της συστατικής πράξης, ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων προσκαλεί τους εκτελεστές της διαθήκης ή τα άλλα πρόσωπα, κατά τις διατυπώσεις της προηγούμενης παραγράφου, να εκλέξουν νέο σκοπό ή έργο ή τρόπο εκτέλεσής τους ή κοινωφελές ίδρυμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της συστατικής πράξης και του παρόντος. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της τασσόμενης με την πρόσκληση προθεσμίας ή επιμονής των εκτελεστών της διαθήκης ή των άλλων προσώπων, στην εκλογή του ίδιου σκοπού ή έργου ή τρόπου εκτέλεσης αυτών ή ιδρύματος ή εκλογής νέου σκοπού μη κοινωφελούς ή μη συμφώνου προς τις διατάξεις της συστατικής πράξης, ο κοινωφελής σκοπός ή έργο ή τρόπος εκτέλεσης αυτών ή το κοινωφελές ίδρυμα ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου".

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε και η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 19 ΝΔ 520/1941. Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 20 Ν. 2386/1996(ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄).

 

Άρθρο: 90 - Εκτέλεσις έργων.

1. Επί της εκτελέσεως έργων κοινής ωφελείας ή προς λειτουργίαν του κοινής ωφελείας ή προς λειτουργίαν του κοινής ωφελείας σκοπού, ο εκτελεστής υποχρεούται να υποβάλη εις το αρμόδιον επί του σκοπού Υπουργείον σχέδιον του εκτελεσθησομένου έργου μετά προϋπολογισμού της δαπάνης. Το αρμόδιον Υπουργείον, μετά προηγουμένην συνεννόησιν μετά του Υπουργείου Οικονομικών αναφορικώς προς την επάρκειαν της διατεθείσης περιουσίας εγκρίνει ή απορρίπτει τα υποβληθέντα σχέδια και δικαιούται να τροποποιή αυτά τηρουμένων των διατάξεων του διαθέτου ή δωρητού και να ορίζη τον τρόπον εκτελέσεως. Η απόφασις του αρμοδίου Υπουργείου κοινοποιείται εις το Υπουργείον των Οικονομικών.

2. Η εκτέλεσις έργων αναγκαίων προς εξυπηρέτησιν ή προς λειτουργίαν του κοινωφελούς σκοπού και αξίας συνολικώς ανωτέρας των 45.000 ευρώ ενεργείται διά δημοπρασίας και επί τη βάσει προϋπολογισμού, συντασσομένου κατά περίπτωσιν παρά μηχανικού, γεωμέτρου ή γεωπόνου κλπ. Η δημοπρασία ενεργείται κατά τας περί εκτελέσεως έργων διατάξεις του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργείου, ή προκειμένου περί έργων εκτελουμένων παρά ιδρυμάτων και νομικών εν γένει προσώπων, κατά τας υφισταμένας τυχόν διατάξεις των διεπόντων το ίδρυμα ή το νομικόν πρόσωπον ειδικών Νόμων.

"Η δημοπρασία δύναται να παραλείπηται εις άς περιπτώσεις εκ της κειμένης νομοθεσίας περί δημοσίων έργων και δη εκ των διατάξεων του άρθρ. 1 του Νόμ. 5367/1932, επιτρέπεται η εκτέλεσις έργων άνευ δημοπρασίας".

** 3. Η εκτέλεσις του έργου ενεργείται υπό του εκτελεστού υπό την εποπτείαν του αρμοδίου Υπουργείου. Η πληρωμή των δαπανών ενεργείται υπό του εκτελεστού δι' εντολών προς την παρ' ή είναι κατατεθειμένη η περιουσία Τράπεζαν επί τη βάσει του εγκεκριμένου προϋπολογισμού και σχετικών πιστοποιήσεων. Προκειμένου περί έργου, ού νοουμένου ενιαίως η συλλογική αξία υπολογίζεται κάτω των δύο εκατομμυρίων δραχμών (2.000.000) η πληρωμή ενεργείται αναλόγως της προόδου των συντελουμένων εργασιών εκτελέσεως του έργου και κατά τα εν τη Υπουργική αποφάσει οριζόμενα. Διά την πληρωμήν δαπανών προκαταρκτικής εργασίας (συντάξεως σχεδίων, μελετών κλπ.) και άλλων επειγούσης φύσεως δαπανών δύναται να τίθηται εις την διάθεσιν του εκτελεστού ανάλογον ποσόν επί αποδόσει λογαριασμού, οριζόμενον δι' αποφάσεως του αρμοδίου επί της εκτελέσεως του έργου Υπουργού.

4. Το έργον παραλαμβάνεται υπό του αρμοδίου Υπουργείου, κατά τας διατάξεις περί εκτελέσεως δημοσίων έργων. Εις την επιτροπήν παραλαβής δύναται να μετέχη και οικονομικός υπάλληλος οριζόμενος υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Μετά την παραλαβήν υποβάλλεται παρά του εκτελεστού προς το αρμόδιον Υπουργείον απολογισμός της γενομένης δαπάνης μετά των σχετικών δικαιολογητικών. Ο απολογισμός ούτος μετά των δικαιολογητικών διαβιβάζεται υπό του αρμοδίου Υπουργείου μετά των παρατηρήσεών του εις το Υπουργείον Οικονομικών, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των άρθρ. 32,33 και 82 του παρόντος.

"5. Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται και επί ανοικοδομήσεως ακινήτων προς επένδυσιν της χρηματικής περιουσίας της κληρονομίας".

Σχόλια
Το ποσόν των 100.000 δρχ. της παρ. 2 αυξήθηκε σε 1.000.000 δρχ. με την ΥΑ 1027851/1111/Β0011/1991 έπειτα αυξήθηκε σε 2.000.000 δρχ. με την Υ.Α.αρίθ..1110087/3603/Β0011/25.9.1998 αυξήθηκε σε 5.000.000δρχ. και με Υ.Α. αριθ. 1008072/31χ/β0011/9.8.2005 αυξήθηκε & μετετράπει σε 45.000 ευρώ.Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 προστέθηκε με το άρθρο 13 Ν. 4154/1961. Το ποσόν των 100.000 δρχ. της παρ. 3 αναπροσαρμόστηκε σε 1.000.000 δρχ. με την ΥΑ 1132409/4381/Α0011 ΠΟΛ. 1290/24 Δεκ. 1992 (Φ.Ε.Κ. 173/19-3-1993 τ. Β). Η παρ. 5 προστέθηκε με το άρθρο 20 ΝΔ 520/1941.Το ποσό της παραγρ. 3 αυτού του άρθρου αναπροσαρμόσθηκε με την Υ.Α. 1053674/1606/Β0011/1994, ΦΕΚ Β' 378/1994 σε δύο εκατομμύρια δρχ..

 

Άρθρο: 91 - Εκτέλεσις σκοπού.

Προκειμένου περί εκτελέσεως εφ' άπαξ κοινωφελούς σκοπού ο εκτελεστής της διαθήκης υποχρεούνται να υποβάλη εις το Υπουργείον Οικονομικών προς έγκρισιν έκθεσιν περί του τρόπου εκτελέσεως του σκοπού, μετά προϋπολογισμού της απαιτηθησομένης δαπάνης. Το Υπουργείον τούτο δικαιούται, τροποποιήση τον διαγραφέντα τρόπον εντός τριών μηνών από της εις αυτό υποβολής της εκθέσεως. Παρερχομένης της προθεσμίας ταύτης απράκτου θεωρείται ως εγκριθείς ο υποβληθείς τρόπος της εκτελέσεως του σκοπού. Μετά την εκτέλεσιν του σκοπού υποβάλλεται εις το Υπουργείον των Οικονομικών λογοδοσία του εκτελεστού, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των άρθρ. 32,33 και 82 του παρόντος.

 

Άρθρο: 92 - Εναρξις και αναβολή εκτελέσεως έργων ή σκοπού.

1. Η κατασκευή του έργου ή η εκτέλεσις του σκοπού δύναται να άρξηται και προ της λήξεως της εκκαθαρίσεως της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς κατά τα εν άρθρ. 50 οριζόμενα.

2. Αναβολή εκτελέσεως του σκοπού ή κατασκευής του έργου επιτρέπεται εν δεδικαιολογημένη ανάγκη δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

 

Άρθρο: 93 - Αύξησις ποσού εκτελέσεως έργων ή σκοπών.

"1. Τα εν ταις συστατικαίς πράξεσιν οριζόμενα ποσά προς εκτέλεσιν κοινωφελών έργων ή σκοπών (προικίσεων, βοηθημάτων κλπ.) εφ' όσον ταύτα είναι προδήλως ανεπαρκή δύνανται να αυξάνωνται δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένης κατόπιν προτάσεως του εκτελεστού ή των διοικητών του ιδρύματος και μετά σύμφωνον γνώμην του Σ.Ε.Κλ. αναλόγως προς την επάρκειαν της καταλειφθείσης περιουσίας, τηρουμένης της εν τη συστατική πράξει οριζομένης αναλογίας προκειμένου περί πλειόνων σκοπών.

Τα ανωτέρω ποσά δύνανται να αναπροσαρμόζωνται υπό τας αυτάς ως άνω προϋποθέσεις και κατά την αυτήν διαδικασίαν εις περίπτωσιν μεταβολής των οικονομικών συνθηκών.

2. Δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών δύναται να καθορίζηται ο τρόπος της εκτελέσεως του σκοπού (προικίσεων, χορηγήσεως βοηθημάτων κλπ.) οσάκις δεν καθορίζεται ούτος εν τη  συστατική πράξει".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 Ν. 4154/1961.

Άρθρο: 94 - Ειδικαί περιπτώσεις διαχειρίσεως της περιουσίας και εκτελέσεως σκοπού ή έργου άνευ δημοπρασίας.

"Κατά παρέκκλισιν, των περί δημοπρασιών διατάξεων του παρόντος Α.Νόμου και των προς εκτέλεσιν τούτου Δ/των δύναται δι' ειδικής εγκριτικής αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, στηριζομένης εις σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, να επιτραπή η εκμίσθωσις ακινήτων, εκποίησις κινητών και ακινήτων, η αγορά τοιούτων, η εκτέλεσις έργων ή σκοπού ως και εν γένει η σύναψις διαφόρου περιεχομένου συμβάσεων σχέσιν εχουσών προς την εκκαθάρισιν, διοίκησιν και διαχείρισιν, υπέρ κοινωφελών σκοπών περιουσιών άνευ των διατυπώσεων της δημοπρασίας οσάκις ειδικοί εξαιρετικοί λόγοι επιβάλλουσι την παράλειψιν δημοπρασίας".

"Η διάταξις της παρ. 2 του άρθρ. 72 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και εις την περίπτωσιν της άνευ των διατυπώσεων της δημοπρασίας μισθώσεως αστικού ή αγροτικού ακινήτου".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 ΝΔ 2157/1943. Το εντός " " δεύτερο εδάφιο προστέθηκε με την παρ. 2 άρθρου 1 ΝΔ 136/1973.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΚΟΙΝΩΦΕΛΗ ΙΔΡΥΜΑΤΑ

Άρθρο: 95 - Έννοια και σύστασις κοινωφελών ιδρυμάτων.

1. Περιουσία διατιθεμένη διά πράξεως εν ζωή ή διά διατάξεως τελευταίας βουλήσεως προς εκπλήρωσιν εις το διηνεκές ή εφ' ωρισμένην διάρκειαν χρόνου κοινωφελούς σκοπού εκ των εν άρθρ. 1 του παρόντος, η εκτέλεσις του οποίου ανατίθεται δια συστατικής πράξεως εις φυσικά πρόσωπα (κληρονόμους, κληροδόχους ή εκτελεστάς) ή συνιστώμενα το πρώτον νομικά πρόσωπα ή υφιστάμενα τοιαύτα, οριζομένου όμως κατά την τελευταίαν περίπτωσιν ιδίου τρόπου διοικήσεως, συνιστά ίδρυμα διοικούμενον κατά τα εν τη συστατική πράξει οριζόμενα.

2. Επί δωρεών κινητών πραγμάτων υπέρ συνιστωμένων δι' αυτών ή υφισταμένων ιδρυμάτων εφαρμόζονται αι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρ. 6 του παρόντος Νόμου.

 

Άρθρο: 96 - Περιουσίαι υπέρ υφισταμένων ιδρυμάτων.

1. Περιουσία διατιθεμένη κατά τα εν τω ανωτέρω άρθρω προς εκπλήρωσιν ειδικού κοινωφελούς σκοπού, η εκτέλεσις του οποίου άνατίθεται διά της συστατικής πράξεως εις υφιστάμενα ιδρύματα, σωματεία, πάσης φύσεως οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως, νομικά πρόσωπα κλπ., άνευ ειδικωτέρου καθορισμού τρόπου διοικήσεως, αποτελεί κεφάλαιον αυτοτελούς διαχειρίσεως, διακεκριμένης της λοιπής περιουσίας αυτών.

Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού δύνανται να ορίζωνται αι λεπτομέρειαι του τρόπου εκτελέσεως των σκοπών των περί ών η παρούσα παράγραφος περιουσιών.

2. Κληρονομίαι, κληροδοσίαι και δωρεαί προς τα εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερόμενα ιδρύματα κλπ., χωρίς να προσδιορίζηται ειδικώτερον ή να συνάγηται επαρκώς εκ της συστατικής πράξεως ο επιδιωκόμενος σκοπός, θεωρούνται ως καταλειφθείσαι προς εξυπηρέτησιν του σκοπού, όν επιδιώκει κατά τον προορισμόν του το ίδρυμα κλπ. Τα ιδρύματα κλπ. υποχρεούνται να αναφέρωσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών πάσαν είσπραξιν κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών υπό οιανδήποτε τύπον ή και αγράφως εάν συνέστησαν αι τελευταίαι αύται.

"3. Καθολικά καταπιστεύματα ή ειδικαί κληροδοσίαι, καταλειπόμεναι υπό τον όρον της αποκαταστάσεως αυτών μετά παρέλευσιν ωρισμένου χρόνου ή μετά τον θάνατον του εις αποκατάστασιν υποχρέου εις κοινωφελή ιδρύματα εκ των εν άρθρ. 95 παρ. 1 και 97 παρ. 2 και 3 του παρόντος Νόμου αναφερομένων ή εις νομικά πρόσωπα κλπ. κατά τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος άρθρου, άτινα όμως δεν υφίστανται εν τω χρόνω της αποκαταστάσεως δεν ακυρούνται εκ του λόγου τούτου. "Οι περιουσίες αυτές διατίθενται, κατά τη διαδικασία του ν. 455/1976 (ΦΕΚ 277 Α'), υπέρ υφιστάμενων άλλων ιδρυμάτων ή νομικών προσώπων κ.λπ. ως άνω ή για τη σύσταση νέου κονωφελούς ιδρύματος, για την εκτέλεση του τυχόν οριομένου στη διαθήκη κοινωφελούς σκοπού ή άλλου παρεμφερούς κοινωφελούς σκοπού ή για την επαύξηση της περιουσίας του υφιστάμενου ιδρύματος ή του νομικού προσώπου."

Αι διατάξεις της παραγράφου ταύτης εφαρμόζονται και επί καθολικών καταπιστευμάτων ή ειδικών κληροδοσιών καταλειφθεισών προ της ισχύος του παρόντος Ν.Δ/τος, εφ' όσον όμως ο χρόνος της αποκαταστάσεως αυτών συμπίπτει μετά την ισχύν του παρόντος.

4. Κληρονομίαι και κληροδοσίαι καταλειφθείσαι υπέρ φυσικού ή νομικού προσώπου υπό τον όρον της εκτελέσεως κοινωφελούς ή φιλανθρωπικού σκοπού ή έργου και μη γενόμεναι αποδεκταί παρά του κληρονόμου ή κληροδόχου τούτου δι' οιονδήποτε λόγον, μη υπάρχοντος υποκαταστάτου, δεν θεωρούνται ως ακυρωθείσαι, ουδέ προσαυξάνουσι τας μερίδας των λοιπών κληρονόμων ή κληροδόχων, αλλ' υπαγόμεναι υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου Οικονομικών και εκκαθαριζόμεναι κατά τα εν άρθρ. 36 και 46 του αναγκαστικού τούτου Νόμου οριζόμενα, διατίθενται υπό τούτου προς εκτέλεσιν του ορισθέντος σκοπού ή έργου.

"Σε περίπτωση κατά την οποία ο παραπάνω κοινωφελής σκοπός ή το έργο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιόνδήποτε λόγο, η περιουσία διατίθεται για άλλον παρεμφερή σκοπό ή έργο ή για την ενίσχυση υφιστάμενου κοινωφελούς ιδρύματος ή για τη σύσταση νέου κοινωφελούς ιδρύματος, κατά τη διαδικασία του ν. 455/1976."

Σχόλια
Οι παρ. 3 και 4 προστέθηκαν με το άρθρο 21 ΝΔ 520/1941. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 21 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 22 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Σχετικά με το παρόν άρ. βλ. και την περ. β) του άρ. 25 του ν. 2961/2001 (Α΄266/22.11.2001) περί κυρώσεως του κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών κλπ. αναφορικά με τις απαλλαγές των κτήσεων από το φόρο.

 

Άρθρο: 97 - Εποπτεία Υπουργείου Οικονομικών.

1. Περιουσίαι περί ών τα άρθρ. 95 και 96 του παρόντος εκκαθαρίζονται κατά τα άρθρ. 63 και επόμενα του παρόντος και υπάγονται εις την εποπτείαν του Υπουργείου των Οικονομικών. Εις την περίπτωσιν τα ης παρ. 2 του άρθρ. 96 η εποπτεία του Υπουργείου των Οικονομικών ασκείται μέχρι της εκκαθαρίσεως της περιουσίας και παραδόσεως αυτής εις το ίδρυμα. Εάν η εκτέλεσις του κοινωφελούς σκοπού ανατίθηται εις Δήμους, Κοινότητας ή Συνδέσμους Κοινοτήτων ή κατά τον παρόντα Νόμον εποπτεία του Υπουργείου Οικονομικών επί της εκτελέσεως του σκοπού ασκείται από κοινού μετά του Υπουργείου Εσωτερικών ή του Υπουργείου Διοικήσεως Πρωτευούσης ως κατά σκοπόν αρμοδίων.

2. Κοινωφελή ιδρύματα συσταθέντα ή συνιστώμενα διά διατάξεων τελευταίας βουλήσεως ή άλλης εν ζωή ή αιτία θανάτου χαριστικής πράξεως υπό οιονδήποτε τύπον νομικού προσώπου λειτουργούντα, ανεξαρτήτως οιασδήποτε και παρ' οιουδήποτε μεταγενεστέρας προικοδοτήσεως αυτών υπάγονται εις την κατά τον παρόντα Νόμον εποπτείαν του Υπουργείου Οικονομικών.

"3. Διά Δ/των, εκδιδομένων προτάσει του επί των Οικονομικών Υπουργού δύνανται να εξαιρώνται της κατά τον παρόντα Νόμον εποπτείας του Υπουργείου των Οικονομικών, επί της διαχειρίσεώς των, κοινωφελή ιδρύματα εκ των εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένων, εφ' όσον ταύτα κυρίως δεν συντηρούνται εκ των πόρων της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς, άλλ' έχουσιν πόρους εκ της λειτουργίας των ή επιχορηγούνται εν όλω ή εν μέρει παρά του Δημοσίου ή άλλου νομικού προσώπου ή οργανισμού. Το εξαιρούμενον της εποπτείας του Υπουργείου Οικονομικών κοινωφελές ίδρυμα υπάγεται εις την εποπτείαν του αρμοδίου ως εκ του σκοπού Υπουργείου ή του Νομάρχη συμφώνως προς τας διατάξεις της κειμένης νομοθεσίας. Εν πάση όμως περιπτώσει παραμένει εις το Υπουργείον Οικονομικών η εποπτεία επί της διατηρήσεως ή επενδύσεως εις άλλα περιουσιακά στοιχεία της καταληφθείσης διά συστατικών πράξεων εις τα περί ών η παρούσα παράγραφος κοινωφελή ιδρύματα περιουσίας ως και επί της εκκαθαρίσεως των κατά κληρονομίαν, κληροδοσίαν και δωρεάν καταλειπομένων άλλων περιουσιών και επί της διαχειρίσεως και διαθέσεως των προς εκτέλεσιν ειδικού κοινωφελούς σκοπού καταλειπομένων τοιούτων περιουσιών, ασκουμένη κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου".

Σχόλια
Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 22 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 98 - Καταστατικά κοινωφελών ιδρυμάτων.

1. Κοινωφελή ιδρύματα, περί ών τα άρθρ. 95 παρ. 1 και 97 παρ. 2 λειτουργούσι επί τη βάσει καταστατικού ή οργανισμού, εφόσον η διαθήκη δεν περιέχει διατάξεις διοικήσεως του ιδρύματος ή αι υπάρχουσαι τοιαύται κρίνονται ατελείς, ότε και συμπληρούνται κατά τα ανωτέρω.

2. Ο οργανισμός ή το καταστατικόν προβλέπει περί της διοικήσεως, διαχειρίσεως, εκπροσωπήσεως του ιδρύματος, εκλογής των διοικητών, προσλήψεως και αντιμισθίας του απαραιτήτου προσωπικού, τρόπου εκτελέσεως του σκοπού και περί πάσης άλλης λεπτομερείας, μη προβλεπομένης εν τη συστατική πράξει ή ατελώς ρυθμιζομένης δι' αυτής, συντάσσεται υπό των διοικητών του ιδρύματος και εν αμελεία αυτών υπό του Υπουργείου Οικονομικών και εγκρίνεται διά Β.Δ/τος εκδιδομένου μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών, και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού, δυναμένων να τροποποιώσι τας διατάξεις του καταστατικού ή οργανισμού ή να προσθέτωσι νέας τοιαύτας, τηρουμένων όμως των όρων της διαθήκης ή άλλης συστατικής πράξεως.

3. Διά του οργανισμού ή καταστατικού ιδρυμάτων, συσταθέντων εκ περιουσιών καταλειφθεισών εις το Δημόσιον προς εκτέλεσιν ειδικού κοινωφελούς σκοπού, δύναται να προβλέπηται η είσπραξις των εσόδων των κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, εφαρμοζομένων και των περί προσθέτων τελών και τόκων υπερημερίας επί των χρεών προς το Δημόσιον διατάξεων του Νόμου τούτου.

 

Άρθρο: 99 - Διοικηταί Ιδρυμάτων.

1. Η αποδοχή του λειτουργήματος των διοικητών των ιδρυμάτων γίνεται διά δηλώσεώς των, υποβαλλομένης εις τον Υπουργόν των Οικονομικών, εφαρμοζομένων κατ' αναλογίαν των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρ. 66 του παρόντος. Καθ' όμοιον τρόπον γίνεται και η παραίτησις των διοικητών, ευθυνομένων εν περιπτώσει υπαιτίου ακαίρου παραιτήσεως κατά τα εν άρθρ. 85 του παρόντος οριζόμενα.

2. Οι εκτελεσταί της διαθήκης οι αρμόδιοι και διά την εκτέλεσιν των σκοπών του ιδρύματος αποκτώσι την ιδιότητα του διοικητού του ιδρύματος άμα τη ενάρξει της λειτουργίας αυτού, μη απαιτουμένης της κατά την προηγουμένην παράγραφον δηλώσεως αποδοχής.

3. Αι διατάξεις του άρθρ. 65 περί ανικανότητος εφαρμόζονται και επί των διοικητών των ιδρυμάτων. Η αντικατάστασις των διοικητών των ιδρυμάτων, συντρέχοντο τινός των εν άρθρ. 86 παρ. 2 του παρόντος αναφερομένων λόγων, ενεργείται παρά του Υπουργού των Οικονομικών και του ως εκ του σκοπού αρμοδίου Υπουργού μετά πρότασιν του ιδρύματος και ελλείψει τοιαύτης αυτεπαγγέλτως, μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Περίληψις της πράξεως των Υπουργών περί διορισμού και αντικαταστάσεως των διοικητών ιδρυμάτων δημοσιεύεται εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως.

4. Εν περιοπτώσει αποποιήσεως, παραιτήσεως, ανικανότητος, εκπτώσεως, αντικαταστάσεως ή θανάτου διοικητού ιδρύματος, διορίζεται πάντοτε αντικαταστάτης κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και της συστατικής πράξεως ή ελλείψει τοιούτων κατά τας διατάξεις του οργανισμού.

"Αι διατάξεις των παρ. 5,6 και 7 του άρθρ. 86 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και εν προκειμένω".

5. "Οι διοικηταί ιδρυμάτων ενεργούσι κατά τας διατάξεις της συστατικής πράξεως και του καταστατικού, επιφυλασσομένης πάντοτε της εφαρμογής των διατάξεων του εδαφ. γ' του άρθρ. 80, ευθύνονται δε κατά τας διατάξεις του τελευταίου εδαφίου του αυτού άρθρ. 80 αναλόγως εφαρμοζομένας". "6. Οταν στον οργανισμό κοινωφελούς ιδρύματος ορίζεται άρτιος αριθμός μελών του διοικητικού συμβουλίου του και λόγω ισοψηφίας δεν επιτευχθεί η συγκρότησή του σε σώμα σε τρεις συνεδριάσεις, που η τελευταία δεν μπορεί να απέχει από την πρώτη περισσότερο από ένα (1) μήνα, ούτε προβλέπεται στη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος ειδικός τρόπος επίλυσης του προβλήματος τούτου, διενεργείται προς τούτο ψηφοφορία, στην οποία δεν συμμετέχει ένα μέλος που αναδεικνύεται έπειτα από δημόσια κλήρωση. Αδικαιολόγητη απουσία από την ψηφοφορία αυτή θεωρείται ως παραίτηση. Κατ' εξαίρεση, είναι δυνατόν, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, να λαμβάνονται επαρκώς αιτιολογημένες αποφάσεις από το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος για θέματα διοίκησης και διαχείρισης της περιουσίας και εκτέλεσης του κοινωφελούς σκοπού και πριν από την ανωτέρω συγκρότηση σε σώμα, εφόσον υπάρχει η προβλεπόμενη από τη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος απαρτία των μελών και πλειοψηφία.

Οι παραπάνω συνεδριάσεις, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος, συγκαλούνται με πρωτοβουλία και επιμέλεια δύο τουλάχιστον μελών του διοικητικού συμβουλίου".

Σχόλια
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 23 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 6 προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 23 Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄).

 

Άρθρο: 100 - Ειδικαί διατάξεις.

"1. Αι διατάξεις των άρθρ. 7,28, 29, 69 παρ. 3,73,74,75,77 παρ. 2,83 και 89-94 εφαρμόζονται αναλόγως και επί των υπό του παρόντος Νόμου διεπομένων ιδρυμάτων."

2. Αι μισθώσεις και εκποιήσεις ακινήτων και κινητών ενεργούνται υπό των διοικητών του ιδρύματος κατά τας διατάξεις των άρθρ. 70-72 και 94 και των προς εκτέλεσιν αυτών Β.Δ/των. Εις τας δημοπρασίας δύναται να συμπράττη και δημόσιος υπάλληλος οριζόμενος υπό του Υπουργού των Οικονομικών ή και τη αιτήσει των διοικητών του ιδρύματος να ανατίθηται η διεξαγωγή των δημοπρασιών εις Οικον. Εφορον, Οικονομ. Επιθεωρητήν ή Ειρηνοδίκην, οριζόμενον υπό του Υπουργού των Οικονομικών.

"Αι διατάξεις του άρθρ. 5 του Νόμ. 5895 ως τούτο συνεπληρώθη διά του άρθρ. 20 του Α.Ν. 1540/1938 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί διοικήσεως των δημοσίων κτημάτων περιουσίας", εφαρμόζονται και επί κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών καταλειπομένων προς εκτέλεσιν κοινωφελούς σκοπού ή έργου υπέρ υφισταμένων νομικών προσώπων εν γένει των οποίων αι εξ εκμισθώσεως ακινήτων πρόσοδοι εισπράττονται κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων".

3. Αι διατάξεις του Β.Δ. της 12 Μαΐου 1835 και του Νόμ. ΒΦΛΗ' της 19/20 Μαρτ. 1898 "περί παραστάσεων επί δικαστηρίου των Δήμων και των αγαθοεργών καταστημάτων και Ναών" δεν εφαρμόζονται επί των υπό του παρόντος Νόμου διεπομένων ιδρυμάτων, της αδείας προς έγερσιν ή απόκρουσιν αγωγής και εν γένει άσκησιν ή απόκρουσιν ενδίκων μέσων παρεχομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών κατά τα εν τη παρ. 2 του άρθρ. 27 οριζόμενα.

4. Τα υπό του παρόντος Νόμου διεπόμενα ιδρύματα δύνανται μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών να επιλύωσι διά συμβιβασμού ή διαιτησίας τας διαφοράς αυτών, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της Πολιτ. Δικονομίας και της παρ. 2 του άρθρ. 74 του παρόντος Νόμου.

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 ΝΔ 2157/1943. Το εντός " " εδάφιο της παρ. 2 προστέθηκε με το άρθρο 36 ΝΔ 520/1941. Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου εκδόθηκε το ΠΔ (πλέον) 352/1994 (Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.

 

Άρθρο: 101 - Προϋπολογισμοί ιδρυμάτων.

1. Οι διοικηταί και υφ' οιονδήποτε τίτλον διαχειρισταί των περί ών τα άρθρ. 95 παρ. 1 και 97 παρ. 2 ιδρυμάτων καταρτίζουσι και υποβάλλουσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών προϋπολογισμόν και απολογισμόν των εσόδων και εξόδων αυτών, εις ούς οι εκτελούμενοι τυχόν πλείονες σκοποί εμφανίζονται υπό ίδια κεφάλαια. Μετά του απολογισμού καταρτίζεται και υποβάλλεται γενικός ισολογισμός της περιουσίας του ιδρύματος, όστις οφείλει να περιλαμβάνη την γενικήν κατάστασιν του ενεργητικού και παθητικού κατά την λήξιν του οικον. έτους, αναγραφομένων εν ιδίαις απολογιστικαίς καταστάσεσιν απασών των μεταβολών, άς υπέστησαν διαρκούντος του οικον. έτους τα περιουσιακά στοιχεία του ιδρύματος. "Ο απολογισμός των παραπάνω ιδρυμάτων δημοσιεύεται με φροντίδα των διοικητών ή διαχειριστών τους, μία φορά τουλάχιστον σε μία ημερησία εφημερίδα, που εκδίδεται στον τόπο που εδρεύει το ίδρυμα ή αν δεν εκδίδεται ημερήσια σε άλλη τοπική εφημερίδα. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στον τόπο αυτόν, δημοσιεύεται σε εφημερίδα που εκδίδεται στην ευρύτερη περιφέρεια ή στο νομό. Αντίτυπο της εφημερίδας αυτής αποστέλλεται υποχρεωτικά από τους παραπάνω διοικητές ή διαχειριστές, στην αρμόδια κατά νόμο για την έγκριση του απολογισμού αρχή, εντός δύο (2) μηνών το πολύ από την υποβολή του απολογισμού στην παραπάνω αρχή.

Η μη δημοσίευση ή μη υποβολή αντιτύπου εφημερίδας, κατά τα ανωτέρω, αποτελεί πειθαρχική παράβαση της παραγράφου 2 του άρθρου 140 του παρόντος νόμου."

2. Ο προϋπολογισμός των εσόδων και εξόδων υποβάλλεται 3 μήνας πρό της ενάρξεως του οικον. έτους, ο δε απολογισμός μετά του ισολογισμού εντός 2 μηνών από της λήξεως αυτού.

3. "Η οικονομική διαχείρισις των ιδρυμάτων τούτων είναι ενιαυσία άρχεται δε από 1 Ιανουαρίου και λήγει την 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. Δι' ωρισμένας κατηγορίας ιδρυμάτων δύναται διά Β.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών, να ορίζηται διάφορος της ανωτέρω διαχειριστική περίοδος".

4. Ο προϋπολογισμός και απολογισμός εγκρίνονται διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν της κατά την παρ. 6 επιτροπής. Διά της πράξεως ταύτης δύνανται να τροποποιώνται τα εν τω προϋπολογισμώ αναγραφόμενα ποσά των τε εσόδων και εξόδων ή και να εγγράφωνται νέα έσοδα και έξοδα. Μέχρι της εκδόσεως της κατά τα ανωτέρω εγκριτικής πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών η διοίκησις των εσόδων και εξόδων του ιδρύματος ενεργείται επί τη βάσει του διά το λήξαν οικον. έτος εγκεκριμένου προϋπολογισμού αυτού.

5. Εξαιρετικώς οι προϋπολογισμοί και απολογισμοί των υπαγομένων εις την αρμοδιότητα και εποπτείαν του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως ιδρυμάτων υποβάλλονται παρ' αυτών εντός των προθεσμιών της παρ. 2 εις το Υπουργείον τούτο, παρ' ού διαβιβάζονται μετά των παρατηρήσεων του εντός 15θημέρου από της εις αυτό περιελεύσεώς των εις το Υπουργείον Οικονομικών και εγκρίνονται ή τροποποιούνται κατά τας διατάξεις της παρ. 4 του παρόντος άρθρου διά κοινής πράξεως των Υπουργών Οικονομικών και Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως μετά γνωμοδότησιν της κατά την επομένην παράγραφον Επιτροπής.

6-8. (Αι παρ. 6-8 ανεφέροντο εις την παρά τω Υπουργείω Οικονομικών Επιτροπήν ελέγχου των προϋπολογισμών και απολογισμών των κοινωφελών ιδρυμάτων, ήτις είχε διατηρηθή διά του άρθρ. 1 παρ. 12 Β.Δ. 402 της 25/29 Μαΐου 1965 (ανωτ. σελ. 58,11). Ηδη, διά την παρ. 13 άρθρ. 1 της υπ' αριθ. Δ. 6741 της 24/30 Ιουν. 1967 αποφάσεως των Αντιπροέδρων Κυβερνήσεως και Υπ. Οικονομικών (ανωτ. σελ. 58,21), ώς αύτη ετροποποιήθη ως προς την παρ. 13 διά της υπ' αριθ. Δ. 8479 της 28 Ιουλ./8 Αυγ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β' 493), ως η τελευταία διορθώθη διά της υπ' αριθ. Δ. 10238 της 15/25 Σεπτ. 1967 ομοίας (ΦΕΚ Β' 589), η Επιτροπή αύτη συνεχωνεύθη μετά της Επιτροπής Ελέγχου Λογοδοσιών του άρθρ. 32 παρ. 2 εις μίαν ενιαίαν επιτροπήν, της οποίας την σύνθεσιν, αρμοδιότητας κλπ. βλέπε ανωτ. εν παρ. 2 άρθρ. 32).

9. Εάν η διατιθεμένη περιουσία είναι ανεπαρκής διά την εκτέλεσιν του σκοπού δύναται διά του κατά την παρ. 1 προϋπολογισμού των εσόδων και εξόδων της περιουσίας να προβλέπηται η καταβολή αυτής, εις το υφιστάμενον νομικόν πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου εις ό ανετέθη η εκτέλεσις του σκοπού, εφ' όσον τούτο ήθελε διά των ιδίων αυτού πόρων συμπληρώσει το απαιτούμενον προς εκτέλεσιν του σκοπού ποσόν. Εν τη περιπτώσει ταύτη τα δικαιολογητικά της όλης δαπάνης επισυνάπτονται εις τον απολογισμόν του νομικού τούτου προσώπου, προελέγχονται όμως υπό της κατά την παρ. 6 του παρόντος άρθρου Επιτροπής, η γνωμοδότησις της οποίας αποστέλλεται εις την αρμόδιον διά την έκδοσιν της επί του απολογισμού αποφάσεως αρχήν.

10. Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών δύνανται να ορίζωνται λεπτομερέστερον τα του τρόπου καταρτίσεως των προϋπολογισμών και απολογισμών, περιεχομένου, τύπου και εγκρίσεως αυτών, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά, τα τηρούμενα υπό των ιδρυμάτων βιβλία και τα τρόπου πληρωμής των εξοδών των ιδρυμάτων και εισπράξεως των εσόδων των.

Σχόλια
Τα εντός " " εδάφια της παρ. 1 προστέθηκαν με το άρθρο 1 παρ. 24 Ν. 2386/1996. Η παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 102

1. Ουδεμία μεταβολή ούτε μεταφορά πιστώσεων από κεφαλαίου εις κεφάλαιον και από άρθρου εις άρθρον επιτρέπεται εις τον προϋπολογισμόν άνευ προηγουμένης εγκριτικής αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών.

2. Ουδεμία δαπάνη εις βάρος των ιδρυμάτων επιτρέπεται άνευ προηγουμένης αναγραφής της εν τω εγκεκριμένω κατά τ' ανωτέρω προϋπολογισμώ.

3. Πάσα δαπάνη ενεργουμένη παρά τας διατάξεις του παρόντος ή της συστατικής πράξεως ή του οργανισμού ή άνευ εγκεκριμένου προϋπολογισμού ή καθ' υπέρβασιν των εν τω προϋπολογισμώ αναγραφομένων πιστώσεων βαρύνει αλληλεγγύως τους εντεταλμένους την δαπάνην διοικητάς και διαχειριστάς του ιδρύματος, καταλογίζεται δε διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των άρθρ. 32,33 και 82 του παρόντος.

"Ο καταλογισμός της δαπάνης δύναται να επεκτείνηται και εις τους υπαλλήλους διαχειριστάς του ιδρύματος, εφ' όσον ούτοι εγένοντο υπαίτιοι αυτής ή συνείργησαν εις αυτήν".

"4. Διοικηταί και Διευθυνταί Τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων εν γένει, εις τα οποία υφίστανται καταθέσεις κοινωφελών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και περιουσιών εν γένει διεπομένων υπό των διατάξεων του παρόντος Νόμου υποχρεούνται, μετ' απόφασιν του Υπουργού των Οικονομικών εκδιδομένην λόγω υποβολής των ετησίων προϋπολογισμών και απολογισμών, ν' αρνώνται την απόδοσιν των καταθέσεων και εν γένει την εκτέλεσιν εντολής πληρωμής εις βάρος των καταθέσεων τούτων, υποκείμενοι άλλως εις τας υπό του άρθρ. 140 παρ. 3 προβλεπομένας ποινάς".

 

Σχόλια
Το εντός " " εδάφιο της παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 24 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 9 ΝΔ 2157/1943.

 

Άρθρο: 103 - Διαχωρισμός περιουσίας αφορώσης πλείονας σκοπούς.

1. Εις άς περιπτώσεις περιουσία τις αφορά την εκτέλεσιν πλειόνων του ενός σκοπών και δεν έχει κατανεμηθή αύτη μεταξύ αυτών διά της συστατικής πράξεως, ενεργείται, εφ' όσον δεν απαγορεύεται τούτο υπό της συστατικής πράξεως, κατανομή της περιουσίας ταύτης κατά σκοπούς μετ' απόφασιν των διοικητών του ιδρύματος, εγκρινομένην διά πράξεως του Υπουργού των Οικονομικών, στηριζομένης εις σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Η πράξις αύτη κοινοποιείται επιμελεία του ιδρύματος ή του Υπουργείου Οικονομικών και εις την Τράπεζαν παρ. ή ευρίσκεται κατατεθειμένη η περιουσία, ήτις υποχρεούται να επιφέρη τας αναγκαίας τροποποιήσεις των παρ' αυτή οικείων λογαριασμών του κληροδοτήματος συμφώνως προς την Υπουργικήν πράξιν.

2. Εις περίπτωσιν αδυναμίας της κατά τ' ανωτέρω κατανομής δι' ήν αποφαίνεται ο Υπουργός των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ., η περιουσία εμφανίζεται εις τον λογαριασμόν περιουσίας του κυριωτέρου σκοπού του κληροδοτήματος, γενομένης παραλλήλως παραπομπής εις ένα έκαστον των λογαριασμών των λοιπών σκοπών, η δε κατανομή των εισοδημάτων κατά σκοπούς ενεργείται υπό της Διαχειριστικής Επιτροπής.

3. Αι λεπτομέρειαι του παρόντος άρθρου κανονισθήσονται διά Β.Δ/τος.

 

Άρθρο: 104 - Προϋπολογισμοί κεφαλαίων αυτοτελούς διαχειρίσεως ιδρυμάτων.

1. Αι διατάξεις των άρθρ. 101 και 102 εφαρμόζονται και επί των κατά το άρθρ. 96 παρ. 1 περιουσιών (κεφαλαίων), των ιδρυμάτων, σωματείων, οργανισμών κλπ. υποχρεουμένων να υποβάλλωσιν ίδιον προϋπολογισμόν, απολογισμόν και ισολογισμόν δι' έκαστον εκτελούμενον σκοπόν.

2. Αι διατάξεις των άρθρ. 32,33 και 82 του παρόντος έχουσιν εφαρμογήν και επί των διοικητών και διαχειριστών των κατά τα άρθρ. 95 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 97 παρ. 2 ιδρυμάτων κλπ. και περιουσιών.

 

Άρθρο: 105 - Λογαριασμοί Ιδρυμάτων μετά Τραπεζών.
1. Τράπεζαι και πιστωτικά ιδρύματα εν γένει υποχρεούνται όπως τους παρ' αυτοίς λογαριασμούς εντόκων καταθέσεων των εν άρθρ. 95 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 97 παρ. 2 του παρόντος Νόμου ιδρυμάτων και σκοπών κλείωσι την 31 Μαρτίου "και 30 Σεπτεμβρίου" εκάστου έτους και μεταφέρωσι το μέχρι της χρονολογίας ταύτης ποσόν αναλογούντων τόκων εις τον παρά τη οικεία τραπέζη υφιστάμενον δοσοληπτικόν λογαριασμόν του ιδρύματος και σκοπού.

2. Τα αυτά ιδρύματα και κοινωφελείς σκοποί υποχρεούνται όπως απάσας τας εισπράξεις και πληρωμάς αυτών ενεργώσι διά μιάς μόνον Τραπέζης ή ταμείου, οριζομένων δι' αποφάσεως των διοικητών και δι' ενός παρ' αυτοίς δοσοληπτικού λογαριασμού.

3. Κατ' εξαίρεσιν προκειμένου περί μικρών δαπανών δύνανται αι διοικήσεις των περί ών ανωτέρω ιδρυμάτων και περιουσιών, να αποσύρωσιν εκάστοτε εκ του κατά τ' ανωτέρω δοσοληπτικού λογαριασμού ανάλογον ποσόν, οριζόμενον δι' ειδικής αποφάσεως αυτών, όπερ όμως, εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να επερβαίνη την διά την δαπάνην ταύτηναναγεγραμμένην εν τω ειδικώ κεφαλαίω και άρθρω του προϋπολογισμού πίστωσιν.

4. Απαγορεύεται απολύτως η προς τον σκοπόν της πληρωμής τοιούτων δαπανών παρακράτησις οιουδήποτε ποσού εκ των τυχόν ενεργουμένων απ' ευθείας εισπράξεων.

Σχόλια
Η φράση "και 30 Σεπτεμβρίου" της παρ. 1 προστέθηκε με το άρθρο 25 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 106 - Φορολογικές απαλλαγές.

1. Ακίνητα, ανήκοντα εις ιδρύματα εξυπηρετικά τη εκπαιδεύσει απαλλάσσονται του φόρου οικοδομών.

2. Τα Ελληνικά θρησκευτικά, εθνωφελή κοινωφελή, φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα νομίμως υφιστάμενα ή συνιστώμενα διά πράξεως εν ζωή ή διατάξεως τελευταίας βουλήσεως ως και τα ξένα τοιαύτα, υπό τον όρον όμως της αμοιβαιότητος, εξαιρούνται του φόρου κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών ως και των διά τον καταρτισμόν του περί δωρεάς συμβολαιογράφικού ή ιδιωτικού εγγράφου τελών χαρτοσήμου και τελών μεταγραφής. Προς τα ως άνω Ελληνικά ιδρύματα εξομοιούνται το Ιερόν Κοινόν του Παναγίου Τάφου, η Ιερά Μονή του Ορους Σινά, η Ιερά Μονή Πάτμου, η εν Αθήναις Γεωργική Εταιρεία και τα Ωδεία Αθηνών Πειραιώς.

3. Διά Β.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου επιτρέπεται η φορολογική απαλλαγή από δημοσίων, δημοτικών ή άλλων προσθέτων φόρων, δασμών, τελών και δικαιωμάτων, ιδρυμάτων διεπομένων υπό του παρόντος Νόμου. Η απαλλαγή αύτη δύναται να παρέχηται εις ωρισμένας κατηγορίας ιδρυμάτων ή μόνον εις ωρισμένα ιδρύματα, δύναται δε να είναι γενική ή ειδική από ωρισμένων μόνον φόρων.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

ΥΠΟΤΡΟΦΙΑΙ ΕΚ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΩΝ, ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΩΡΕΩΝ ΔΙΟΙΚΟΥΜΕΝΩΝ ΥΠΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΛΗΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Άρθρο: 107 - Διαγωνισμοί.

"1. Στην περίπτωση, που από τη συστατική πράξη η χορήγηση των υποτροφιών έχει ανατεθεί σε άλλα πρόσωπα και όχι στο κράτος, τότε οι ενταλμένοι την εκτέλεση των υποτροφιών υποχρεούνται να διενεργούν διαγωνισμούς ενώπιον εξεταστικών επιτροπών, που ορίζονται από τον αρμόδιο νομάρχη.

"Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που δεν ορίζεται ειδικότερα με τη διαθήκη ή τη συστατική πράξη ο τρόπος της εκλογής των υποτρόφων, είναι δυνατόν, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων ή του αρμοδίου νομάρχη μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, κατά τις διακρίσεις του π.δ/τος 97/1993 (ΦΕΚ 43 Α'), να παραλείπεται η διενέργεια του διαγωνισμού, όταν από το χαρακτήρα του κληροδοτήματος ή για εξαιρετικούς λόγους ή ειδικούς όρους της διαθήκης ή της συστατικής πράξης, είναι ανέφικτος ή δυσχερής ή εξαιρετικά δαπανηρή για το κληροδότημα η διενέργεια του διαγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, η εκλογή των υποτρόφων ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 108 του παρόντος ή κατά τον τρόπο που θα καθορισθεί με ειδικό οργανισμό του κληροδοτήματος τούτου, ο οποίος θα κυρωθεί με προεδρικό διάταγμα."

2. Οι διαγωνισμοί ενεργούνται μετά από προκήρυξη, που εκδίδουν οι ενταλμένοι την εκτέλεση των υποτροφιών, η οποία προκήρυξη εγκρίνεται από τον αρμόδιο νομάρχη, ο οποίος μπορεί να αναβάλει τη διενέργια του διαγωνισμού και να απορρίψει ή να τροποποιήσει την προκήρυξη, εφόσον δεν κρίνεται σύμφωνη με τη θέληση των διαθετών ή δωρητών ή με τις διατάξεις του οργανισμού.

"3. Περίληψη της προκήρυξης, μετά από την έγκριση ή την τροποποίησή της, δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του διαγωνισμού, δύο φορές σε δύο τοπικές εφημερίδες, κατά προτίμηση ημερήσιες, που εκδίδονται στον τόπο της τέλεσης του διαγωνισμού ή στην περιφέρεια του τόπου του διαγωνισμού και μία φορά σε δύο ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας. Η προκήρυξη τοιχοκολλάται επίσης στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα, στο κατάστημα διενέργειας του διαγωνισμού και στα γραφεία της κοινωφελούς περιουσίας."

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 άρθρου 10 Ν. 1583/1985. Τα εντός " " δύο εδάφια της παρ. 1 προστέθηκαν με το άρθρο 1 παρ. 25 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄). Η παρ. 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 26 του Ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄).

 

Άρθρο: 108 - Έγκριση εκλογής υποτρόφων.

"1. Με βάση τα πρακτικά των εξεταστικών επιτροπών εκδίδεται πράξη της διαχειριστικής επιτροπής της κοινωφελούς περιουσίας, για την εκλογή των υποτρόφων, στην οποία ορίζονται οι υπότροφοι, ο γενικός βαθμός που πήραν στο διαγωνισμό, ο κλάδος των σπουδών, η διάρκεια της υποτροφίας τους προς το ποσό της υποτροφίας τους.

2. Η πράξη αυτή τοιχοκολλάται στο κατάστημα όπου έγινε ο διαγωνισμός, στα γραφεία της κοινωφελούς περιουσίας και στο κοινοτικό ή δημοτικό κατάστημα για 10 ημέρες και μετά την πάροδο του χρόνου αυτού υποβάλλεται, μαζί με τις υπάρχουσες τυχόν ενστάσεις, στον αρμόδιο νομάρχη, ο οποίος διαβιβάζει αυτά με τις δικές του παρατηρήσεις στο Υπουργείο Οικονομικών.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη και αιτιολογημένη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, εγκρίνονται τα πρακτικά του διαγωνισμού και η κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου απόφαση ή μπορεί να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν αυτά στο σύνολό τους, ως προς όλους τους υποψηφίους ή ως προς μερικούς από αυτούς, αν ο διαγωνισμός δεν έγινε σύμφωνα με τη συστατική πράξη ή τον οργανισμό ή τις διατάξεις που ισχύουν. Η κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου πράξη εκτελείται μετά την εγκριτική ή τροποποιητική απόφαση τοου Υπουργού Οικονομικών.

4. Στην περίπτωση εκλογής των υποτρόφων χωρίς διαγωνισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις της συστατικής πράξης ή του οργανισμού, εφόσον υπάρχει από τις διατάξεις αυτές ειδική διαδικασία εκλογής των υποτρόφων, ακολουθείται η διαδικασία αυτή και το πρακτικό της εκλογής υποβάλλεται στον αρμόδιο νομάρχη, ο οποίος διαβιβάζει αυτό στο Υπουργείο Οικονομικών με τις τυχόν παρατηρήσεις του. Εφόσον όμως δεν υπάρχει ειδική διαδικασία εκλογής υποτρόφων, τότε για την εκλογή τους οι διαχειριζόμενοι την κοινωφελή περιουσία συντάσσουν πρόσκληση, στην οποία αναφέρεται ο αριθμός των υποτροφιών, οι κλάδοι σπουδών οι προϋποθέσεις απονομής της υποτροφίας και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. "Περίληψη της πρόσκλησης αυτής δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιτον ημέρες πριν από την ημέρα επιλογής των υποτρόφων, δύο φορές σε δύο τοπικές εφημερίδες, κατά προτίμηση ημερήσιες, που εκδίδονται στον τόπο της έδρας της κοινωφελούς περιουσίας, ως και μία φορά σε δύο ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας."

Τοιχοκολλάται επίσης στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα, στα γραφεία της κοινωφελούς περιούσιας και όπου αλλού ήθελε κριθεί σκόπιμο. Με βάση τα υποβληθέντα στοιχεία εκδίδεται πράξη της διαχειριστικής επιτροπής της κοινωφελούς περιουσίας για την επιλογή των υποτρόφων. Στη συνέχεια ακολουθείται ανάλογα η διαδικασία των παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

5. Οπου αναφέρεται "αρμόδιος νομάρχης" νοείται ο νομάρχης της περιφέρειας της έδρας της κοινωφελούς περιουσίας".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο και ο τίτλος του τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 άρθρου 10 Ν. 1583/1985. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 27 του Ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄).

 

Άρθρο: 109 - Συμβάσεις μετά υποτρόφων.

Μετά την κατά τα ανωτέρω δημοσίευσιν της περί εκλογής του υποτρόφου αποφάσεως συντάσσεται συμβόλαιον μεταξύ του διαχειριζομένου το κληροδότημα νομικού ή φυσικού προσώπου και του διορισθέντος υποτρόφου, εφ' απλού χάρτου, δι' ού καθορίζονται οι τυχόν υπό της διαθήκης ή δωρεάς προβλεπόμενοι όροι, έτι δε και πρόσθετοι τοιούτοι κατ' αναλογίαν των εν άρθρ. 56 του παρόντος οριζομένων.

 

Άρθρο: 110

Αι διατάξεις των άρθρ. 54 έως 62 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και επί των υποτροφιών του παρόντος Κεφαλαίου, εφόσον αι διαθήκαι ή δωρεαί ή ειδικοί Νόμοι δεν ορίζουσιν άλλως. Αι υποτροφίαι και τα οδοιπορικά έξοδα παρέχονται διά πράξεως του διαχειριζομένου το κληροδότημα νομικού ή φυσικού προσώπου.

 

Άρθρο: 111 - Δαπάναι διά την λειτουργίαν σχολείων.

Αι δαπάναι σχολείων της Δημοτικής και Μέσης εκπαιδεύσεως, αι καταβαλλόμεναι εκ κληροδοτημάτων συμπληρούνται εν ανεπάρκεια υπό του Κράτους. Η επί πλέον αναγκαιούσα δαπάνη, αναγράφεται εν συνόλω εις τον προϋπολογισμόν των εξόδων του Υπουργείου των Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας και διατίθεται κατά σχολεία και κατά ποσά καθοριζόμενα διά πράξεων των Υπουργών Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας και Οικονομικών.

 

Άρθρο: 112 - Αμοιβαί εξεταστικών Επιτροπών.

Αι δαπάναι δι' αμοιβήν των εξεταστικών επιτροπών και δι' οδοιπορικά έξοδα των μελών αυτών βαρύνουσι το οικείον κληροδότημα, καθορίζονται δε δι' ειδικής πράξεως του διαχειριζομένου το κληροδότημα νομικού ή φυσικού προσώπου, εγκρινομένης δι' αποφάσεως του επί των Οικονομικών Υπουργού μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. μή ισχυόντων ως προς αυτάς των περιορισμών του άρθρ. 1 του υπ' αριθ. 292 της 30/31 Οκτ. 1936 Α. Νόμου "περί τροποποιήσεως του υπ' άριθ. 120 Α.Νόμου της 27 Σεπτ. 1936 περί θέσεως εις διαθεσιμότητα δημοσίων λειτουργών κλπ." ως τροποποιηθέν αντικατεστάθη διά του άρθρ. 1 του υπ' αριθ. 1194 της 18/27 Απρ. 1938 "περί των προσθέτων απολαυών των εμμίσθων δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών εν γένει".

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

 

Άρθρο: 113

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/11984).

 

Άρθρο: 114

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 115

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 116

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 117

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 118

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 119

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 120

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 121

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 122

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 123

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

Άρθρο: 124

(Καταργήθηκε με το εδάφιο ια άρθρου 47 Ν. 1473/1984).

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'

ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΑΙ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 125 - Ασφαλιστικά μέτρα. Νομιμοποίησις Υπουργού Οικονομικών.

1. "Επί κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών καταλειπομένων υπό αίρεσιν προθεσμίαν ή όρον προς εκπλήρωσιν κοινωφελούς σκοπού ή έργου ο κληρονόμος, κληροδόχος, υποχρεούται εις παροχήν ασφαλείας κατά τα κατωτέρω οριζόμενα".

2. Πλην των εκτελεστών διαθηκών και διοικητών κοινωφελών ιδρυμάτων δύναται και ο Υπουργός των Οικονομικών να προκαλέση διαδικασίαν και εγείρη αγωγήν προς αναγνώρισιν και διεκδίκησιν πάσης υπέρ κοινωφελών σκοπών ή υπέρ κοινωφελούς ιδρύματος άνευ ειδικού σκοπού ταχθείσης περιουσίας και προς λήψιν συντηρητικών, ασφαλιστικών, προσωρινών και δικαστικών εν γένει μέτρων προς εξασφάλισιν της περιουσίας ταύτης. "Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να επισπεύδη την αναγκαστικήν εκτέλεσιν προς είσπραξιν ομοίων περιουσιών".

3. Διά την λήψιν συντηρητικών μέτρων των προβλεπομένων υπό της Πολιτ. Δικονομίας, αποφαίνεται ο αρμόδιος Πρόεδρος Πρωτοδικών κατά τα άρθρ. 634 και επόμενα της Πολιτ. Δικονομίας, καλουμένου πάντοτε του καθ' ού ζητείται η λήψις συντηρητικών μέτρων, εν περιπτώσει δε συγχωρήσεως διά της αποφάσεώς του, της λήψεως του μέτρου της εγγυήσεως, εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρ. 840 έως 848 της Πολιτικής Δικονομίας. "Η αρμοδιότης του Προέδρου Πρωτοδικών είναι αποκλειστική μή επιτρεπομένης της παραπομπής ή της εισαγωγής της υποθέσεως εις το Πρωτοδικείον". Κατά της αποφάσεως του Προέδρου Πρωτοδικών επιτρέπεται μόνον έφεσις ενώπιον του προέδρου Εφετών, εντός 30 ημερών από της κοινοποιήσεώς της.

4. Ο Υπουργός των Οικονομικών ή οι νόμιμοι εκπρόσωποι του ιδρύματος και κοινωφελούς περιουσίας, μετ' έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών και εν αμφοτέραις ταις περιπτώσεις μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. δύνανται να προέλθωσι μετά του βεβαρημένου κληρονόμου ή άλλου υποχρέου εις συμφωνίαν περί παροχής ασφαλείας, του είδους, ποσού και τρόπου παροχής αυτής, πάσα δε διαφωνία ως προς το είδος, το ποσόν και τον τρόπον της παροχής ασφαλείας, αίρεται υπό του Προέδρου των Πρωτοδικών της κατοικίας του καθ' ού η ασφάλεια επί τη αιτήσει ενός των ενδιαφερομένων κατά την διαδικασίαν των άρθρ. 634 και επόμενα της Πολιτ. Δικονομίας και κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου.

5. Αι διατάξεις του άρθρ. 11 παρ. 2 του Νόμου της 11/12 Αυγ. 1836 "περί υποθηκών" εφαρμόζονται και επί εκτελεστών διαθήκης διά τας εκ της εκκαθαρίσεως περιουσιών του παρόντος Νόμου απαιτήσεις του Κράτους, των κοινωφελών ιδρυμάτων και κοινωφελών περιουσιών, δυναμένων προς τούτο του ιδρύματος, των εκπροσώπων της περιουσίας και του Υπουργού των Οικονομικών να αιτήσωνται την εγγραφήν υποθήκης επί ακινήτων του εκτελεστού.

Σχόλια
Το παρόν άρθρο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περίπτ. 18 ΕιςΝΚΠολΔ ΒΔ 657/1971. Η παρ. 1, συμπληρωθείσα με το άρθρο 27 ΝΔ 520/1941, τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 ΝΔ 2157/1943. Το εντός " " εδάφιο της παρ. 2 προστέθηκε με το άρθρο 27 ΝΔ 520/1941. Τα εντός " " της παρ. 3 τίθενται όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 27 ΝΔ 520/1941.


Άρθρο: 126

1. Ο Υπουργός των Οικονομικών δύναται να παρεμβαίνη κατά πάσαν στάσιν της δίκης και άνευ της κοινοποιήσεως δικογράφου παρεμβάσεως, αλλά διά των προτάσεων, εις δίκας αφορώσας διεκδίκησιν εν όλω ή εν μέρει της υπέρ του σκοπού ταχθείσης περιουσίας ή την ακύρωσιν των συστατικών πράξεων, ώς και εν γένει εις πάσας τας δίκας αίτινες ενδιαφέρουσιν οπωσδήποτε την υπέρ του σκοπού ή υπέρ κοινωφελούς ιδρύματος άνευ ειδικού σκοπού καταλειπομένην περιουσίαν.

2. Κατά των εκδιδομένων αποφάσεων ο υπουργός των Οικονομικών δύναται να ασκή αυτοτελώς ένδικα μέσα "και όταν ακόμη δεν παρέστη κατά την συζήτησιν της προσβαλλομένης αποφάσεως".

3. Τα εισαγωγικά τοιούτων δικών δικόγραφα, επί κοινή απαραδέκτου αυτών εξεταζομένου και αυτεπαγγέλτως, κοινοποιούνται και εις τον Υπουργόν των Οικονομικών, εφαρμοζομένων των περί δικών και προθεσμιών υπέρ του Δημοσίου διατάξεων.

Σχόλια
Τα εντός " " της παρ. 2 προστέθηκαν με το άρθρο 11 ΝΔ 2157/1943.

 

Άρθρο: 127

1. Κληροδοτήματα υπέρ κρατικών ή κοινωφελών σκοπών και εν γένει υπέρ των εν τοις εδαφ. β' και γ' της παρ. 1 του άρθρ. 11 του Νόμ. 1641 της 4/9 Ιαν. 1919 "περί φορολογίας των κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών, λαχείων" αναφερομένων νομικών προσώπων και ιδρυμάτων δεν εκπίπτονται ως βάρη εκ του ενεργητικού της κληρονομίας, εφ' όσον δεν επισυνάπτεται εν τη εγχειριζομένη υπό του βεβαρημένου κληρονόμου ή άλλου υποχρέου δηλώσει φόρου κληρονομίας, πιστοποίησις των εκτελεστών ή διαχειριστών του κληροδοτήματος ή του τετιμημένου ιδρύματος ή του Υπουργείου Οικονομικών, εφόσον εν τη τελευταία περιπτώσει πρόκειται περί κληροδοτημάτων υπέρ του Κράτους ή υπό την διαχείρισιν αυτού τελούντων τοιούτων, περί καταβολής του κληροδοτήματος μετά των λόγω υπερθέσεως οφειλομένων τυχόν τόκων υπερημερίας.

2. Η μετά την εγχείρισιν της δηλώσεως καταβολή του κληροδοτήματος συνεπάγεται την έκπτωσιν τούτου ως βάρος της κληρονομίας και την έκπτωσιν ή επιστροφήν του επί πλέον βεβαιωθέντος φόρου, επί τη αιτήσει του δικαιούχου υποβαλλομένη εντός τριετίας από της καταβολής του κληροδοτήματος.

"3. Οι αρμόδιοι διά την παραλαβήν, έλεγχον κλπ., των δηλώσεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών κλπ. Οικονομικοί Εφοροι και Πρόξενοι υποχρεούνται όπως αναφέρωσιν εις την παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών Διεύθυνσιν Εθνικών Κληροδοτημάτων βάσει των υποβληθεισών αυτοίς πιστοποιήσεων των εκτελεστών ή διαχειριστών κληροδοτημάτων ή του κοινωφελούς ιδρύματος, περί της γενομένης καταβολής ή εξοφλήσεως των κληροδοτημάτων, εντός μηνός το βραδύτερον από της υποβολής αυτοίς της πιστοποιήσεως".

Σχόλια
Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 16 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 128 - Κατάργησις βραχυπροθέσμων παραγραφών.

Η διάταξις του άρθρ. 2 του Νόμ. ΓΥΛΓ' της 27/30 Νοεμ. 1909 "περί βραχυπροθέσμων παραγραφών", ώς ούτος ετροποποιήθη δεν έχει εφαρμογήν επί αξιώσεων του Κράτους, των ευαγών ιδρυμάτων και πάσης εκ κληροδοτημάτων και οιασδήποτε χαριστικής πράξεως υπέρ κρατικών και κοινωφελών σκοπών.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ'

ΕΞΟΔΑ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο: 129

"1. Διά τας γενικάς δαπάνας των υπό την άμεσον διαχείρισιν του Υπουργείου Οικονομικών υπαγομένων κληροδοτημάτων και δωρεών επιβάλλεται ετησία παρακράτησις εκ δραχ. 400.000, κατανεμομένων κατ' αναλογίαν μεταξύ των ετησίων εσόδων των κληροδοτημάτων τούτων. Ομοίως επιβάλλεται παρακράτησις εκ δραχ. 200.000 βαρύνουσα κατ' αναλογίαν τας κατά το άρθρ. 44 του παρόντος Νόμου περιουσίας, ών το ετήσιον έσοδον υπερβαίνει τας 15.000 δραχμάς. Διά Δ/τος δύνανται ν' αυξάνωνται ή να περιορίζωνται τα ανωτέρω όρια παρακρατήσεως".

"2. Τα παρακρατούμενα ως άνω ποσά διατίθενται διά γραφικά έξοδα της Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων και του Εποπτικού Συμβουλίου Κληροδοτημάτων Ιωαννίνων, έξοδα καταρτίσεως μητρώου διαθετών, αγοράν επίπλων, λογιστικών βιβλίων, μηχανών και λοιπάς ανάγκας της Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων, πλουτισμόν της βιβλιοθήκης αυτής, ημερομίσθια εκτάκτου προσωπικού ως και δι' έξοδα κινήσεως και αποζημιώσεις εν γένει υπαλλήλων διά την εκτέλεσιν ειδικής υπηρεσίας πέραν των κεκανονισμένων ωρών εργασίας. Τα έξοδα κινήσεως μη δυνάμενα να ώσιν ανώτερα των δραχ. 100, ημερησίως, καθορίζονται εκάστοτε δι' αποφάσεως του επί των Οικονομικών Υπουργού, οριζούσης άμα και την εκτελεσθησομένην ειδικήν υπηρεσίαν".

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 ΝΔ 1193/1942. Η ετήσια παρακράτηση για τις γενικές δαπάνες των υπό την άμεση διαχείριση του Υπ. Οικονομικών υπαγομένων ιδρυμάτων ορίσθηκε σε δρχ. 32.000 συνολικά με την ΥΑ Κ.11744/2969/1966, η δε βαρύνουσα κατ' αναλογία τις κατά το άρθρο 44 περιουσίες, των οποίων το ετήσιο έσοδο υπερβαίνει τις δρχ. 90.000, σε ποσό δρχ. 1.200 με την ΥΑ Κ.1351/1955. Η παρ. 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 38 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 130 - Παγία προκαταβολή.

1. Διά την πληρωμήν πάσης φύσεως δαπανών και εξόδων προς εκκαθάρισιν κληρονομιώνλ, κληροδοσιών και δωρεών καταλειπομένων προς το Δημόσιον ή προς εκτέλεσιν κρατικών ή κοινωφελών έργων ή σκοπών ως και σχολαζουσών κληρονομιών, στερουμένων των απαραιτήτων χρηματικών μέσων, προκαταβάλλεται παγίως υπέρ της Διευθύνσεως Εθν. Κληροδοτημάτων ποσόν δρχ. 600.000 χορηγούμενον είτε εξ ολοκλήρου είτε κατά δόσεις δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Το κατά τ' ανωτέρω καταβαλλόμενον εκ του Δημοσίου Ταμείου ποσόν κατατίθεται εις την Τράπεζαν της Ελλάδος υπό λογαριασμόν "Παγία Προκαταβολή Εθνικών Κληροδοτημάτων".

2. Διαχειριστής της προκαταβολής ταύτης καθίσταται ο εκάστοτε Διευθυντής των Εθνικών Κληροδοτημάτων εντολή του οποίου αναλαμβάνεται πάν αναγκαίον ποσόν διά την πληρωμήν των υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων δαπανών και εξόδων.

Η εντολή αναλήψεως των αναγκαιούντων ποσών εκδίδεται παρά του Διευθυντού των Εθνικών Κληροδοτημάτων αιτήσει του εκτελεστού της διαθήκης, εκκαθαριστού της κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς Οικον. Εφόρου, Προξένου ή άλλου, εις όν ανετέθη ή εκκαθάρισις προσώπου, διοικητού ιδρύματος ή κηδεμόνος σχολαζούσης κληρονομίας. Διά πάσαν ανάληψιν ποσού ανωτέρου των 10.000 δραχμών απαιτείται προηγουμένη γνωμοδότησις του Σ.Ε.Κλ.

3. Διά την πληρωμήν δαπανών μή δυναμένων να καθορισθώσιν εκ των προτέρων επιτρέπεται η πληρωμή αναλόγου ποσού προς τα επιμελούμενα της εκκαθαρίσεως πρόσωπα επί αποδόσει λογαριασμού, αποφάσει του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Τα πρόσωπα ταύτα, καθιστάμενα δημόσιοι υπόλογοι υποχρεούνται εις την υποβολήν δικαιολογητικών της διαχειρίσεως αυτών, καθοριζομένων, διά της περί ής ανωτέρω αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών.

4. Κατά των καθυστερούντων την απόδοσιν λογαριασμού προσώπων εφαρμόζονται αι σχετικαί διατάξεις του Ν.Δ/τος "περί προπληρωμών" της 22 Σεπτ. 1923. Ο καταλογισμός αυτών γίνεται διά πράξεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου τη αιτήσει της Διευθύνσεως Εθνικών κληροδοτημάτων. "5. Εν περιπτώσει αποδόσεως λογαριασμού υπό του δοσιλόγου εκτελεστού, εκκαθαριστού, κηδεμόνος κλπ. μετά την λήξιν του οικονομικού έτους, κατά την διάρκειαν του οποίου κατεβλήθησαν εις αυτούς τας προς αντιμετώπισιν των δαπανών και άλλων εξόδων εκκαθαρίσεως χρηματικά ποσά υπό του διαχειριστού της παγίας προκαταβολής συμφώνως προς τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων, τα ποσά ταύτα αποδίδονται εις την παγίαν προκαταβολήν εκ του προϋπολογισμού των εξόδων του οικον. έτους κατά την διάρκειαν του οποίου εκδίδονται τα οικεία χρηματικά εντάλματα προς αποκατάστασιν της παγίας προκαταβολής".

Σχόλια
Η παρ. 5 προστέθηκε με το άρθρο 28 ΝΔ 520/1941.

 

Άρθρο: 131 - Διαχείρισις της παγίας προκαταβολής.

1. Παρά τη Διευθύνσει Εθνικών Κληροδοτημάτων τηρείται ειδικόν βιβλίον διαχειρίσεως της κατά το ανωτέρω άρθρον χορηγουμένης παγίας προκαταβολής. Η τήρησις του βιβλίου τούτου ανατίθεται προτάσει του Διευθυντού των Εθνικών Κληροδοτημάτων εις υπάλληλον της Διευθύνσεως ταύτης δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. Δι' ομοίας αποφάσεως εγκριθήσεται κανονισμός, περιέχων τα του τρόπου της τηρήσεως των λογαρισμών, τα των δικαιολογητικών στοιχείων της παγίας προκαταβολής και του ελέγχου αυτής.

2. Ο εντεταλμένος την τήρησιν του βιβλίου της διαχειρίσεως της παγίας προκαταβολής υπάλληλος συγκεντροί τα αποστελλόμενα παρά της Τραπέζης της Ελλάδος και των εκκαθαριστών υπολόγων αποδεικτικά κατά τ' ανωτέρω πληρωμών, άτινα υποβάλλει διακεκριμένως κατά κληρονομίαν, κληροδοσίαν ή δωρεάν εις τον διαχειριστήν της παγίας προκαταβολής Διευθυντήν Εθνικών Κληροδοτημάτων, όστις μετ' έλεγχον και έγκρισιν τούτων εντέλλεται την έκδοσιν χρηματικών ενταλμάτων, ως δευτερεύων διατάκτης, εις βάρος μεταβιβαζομένης αυτώ υπό ειδικόν κεφάλαιον και άρθρον του προϋπολογισμού των εξόδων του Υπουργείου Οικονομικών πιστώσεως.

3. Τα εντάλματα ταύτα, άτινα υπόκεινται εις τον προληπτικόν έλεγχον του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τας σχετικάς διατάξεις του οργανισμού αυτού και του Ν.Δ. της 31ης Ιουλ. 1936 "περί εκτελέσεως νομοδοτήσεως επιτροπής Οικονομικών της υπηρεσίας Υπουργείου Οικονομικών", εξοφλούνται παρά των ταμιών δι' εκδόσεως γραμματίων παραλαβής υπό λογαριασμόν "Παγία προκαταβολή Εθνικών Κληροδοτημάτων", το ποσόν των οποίων κατατίθεται κατά μήνα κατά τας κειμένας διάταξεις εις την Τράπεζαν της Ελλάδος και εις πίστωσιν του λογαριασμού τούτου.

 

Άρθρο: 132 - Είσπραξις δαπανών εκ των κληροδοτημάτων.

1. Συντελεσθείσης εν όλω ή εν μέρει της εκκαθαρίσεως κληρονομίας τινος, κληροδοσίας ή δωρεάς ή Διεύθυνσις Εθνικών Κληροδοτημάτων μεριμνά διά την είσπραξιν των δαπανηθέντων ποσών εκ του ενεργητικού ή των εισοδημάτων εκάστης τούτων και την απόδοσιν αυτών εις το Δημόσιον Ταμείον.

2.Οι Δημόσιοι Ταμίαι επί τη εξοφλήσει είτε των εκδιδομένων υπό της Διευθύνσεως Κληροδοτημάτων εις βάρος του ειδικού προϋπολογισμού αυτής χρηματικών ενταλμάτων αποδόσεως τω Δημοσίω των γενομένων εξόδων εκκαθαρίσεως εκάστης κληρονομίας κλπ. είτε επί τη εισπράξει των βεβαιουμένων μερίμνη της ιδίας Διευθύνσεως εις βάρος της κληρονομίας κλπ. εκδίδουσι γραμμάτια παραλαβής υπό ίδιον κεφάλαιον του Κρατικού Προϋπολογισμού (αντιστοιχούν εις το κατά τ' ανωτέρω Κεφάλαιον και άρθρον των εξόδων του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών).

3. Διά την είσπραξιν υπέρ του Δημοσίου των δαπανών τούτων εφαρμόζονται αι διατάξεις των Νόμων περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ'

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΩΝ

Άρθρο: 133 - Καταθέσεις περιουσιών.

Κληρονόμοι, κληροδόχοι, εκτελεσταί διαθηκών και διοικηταί ιδρυμάτων και περιουσιών, καταθέτοντες παρά Τραπέζη περιουσίας διεπομένας υπό του παρόντος Νόμου υποχρεούνται να δηλώσωσι τον σκοπόν της καταθέσεως και την συστατικήν πράξιν υπέρ των διατάξεων της οποίας διέπεται, και να ανακοινώσωσι παραχρήμα την γενομένην κατάθεσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών.

 

Άρθρο: 134 - "Επικαρπία υπέρ τρίτων".

1. Εν περιπτώσει επικαρπίας ή καταπιστεύματος επί "πραγμάτων" κινητών αξιών ή μετρητών, η κυριότης των οποίων καταλείπεται υπέρ του Δημοσίου ή κοινωφελούς ιδρύματος ή κοινωφελούς σκοπού, ο επικαρπωτής ή ο εις αποκατάστασιν υπόχρεως, υποχρεούται εις κατάθεσιν αυτών παρά τινι των εν άρθρ. 37 και 73 τραπεζών, εφ' όσον δεν ώρισται άλλως εν τη συστατική πράξει.

2. Επί τοιούτων ενεργουμένων ή υφισταμένων καταθέσεων παρά Τραπέζη ή άλλω νομικώ ή φυσικώ προσώπω ουδεμία μεταφορά ή μετατροπή κεφαλαίων συγχωρείται άνευ ειδικής προς τούτο εγκρίσεως του υπέρ ού καταλείπεται η κυριότης ιδρύματος ή σκοπού και του Υπουργού των Οικονομικών μεά γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. Η άνευ της κατά τ' ανωτέρω εγκρίσεως μεταφορά ή μετατροπή, συνεπάγεται ευθύνην της Τραπέζης προς αποζημίωσιν διά πάσαν τυχόν προσγενομένην εις το Δημόσιον ή το ίδρυμα ή τον σκοπόν ζημίαν.

3. Εξαιρετικώς δύναται να επιτραπή δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. η κατ' άλλον τρόπον διαχείρισις "πραγμάτων" των μετρητών ή κινητών αξιών υπό του επικαρπωτού ή του εις αποκατάστασιν υποχρέου, παρεχομένης όμως παρ' αυτού ασφαλείας κατά τας διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρ. 125.

Σχόλια
Ο εντός " " τίτλος του άρθρου τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 άρθρου 17 N. 4154/1961. Η λέξη "πραγμάτων" προστέθηκε στις παρ. 1 και 3 με το άρθρο 17 παρ. 1 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 135 - Υποβολή στοιχείων υπό Τραπεζών.

"1. Τράπεζαι και πιστωτικά εν γένει ιδρύματα, παρ' οίς κατατίθενται μετρητά ή κινηταί αξίαι προς φύλαξιν, επ' ονόματι του Δημοσίου ή κοινωφελούς ιδρύματος ή περιουσίας, προερχόμεναι εκ κληρονομίας, κληροδοσίαςή δωρεάς, υποχρεούνται όπως, εντός 10ημέρου από της λήξεως του μηνός καθ' όν εγένετο η κατάθεσις, υποβάλωσιν εις την παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών Διεύθυνσιν Εθνικών Κληροδοτημάτων πίνακα αναγράφοντα το ονομεταπώνυμον και την κατοικίαν του καταθέτου, εάν εδηλώθη τοιαύτη, τον δηλωθέντα σκοπόν και την χρονολογίαν της καταθέσεως, το είδος των νομισμάτων, το ποσόν του κεφαλαίου και το ποσοστόν του τόκου, προκειμένου δε περί χρεωγράφων ή μετοχών, προς τοις άνω στοιχείοις, το είδος, τον αριθμόν και την ονομαστικήν αξίαν αυτών.

2. Εντός των μηνών Ιανουαρίου και Ιουλίου εκάστου έτους πάσαι αι εν Ελλάδι λειτουργούσαι τράπεζαι υποχρεούνται, όπως υποβάλωσιν εις την αυτήν παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών Δ/νσιν Εθνικών Κληροδοτημάτων αντίγραφα κινήσεως των κατά την λήξασαν εντός του προηγουμένου μηνός εξαμηνίαν υφισταμένων οιασδήποτε φύσεως λογαριασμών παρά τω κεντρικώ καταστήματι, τοις υποκαταστήμασι και Ταμιευτηρίοις αυτών επ' ονματι του Δημοσίου ή κοινωφελούς ιδρύματος ή περιουσίας, προερχομένων εκ κληρονομίας, κληροδοσίας ή δωρεάς και προς εκπλήρωσιν κρατικών και κοινφωφελών εν γένει σκοπών, αφορώντων δε κατάθεσιν εις δραχμάς ή άλλο νόμισμα, είτε κατάθεσιν κινητών αξιών, κατά τα εν τω επομένω άρθρ. 136 του παρόντος Νόμου οριζόμενα εφ' όσον επήλθεν επί τούτων οιαδήποτε μεταβολή του λογαριασμού είτε εκ πιστώσεως τούτου διά τόκων είτε εξ εισπράξεως τοκομεδιδίων, είτε εξ οιουδήποτε άλλου λόγου, εκποιήσεως, αντικαταστάσεως ή και οιασδήποτε άλλης αιτίας".

Σχόλια
Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 136 - Έντοκοι καταθέσεις κεφαλαίων και εισοδημάτων.

"1.Ολες οι ενεργούμενες, με φροντίδα των κληρονόμων, εκτελεστών διαθήκης και άλλων διαχειριστών ή του Δημοσίου, σε Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και Πιστωτικά Ιδρύματα γενικά, καταθέσεις κεφαλαίων ή εισοδημάτων από κληρονομίες, κληροδοσίες και δωρεές, προς εκπλήρωση κοινωφελών σκοπών, γίνονται από την κατάθεσή τους αυτοδίκαια έντοκες.

Οι τόκοι των καταθέσεων αυτών, προστίθενται με φροντίδα της Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή του Πιστωτικού Ιδρύματος που έχουν κατατεθεί, χωρίς καμία άλλη εντολή, στο κεφάλαιο, με το ίδιο επιτόκιο, εφόσον πρόκειται για καταθέσεις ταμιευτηρίου, ή μεταφέρονται σε ιδιαίτερο έντοκο λογαριασμό ταμιευτηρίου, εφόσον πρόκειται για καταθέσεις προθεσμίας, και ενημερώνεται προς τούτο ο ενεργήσας την κατάθεση και το Υπουργείο Οικονομικών (Διεύθυνση Εθνικών Κληροδοτημάτων).

Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, όλες οι κατά τα ανωτέρω υφιστάμενες καταθέσεις σε άτοκο λογαριασμό, μετατρέπονται αυτοδίκαια σε έντοκες με επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου, με φροντίδα της οικείας Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή του Πιστωτικού Ιδρύματος και χωρίς καμία άλλη εντολή.

Οι κάθε φύσης καταθέσεις διαθετών σε Τράπεζες, στο ΤαμείοΠαρακαταθηκών και Δανείων και σε Πιστωτικά Ιδρύματα γενικά, που καταλείπονται με κληρονομία ή κληροδοσία στο Κράτος ή υπέρ κοινωφελών σκοπών, είναι αυτοδίκαια έντοκες, ως καταθέσεις ταμιευτηρίου με ανατοκισμό από τη χρονολογία θανάτου του διαθέτη ή από τη λήξη της προθεσμίας της προθεσμιακής κατάθεσης, εφόσον πρόκειται για προθεσμιακές καταθέσεις, ανεξάρτητα από το χρόνο νομιμοποίησης των δικαιούχων των καταθέσεων τούτων. Ο τόκος των παραπάνω καταθέσεων υπολογίζεται μετά τη νομιμοποίηση ή κατά την απόδοση αυτών στους δικαιούχους κληρονόμους, κληροδόχους, εκτελεστές διαθηκών ή άλλους νόμιμους διαχειριστές αυτών, με το επιτόκιο που ισχύει για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου, κατά την περίοδο αυτή.

Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, όλες οι υφιστάμενες ως άνω άτοκες καταθέσεις, μετατρέπονται αυτοδίκαια σε έντοκες, με επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου, με φροντίδα της οικείας Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή Πιστωτικού Ιδρύματος και χωρίς καμία άλλη εντολή."

2. Αι τράπεζαι και πιστωτικά εν γένει ιδρύματα παρ' οίς είναι κατατεθειμένα υπέρ κοινωφελών σκοπών χρεώγραφα προς φύλαξιν υποχρεούνται άνευ άλλης εντολής να εισπράττωσι κατά την λήξιν τα τοκομερίδια ή μερίσματα των παρ' αυταίς κατατεθειμένων χρεωγράφων, έτι δε να εισπράττωσι κατά την προς τούτο ωρισμένην ημέραν το προϊόν των εις το άρτιον ή μετά λαχνού κληρουμένων ομολογιών. Το προϊόν των ανωτέρω από της λήξεως ή της προς πληρωμήν τεταγμένην προθεσμίας καθίσταται αυτοδικαίως έντοκον.

3. Καταθέσεις πάσης φύσεως παρά τραπέζαις ή άλλοις πιστωτικοίς ιδρύμασιν υφιστάμεναι κατά την ισχύν του παρόντος εις ατόκους λογαριασμούς καθίστανται αυτοδικαίως έντοκοι από της ισχύος του παρόντος Νόμου, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου.

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 28 του Ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43/7-3-1996 τ.Α΄).

 

Άρθρο: 137 - Έλεγχος Τραπεζών.

Ο Υπουργός των Οικονομικών δικαιούται να ζητή παρά τραπεζών, πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων νομικών φυσικών προσώπων πάσαν πληροφορίαν περί των παρ’ αυτοίς καταθέσεων περιουσιών διεπομένων υπό του παρόντος Νόμου και δύναται να ενεργή έλεγχον δι’ Οικον. Επιθεωρητών ή άλλων οικονομικών υπαλλήλων προς εξακρίβωσιν των περιουσιών των άρθρ. 42-44 και άλλων τοιούτων του παρόντος Νόμου.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ’

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ ΠΡΟΞΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΩΝ

Άρθρο: 138 - Υποβολή αντιγράφων διαθηκών.

1. Εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός οι Γραμματείς των Πρωτοδικείων και Ειρηνοδικείων οφείλουσι ν' αποστέλλωσιν εις το Υπουργείον των Οικονομικών αντίγραφα των κατά τον προηγούμενον μήνα δημοσιευθεισών διαθηκών, δι' ών καταλείπονται κληρονομίαι, ή κληροδοσίαι προς το Κράτος ή τον Εθνικόν Στόλον και αντίγραφα πάσης άλλης διαθήκης, δί' ής καταλείπεται κληρονομία ή κληροδοσία υπέρ κοινωφελούς ιδρύματος ή σκοπού.

"Εντός της αυτής προθεσμίας οι Γραμματείς Εφετείων και Πρωτοδικείων οφείλουσι ν' αποστέλλωσιν εις το Υπουργείον Οικονομικών αντίγραφα των κατά τον προηγούμενον μήνα δημοσιευθεισών αποφάσεων διαλύσεως σωματείων και συλλόγων".

2. Την αυτήν υποχρεώσιν υπέχουσι και οι Πρόξενοι ως και οι Γραμματείς των Προξενικών Δικαστηρίων διά τας παρ' αυτών δημοσιευομένας διαθήκας. "3. Ομοίως την αυτήν υποχρεώσιν υπέχουσι και οι συμβολαιογράφοι διά τας επιμελεία τούτων δημοσιευμένας διαθήκας".

Σχόλια
Το εντός " " εδάφιο της παρ. 1 προστέθηκε με το άρθρο 29 ΝΔ 520/1941. Η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 19 Ν. 4154/1961.

 

Άρθρο: 139 - Υποβολή αντιγράφων απογραφών και δωρητηρίων συμβολαίων

Εντός της κατά το προηγούμενον άρθρον προθεσμίας, υποχρεούται οι συμβολαιογράφοι και οι Πρόξενοι να αποστέλλωσιν εις το Υπουργείον των Οικονομικών ή και εις τα τιμώμενα ιδρύματα, α) αντίγραφα εφ' απλού χάρτου των παρ' αυτών συντασσομένων απογραφών κληρονομιών, καταλειπομένων εν μέρει ή εν όλω προς εκπλήρωσιν κοινωφελών σκοπών, β)αντίγραφα των δωρεών των συσταθεισών προς εξυπηρέτησιν ομοίων σκοπών και γ) αντίγραφα πασών των πράξεων, περί ών τα άρθρ. 74 και 78 του παρόντος.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΔ'

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 140 - Πειθαρχικές παραβάσεις

1. Δημόσιοι, δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι, συμμετέχοντες ως εκ της υπηρεσίας των εις την εξακρίβωσιν ή εκκαθάρισιν των περιεχομένων εις το Κράτος ή κοινωφελή ιδρύματα και σκοπούς κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών ή εις ούς αντίθενται καθήκοντα εκκαθαριστού κατά το άρθρ. 8 του παρόντος, υπάγονται εις την πειθαρχικήν εξουσίαν του Υπουργού των Οικονομικών, δυναμένου να επιβάλη μετά προηγουμένην γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ. και πρόσκλησιν εις απολογίαν, εν μη εκπληρώσει των υπό του παρόντος Νόμου επιβαλλομένων καθηκόντων των ή εν αμελεί εκπληρώσει αυτών, πειθαρχικόν πρόστιμον 25.000 – 100.000 δρχ. Το αυτό πειθαρχικόν πρόστιμον και κατά την αυτήν ως άνω διαδικασίαν επιβάλλεται και εις τους εν άρθρ. 11 αναφερομένους υπαλλήλους, εν περιπτώσει μη εκπληρώσεως των εν αυτώ οριζομένων υποχρεώσεών των.

2. Εκτελεσταί διαθηκών, διαχειρισταί και Διοικηταί περιουσιών, διεπομένων υπό του παρόντος Νόμου, μη παρέχοντες τα υπό του Νόμου τούτου προβλεπόμενα στοιχεία της διαχειρίσεως αυτών, μη υποβάλλοντες τους προϋπολογισμούς και απολογισμούς εντός των νομίμων προθεσμιών, αρνούμενοι να υποβληθώσιν εις έλεγχον ή άλλην εξέτασιν, διατασσομένην υπό του Υπουργού των Οικονομικών ή να παράσχωσι πληροφορίας περί της οικονομικής καταστάσεως των κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών, μη τηρούντες τα υπό του παρόντος Νόμου και των εκδοθησομένων Β.Δ/των καθοριζόμενα βιβλία και εν γένει μη συμμορφούμενοι προς τας διατάξεις των συστατικών πράξεων, του παρόντος Νόμου και των προς εκτέλεσιν τούτου, εκδιδομένων Β.Δ/των, τιμωρούνται ανεξαρτήτως της υποχρεώσεως αυτών προς ανόρθωσιν της προξενηθείσης ζημίας και ασχέτως πάσης ποινικής ευθύνης ή άλλης συνεπείας κατά τους κειμένους Νόμους, διά πειθαρχικού προστίμου από 50.000 μέχρι 250.000 δραχμών, επιβαλλομένου κατά την αυτήν ως άνω διαδικασίαν υπό του Υπουργού των Οικονομικών.

3. Διοικηταί, Γενικοί Διευθυνταί, ή Διευθυνταί Τραπεζών και πιστωτικών εν γένει ιδρυμάτων ως και διοικηταί των εν άρθρ. 42,44,45 και 124 του παρόντος νομικών προσώπων, έτι δε και τα εν τοις άρθροις τούτοις φυσικά πρόσωπα, μη παρέχοντα τας ζητουμένας πληροφορίας υπό του Υπουργού των Οικονομικών, αρνούμενα να συμμορφωθώσιν προς τας διατάξεις του παρόντος ή να επιτρέψωσιν τον υπό του άρθρ. 137 προβλεπόμενον έλεγχον και οπωσδήποτε παραβαίνοντα τας διατάξεις του παρόντος Νόμου τιμωρούνται με πειθαρχικόν πρόστιμον 50.000-500.000 δραχμών επιβαλλόμενον υπό του Υπουργού των Οικονομικών κατά την αυτήν ως άνω διαδικασίαν. Τα ανωτέρω πρόσωπα παραβαίνοντα σκοπίμως τας ανωτέρω υποχρεώσεις των τιμωρούνται τη εγκλήσει του Υπουργού των Οικονομικών και διά φυλακίσεως μέχρις 6 μηνών ή διά χρηματικής ποινής από 50.000-750.000 δραχμών, επιβαλλομένων υπό του Πλημμελειοδικείου.

4. Πρόξενοι, Συμβολαιογράφοι και Γραμματείς Δικαστηρίων και διοικηταί των εν άρθρ. 96 παρ. 1 ιδρυμάτων κλπ. μη συμμορφούμενοι προς τας διατάξεις των άρθρ. 44 παρ. 1 εδάφ.β', 66 παρ. 3,74 παρ.2,78 παρ. 2,85,89 παρ. 1, 96 παρ. 2 και 138-139 του παρόντος Νόμου, τιμωρούνται διά πειθαρχικού προστίμου 50.000-500.000 δραχμών, επιβαλλομένου υπό του Υπουργού των Οικονομικών.

Σχόλια:

Αναπροσαρμογή προστίμων και χρηματικής ποινής του άρθρου 140 Α.Ν.2039/1939 με την Υ.Α. Αριθ.1138971/3744/Α0011 ΠΟΛ 1317/11.12.1995 ως εξής: α) παρ.1 = 25.000 – 100.000 δρχ.[από 100-5.000 δρχ σε 5.000-20.000 και 25.000-100.000δρχ.], β) παρ.2 = 50.000-250.000 δρχ. [από 500-10.000δρχ. σε 10.000-50.000δρχ και 50.000-250.000δρχ.,γ) παρ.3 = πρόστιμο 50.000-500.000 δρχ.[από 1.000-20.000δρχ. σε 10.000-100.000δρχ. και 50.000-500.000δρχ.] χρηματική ποινή 50.000-750.000δρχ.[από 5.000-20.000δρχ. σε 10.000-150.000δρχ και 50.000-750.000δρχ.], δ) παρ.4 = 50.000-500.000δρχ. [από 500-5.000δρχ. σε 10.000-100.000 δρχ. και 50.000-500.000δρχ.]

 

Άρθρο: 141 - Βεβαίωσις προστίμων.

Τα κατά το ανωτέρω άρθρον επιβαλλόμενα υπό του Υπουργού των Οικονομικών πρόστιμα βεβαιούμενα υπό του Οικονομικού Εφόρου της κατοικίας του παραβάτου, εισπράττονται κατά τας διατάξεις του Νόμου περί εισρπάξεως δημοσίων εσόδων.

 

Άρθρο: 142 - Ποινές κατά παρακρατούντων κληρονομίας.

Οι εν γνώσει διακατέχοντες και παρακρατούντες κληρονομίας, κληροδοσίας και περιουσιακά εν γένει στοιχεία υπέρ κρατικών και κοινωφελών σκοπών του παρόντος Νόμου ως και οι θεματοφύλακες και οφειλέται οι αποδίδοντες παρά τας διατάξεις του άρθρ. 30 του παρόντος εις αντιδίκους του Δημοσίου ή του κοινωφελούς ιδρύματος ή σκοπού, τα εν τω άρθρω τούτω αναφερόμενα αντικείμενα ή οφειλάς αυτών, έτι δε και οι παραβαίνοντες τας εν άρθρ. 134 υποχρεώσεις των τιμωρούνται, εφ' όσον αι πράξεις αύται δεν επισύρουσι βαρυτέρας ποινάς κατά τας διατάξεις του Ποινικού Νόμου, διά φυλακίσεως μέχρις 6 μηνών ή διά χρηματικής ποινής 100.000 - 500.000 δρχ.

Σχόλια:

Αναπροσαρμογή χρηματικής ποινής από 500-20.000δρχ. σε 20.000-100.000δρχ. και με την Υ.Α. Αρίθ.1138971/3744/Α0011 ΠΟΛ 1317/11.12.1995 σε 100.000 – 500.000δρχ.

Άρθρο: 143 - Αδικήματα εκτελεστών διαθηκών και διοικητών ιδρυμάτων.

Αι διατάξεις των άρθρ. 456-460, 464-465 και 482-486 του Ποινικού Νόμου εφαρμόζεται και επί εκτελεστών διαθηκών, διοικητών και διαχειριστών ιδρυμάτων και περιουσιών του παρόντος, εάν γενώσιν ούτοι ένοχοι των εν αυτοίς αναφερομένων παραβάσεων, κατά την εκκαθάρισιν, εκτέλεσιν του σκοπού, διοίκησιν και διαχείρισιν των περιουσιών του παρόντος Νόμου, εξομοιούμενοι διά το τιμωρητόν του αδικήματος και την επιβολήν της ποινής προς δημοσίους υπαλλήλους.

 

Άρθρο: 144

Εκτελεσταί διαθηκών και διοικηταί ιδρυμάτων και περιουσιών, οίτινες παρά την έκπτωσιν αυτών εκ του λειτουργήματος κατά τας διατάξεις των άρθρ. 65 και 99 παρ. 3 ή παρά την απαγγελθείσαν αντικατάστασιν αυτών εξακολουθούσι να ασκώσι το λειτούργημα, τιμωρούνται με τας εν άρθρ. 450 του Ποιν. Νόμου οριζομένας ποινάς, ανεξαρτήτως προς υποχρεώσεως αυτών προς ανόρθωσιν πάσης εις την κληρονομίαν ή το ίδρυμα ή την περιουσίαν επελθούσης ζημίας, καταλογιζομένης κατά τας διατάξεις των άρθρ. 32,33,82 και 104 παρ. 2.

 

Άρθρο: 145 - Εφαρμογή διατάξεων ψηφίσματος 16 Δεκ. 1924.

Αδικήματα πλαστογραφίας, κλοπής, υπεξαιρέσεως, απάτης, ιδιοποιήσεως και απιστίας, πάντα εις βαθμόν κακουργήματος, προβλεπόμενα υπό του άρθρ. 1 στοιχ. Α' περιπτ. α',γ',δ',ε',ς',η' του από 16/29 Δεκ. 1924 ψηφίσματος της Δ' εν Αθήναις Συνελεύσεως των Ελλήνων "περί ανακρίσεως και εκδικάσεως αδικημάτων τινων υπό των Εφετών", και πραττόμενα υπό εκτελεστών διαθηκών, διαχειριστών και διοικητών κοινωφελών ιδρυμάτων ή περιουσιών ή και παντός άλλου αυτούργού, συνεργού και συναιτίου, εφόσον ταύτα στρέφονται οπωσδήποτε κατά των κοινωφελών ιδρυμάτων και κοινωφελών περιουσιών του παρόντος Νόμου, ανακρίνονται, εκδικάζονται και τιμωρούνται υπό των πενταμελών Εφετείων κατά το από 16/29 Δεκ. 1924 ψήφισμα της Δ' Εθνοσυνελεύσεως, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως, εφρμοζόμενον καθ' όλας αυτού τας διατάξεις και επί των αδικημάτων του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο: 146 - Συνέπεια καταδίκης εκτελεστών διαθηκών.

Αι διατάξεις των άρθρ. 24 και 494 του Ποινικού Νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και επί εκτελεστών διαθηκών, διοικητών και διοικητών κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών, ένεκα καταδίκης των επί αδικήμασιν αναγομένοις εις την εκπλήρωσιν των καθηκόντων των.

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ'

ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 147 - Προσωπικόν Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων.

1. (Εις το προσωπικόν της Κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργ. Οικονομικών (Γενικής Διευθύνσεως Φορολογίας) προστίθενται δύο θέσεις Τμηματαρχών α' ή β' τάξεως, επτά θέσεις εισηγητών και γραμματέων α' ή β' τάξεως, τρείς θέσεις ακολούθων, μία θέσις γραφέως α'ή β' τάξεως, τέσσαρες θέσεις δακτυλογράφων α' ή β' τάξεως, δύο θέσεις ταξινόμων και μία θέσις κλητήρος α΄τάξεως, προς τούτοις δε συνιστώνται: α) δύο θέσεις Επιθεωρητών Εθνικών Κληροδοτημάτων επί βαθμώ Τμηματάρχου α' ή β' τάξεως, β) 14 θέσεις Ελεγκτών και λογιστών α' ή β' τάξεως Εθνικών Κληροδοτημάτων επί βαθμώ εισηγητού και γραμματέως α' ή β' τάξεως και γ) μία θέσις υπαρχειοφύλακος α' ή β' τάξεως αυξανομένης αναλόγως κατά τας θέσεις ταύτας της οργανικής συνθέσεως της Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπ. Οικονομικών).

2. Οι Επιθεωρηταί, Ελεγκταί και Λογισταί Εθνικών Κληροδοτημάτων εξομοιούνται κατά πάντα προς τους υπαλλήλους των αντιστοίχων βαθμών της Κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, η υπηρεσία δε εις τας θέσεις ταύτας αποτελεί προσόν διά την κατάληψιν ανωτέρων θέσεων της Κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, εφαρμοζομένων και ως προς τούτους των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων, όσον αφορά την αρχαιότητα και την περαιτέρω προαγωγήν.

3. (Καταργήθηκε με το άρθρ. 4 Α.Ν. 1082/1964).

4. Επί των ποσών των προερχομένων εξ εκκαθαρίσεως περιουσιακών καταλειπομένων υπέρ κοινωφελών ιδρυμάτων ή οπωσδήποτε διατιθεμένων προς εκτέλεσιν κοινωφελούς σκοπού ή έργου, υπερβαινόντων τας 100.000 δραχμάς παρακρατείται ποσοστόν 1%. Ομοίως επί των πραγματοποιουμένων εισπράξεων εκ τακτικών εσόδων ως και εσόδων παρελθόντων οικονομικών ετών των υπό του παρόντος Νόμου διεπομένων ιδρυμάτων, κοινωφελών σκοπών και περιουσιών υπερβαινουσών τας 10.000 δραχμάς παρακρατείται επίσης ποσοστόν 1% προς κάλυψιν της εκ της αυξήσεως των θέσεων του προσωπικού της Διευθύνσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών δημιουργουμένης δαπάνης και των προκαλουμένων λοιπών δαπανών διοικήσεως των κληροδοτημάτων εκ της εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

5. Διά Β.Δ/τος εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου θέλουσι καθορισθή ο χρόνος ενάρξεως της επιβαλλομένης παρακρατήσεως και τα του τρόπου εισπράξεως των παρακρατουμένων ποσοστών.

 

Άρθρο: 148

(Προσωρινής ισχύος).

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΣΤ'

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 149

1. Αι διατάξεις των άρθρ. 31,32,33,82,90 παρ. 4,91,104 παρ. 2,121 παρ. 8, περί καταλογισμού των ελλειμάτων και ζημιών υπό του Υπουργού των Οικονομικών εφαρμόζονται και επί των κατά την ισχύν του παρόντος εκκαθαριζομένων και διαχειριζομένων περιουσιών, εφ' όσον μέχρι της ισχύος του παρόντος δεν ηγέρθη ενώπιον των τακτικών Δικαστηρίων αγωγή λογοδοσίας.

2. Πάσαι αι διατάξεις του παρόντος Νόμου περί εκκαθαρίσεως, βεβαιώσεως ως δημοσίων εσόδων, εκτελέσεως σκοπού, διοικήσεως, διαχειρίσεως και εποπτείας περιουσιών διεπομένων υπό του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται και επί της διαθήκης κληρονομιών και κληροδοσιών, επαχθεισών και δωρεών συσταθεισών προ της ισχύος του παρόντος Νόμου και εκκαθαριζομένων και διαχειριζομένων κατά την ιχύν του παρόντος ως και επί κοινωφελών ιδρυμάτων, συσταθέντων και λειτουργούντων προ αυτού.

3. Τα κατά την ισχύν του παρόντος Νόμου υφιστάμενα κοινωφελή ιδρύματα και τα κοινωφελή σκοπόν επιδιώκοντα σωματεία υποχρεούνται όπως εντός εξαμήνου από της ισχύος αυτού τροποποιήσωσι και προσαρμόσωσι τα καταστατικά αυτών προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου. Η τοιαύτη προσαρμογή γενήσσεται προκειμένου μεν περί ιδρυμάτων διά πραξέως των διοκητών αυτών, προκειμένου δε περί σωματείων διά πράξεως τουη Διοικητικού Συμβουλίου αυτών και κυρωθήσεται διά Β. Δ/τος κατά τα εν άρθρ. 98 οριζόμενα.

 

Άρθρο: 150

1. Μέχρι συγκροτήσεως του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων κατά τας διατάξεις του άρθρ. 3 του παρόντος Νόμου εξακολουθεί να λειτουργή και να ασκή εγκύρως τα καθήκοντά του το διά των διατάξεων του καταργουμένου Νόμ. 5110 συσταθέν Συμβούλιον Εθνικών Κληροδοτημάτων.

2. Ομοίως μέχρις εκδόσεως των υπό του άρθρ. 53 παρ. 2 του παρόντος Νόμου προβλεπομένων Β.Δ/των διατηρείται εν ισχύϊ και εφαρμόζεται το από 29 Οκτ. 1932 Π.Δ/μα "περί του τρόπου διορισμού υποτρόφων εις βάρος των προσόδων κοινωφελών κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών", μόνον ως προς τα μη ρυθμιζόμενα υπό του παρόντος Νόμου θέματα.

3. Ωσαύτως μέχρι συνάψεως της κατά το άρθρ. 40 του παρόντος Νόμου προβλεπομένης συμβάσεως μετά των εν τω άρθρω τούτω αναφερομένων Τραπεζών διατηρείται εν ισχύϊ η μετά της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος σύμβασις, η επικυρωθείσα δι' ανταλλαγής των υπ' αριθ. 38587 της 14 Μαΐου 1919 του Υπουργείου Γεωργίας και 32387 της 6 Μαΐου 1919 της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος εγγράφων.

 

Άρθρο: 151

1. Αι χορηγίαι των ήδη διωρισμένων υποτρόφων δύνανται να αυξηθώσι μέχρι των εν άρθρ. 54 ανωτάτων ορίων αναλόγως προς την επάρκειαν των εσόδων της περιουσίας διά κοινών αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου ως εκ του σκοπού Υπουργού, εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Σ.Ε.Κλ.

2. Τα χορηγούμενα εις διωρισμένους κατά την ισχύν του παρόντος Νόμου υποτρόφους ποσά υποτροφιών ανώτερα των εν άρθρ. 54 οριζομένων ανωτάτων ορίων, εξακολουθούσι να καταβάλλωνται αυτοίς μέχρι πέρατος των σπουδών των.

3. Το κατά την παρ. 3 του άρθρ. 2 του Νόμ. 4619 της 3/5 Μαΐου 1930 "περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως του Νόμ. 4372" "περί μεταρρυθμίσεως του Διδασκαλείου της Μέσης Εκπαιδεύσεως" διατιθέμενον ποσόν εκ των ετησίων εσόδων του κληροδοτήματος Βαρβάκη δι' υποτροφίας προς σπουδήν απόρων νέων εκ Ψαρρών αυξάνεται εφεξής εις δραχ. 20.000 ετησίως.

4. "Εκ των εσόδων της εις το Κράτος δωρεάς Αδελ. Ζωσιμά επιτρέπεται η παροχή μηνιαίων βοηθημάτων μέχρι δραχ. 500 εις τέκνα ορφανά θανόντων εν πολέμοις μαθητάς από της β' τάξεως του δημοτικού σχολείου. Η διακοπή του παρεχομένου βοηθήματος επέρχεται αφ' ής ο μαθητής διακόψει τας σπουδάς του ή τύχει χορηγίας υποτροφίας είτε εκ της δωρεάς Ζωσιμά είτε εξ άλλης δωρεάς ή κληροδοτήματος. Διά Δ/τος δύναται να αυξάνεται ή να περιορίζηται το κατά τ' ανωτέρω όριον του μηνιαίου βοηθήματος". Αι λεπτομέρειαι παροχής των βοηθημάτων τούτων καθορισθήσονται διά Β.Δ/τος, εκδοθησομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας.

Σχόλια

Τό εντός " " πρώτο εδάφιο της παρ. 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 ΝΔ 1193/1942.

 

 

 

 

 

 

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο: 152

1. Η αληθής έννοια των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρ. 22 του Νόμ. 5019 της 8/15 Ιουν. 1931 "περί ιδρύσεως σχολικών Ταμείων και σχολικών Εφορειών" είναι ότι διδακτήρια περιελθόντα εις το Δημόσιον ή ανεγερθέντα παρ' αυτού εκ κληρονομιών, κληροδοσιών ή δωρεών και μεταβιβαζόμενα κατά κυριότητα διά των διατάξεων τούτων εις τα σχολικά ταμεία, περιέρχονται εις αυτά προς εκπλήρωσιν των διά των διαθηκών ή άλλων συστατικών πράξεων οριζομένων σκοπών.

2. Ομοίως η αληθής έννοια των διατάξεων του άρθρ. 11 παρ. 1 περίπτ.ε' του Α.Ν. 1850 της 14/26 Ιουλ. 1939 "περί συστάσεως Ταμείου ανεγέρσεως διδακτηρίων" είναι ότι τα δι' αυτού μεταβιβαζόμενα εις τα συνιστώμενα ταμεία ανεγέρσεως διδακτηρίων κληροδοτήματα και δωρεαί προς τους Δήμους ή Κοινότητας δι' ανέγερσιν, επισκευήν και μεταρρύθμισιν διδακτηρίων περιέρχονται εις τα ταμεία ταύτα προς εκπλήρωσιν των διά των συστατικών πράξεων οριζομένων σκοπών.

3. Η διοίκησις, διαχείρισις και διάθεσις των κατά τας προηγουμένας παραγράφους δικαστηρίων και κληροδοτημάτων και δωρεών διέπεται υπό των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

 

Άρθρο: 153

"1. Εις τα μέλη, τους εισηγητάς και τον γραμματέα του Σ.Ε.Κλ. και των κατά τα άρθρ. 32 παρ. 2 και 101 παρ. 6 Επιτροπών, παρέχεται αποζημίωσις εκ του Δημ.Ταμείου, οριζομένη κατά συνεδρίασιν κατά τας διατάξεις των Ν.Δ. 1433/1942 και 1786/1942 και μέχρις οκτώ συνεδριάσεων κατά μήνα. Η πληρωμή της ανωτέρω αποζημιώσεως ενεργείται δι' εκδόσεως ενταλμάτων βάσει καταστάσεων τεθεωρημένων υπό του Διευθυντού της Δ/νσεως Εθνικών Κληροδοτημάτων βεβαιούντος τον αριθμόν των συνεδριάσεων".

2. Διά την τακτοποίησιν, συγκέντρωσιν στοιχείων και εν γένει εκκαθάρισιν παλαιών σχολαζουσών κληρονομιών και κληροδοτημάτων υπερ του Δημοσίου και κοινωφελών σκοπών και ιδρυμάτων, σύνταξιν μητρώου διαθετών, δύναται να συνιστάται εκάστοτε παρά τη Διευθύνσει Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου των Οικονομικών δι' αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών συνεργείον αναλόγου αριθμού οικονομικών υπαλλήλων, οριζομένων εκάστοτε δι' αποφάσεως του Δ/ντού Εθν. Κληροδοτημάτων. Το εν λόγω συνεργείον θα εργάζεται εκτός των κεκανονισμένων ωρών εργασίας και επί τρίωρον τουλάχιστον καθ' εκάστην, παρεχομένης διά την πρόσθετον ταύτην εργασίαν ημερησίας αποζημιώσεως μέχρι δραχ. 50.

3. Ο Υπουργός των Οικονομικών εγκρίνει και εντέλεται την πληρωμήν πάσης άλλης δαπάνης αναγκαίας προς εκτέλεσιν του παρόντος Νόμου.

Σχόλια
Η παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 Ν. 462/1943.

 

Άρθρο: 154

Παρά τω Υπουργείω των Οικονομικών τηρείται μητρώον των κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών υπέρ του Δημοσίου ή κοινωφελούς σκοπού. Τηρούνται επίσης βιβλία και άλλα στοιχεία κατά κληρονομίας, εμφαίνοντα την εν γένει οικονομικήν κατάστασιν των υπό του παρόντος Νόμου διεπομένων ιδρυμάτων και περιουσιών. Τα της καταρτίσεως, τύπου, περιεχομένου και εκτυπώσεως του μητρώου και των βιβλίων και λοιπών στοιχείων καθορισθήσονται διά Β.Δ/τος εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών.

 

Άρθρο: 155

1. Αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής του παρόντος Νόμου καθορισθήσονται διά Β.Δ/των, εκδοθησομένων τη προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών.

2. Καταργούνται οι Νόμ. 403 της 17/25 Νοεμ. 1914 "περί διοικήσεως του υπό την διαχείρισιν του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως υπαγομένων κληροδοτημάτων (ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη διά μεταγενεστέρων Νόμων), 1643 της 3/12 Ιαν. 1919 "περί διοικήσεως των εις το Κράτος περιερχομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών", 4390 της 14/31 Αυγ. 1929 "περί διαχειρίσεως σχολαζόντων κληροδοτημάτων ή δωρεών υπέρ ελληνικών κοινοτήτων και ευαγών ή φιλανθρωπικών ιδρυμάτων του εξωτερικού", 4967 της 25 Απρ./14 Μαΐου 1931 "περί συμπληρώσεως του Νόμ. 4390", 5110 της 10/11 Ιουλ. 1931 "περί διοικήσεως των υπέρ του Δημοσίου ή κοινωφελών σκοπών κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών", 5429 της 27 Απρ./4 Μαΐου 1932 "περί συμπληρώσεως του Νόμ. 5110 κλπ.", 5779 της 13/19 Σεπτ. 1933 "περί τροποποιήσεως των περί ασυμβιβάστου και απαρτίας διατάξεων του Νόμ. 5110", 6054 της 2/14 Φεβρ. 1934 "περί τρόπου της αποδοχής κληρονομιών εκ μέρους των υπό του Νόμ. 5110 διεπομένων ιδρυμάτων", Ο Α.Ν. της 17 Απρ. 1935 "περί του τρόπου της διαχειρίσεως των περιουσιών των επί Τουρκοκρατίας υφισταμένων Χριστιανικών Κοινοτήτων του Νομού Ιωαννίνων", ο Α.Ν.1420 της 12/27 Οκτ. 1938 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως τφν Νόμων περί διοικήσεως και διαχειρίσεως των εις το Κράτος καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών κλπ. προς παροχήν υποτροφιών" ως και πάσα άλλη διάταξις γενική ή ειδική, αντικειμένη εις τον παρόντα Νόμον.

3. Οπου εν άλλοις Νόμοις γίνεται ήδη μνεία των ως άνω καταργουμένων Νόμων νοείται εφεξής ο παρών Α.Νόμος και τα εις εκτέλεσιν αυτού εκδοθησόμενα Β.Δ/τα.

4. Εξαιρετικώς ειδικοί Νόμοι, ρυθμίζοντες άλλως τα της λειτουργίας, διοικήσεως, οικονομικής διαχειρίσεως και παροχής υποτροφιών κοινωφελών ιδρυμάτων, εκ των εν άρθρ. 95 παρ. 1 και 97 παρ. 2 του παρόντος αναφερομένων διατηρούνται εν ισχύϊ, εξαιρέσει των διατάξεων περί εποπτείας άλλων Υπουργείων επί των ιδρυμάτων τούτων, ήτις εν πάσει περιπτώσει ασκείται υπό του Υπουργού των Οικονομικών και εν γένει των διατάξεων περί εκκαθαρίσεως των κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών, μισθώσεως και εκποιήσεως κινητών και ακινήτων, "και υποβολής και εγκρίσεως προϋπολογισμών και απολογισμών", ενεργουμένων κατά τας διατάξεις του παρόντος.

Οπου εν τοις ειδικοίς τούτοις Νόμοις προβλέπεται γνωμοδότησις του Σ.Ε.Κλ. επί προϋπολογισμών και απολογισμών κοινωφελών ιδρυμάτων και επί περιπτώσεων καταλογισμού διοικητών αυτών απαιτείται εφεξής γνωμοδότησις των κατά τα άρθρ. 32 παρ. 2 και 101 παρ. 6 Επιτροπών.

5. Επίσης διατηρούνται εν ισχύϊ αι διατάξεις του Νόμ. 2508 της 21/28 Σεπτ. 1920 "περί εξακριβώσεως και διαχειρίσεως των περιουσιών και πόρων των εν ταις Ν. Χώραις από Τουρκοκρατίας Χριστιανικών Κοινοτήτων" ως ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν αύται διά του Νόμ. 4446 της 6/19 Σεπτ. 1929 "περί κυρώσεως του Ν.Δ. της 25 Φεβρ. 1926 περί τροποποιήσεως του Νόμ. 2508 κλπ." και του Α.Ν.951 της 12/19 Νοεμ. "περί τροποποιήσεως των Νόμ. 2508/1920, 4446, 2442 κλπ." Διά Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών των Οικονομικών και Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας δύνανται να επεκτείνωνται αι διατηρούμεναι εν ισχύϊ ως άνω διατάξεις και εις τας μή υπαχθείσας εις αυτάς περιφερείας της Κρήτης, Σάμου και Ηπείρου πλήν του Νομού Ιωαννίνων με την σημερινήν χωρικήν έκτασίν του. (Παραλείπεται εδάφιο ως μη ισχύον, βλέπε σχόλια).

6. Ομοίως διατηρούνται εν ισχύϊ ο Α.Ν. 1751 της 23/26 Μαΐου 1939 "περί καθορισμού ορίου υποτροφίας εις εκτέλεσιν κληροδοτημάτος Πανταζή Βασσάνη", το Β.Δ. της 21 Μαΐου 1938 "περί εκτελέσεως του κληροδοτήματος Πανταζή Βασσάνη" ως και τα άρθρ. 1 και 2 του υπ' αριθ. 1365 της 29 Αυγ./12 Σεπτ. 1938 Α.Νόμου "περί του τρόπου εκτελέσεως του κληροδοτήματος Κωνστ. Βελλίου Βαρώνου".

7. Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται μετά 45 ημέρας από της δημοσιεύσεώς του εν τη Εφημερίδι της Κυβερνήσεως.

Σχόλια
Στην παρ. 5 υπήρχε τελευταίο εδάφιο, το οποίο καταργήθηκε με το άρθρο 31 ΝΔ 520/1941. - Η εντός " " φράση της παρ. 4 προστέθηκε με την παρ. 2 άρθρου 19 Ν. 4154/1961. - Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 1 εκδόθηκε το ΠΔ 352/1994 (ΦΕΚ Α' 189) περί τροποποιήσεως διατάξεων του άρθρου 73 του ΒΔ της 30.11.1939 περί τρόπου εκποίησης κινητών και ακινήτων κλπ.